Η βρετανική πολιτική σκηνή τον αντιμετωπίζει πρωτίστως σαν δικηγόρο. Ένας μεθοδικός επαγγελματίας, καλός μέχρι και την τελευταία λεπτομέρεια, που όμως δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο «χάρισμα». Κατά αυτόν τον τρόπο περιγράφει το Politico τον 61χρονο Κιρ Στάρμερ, τον άνδρα που, σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις, είναι ο επόμενος πρωθυπουργός της Βρετανίας.
Αν οι δημοσκοπήσεις βγουν αληθινές, με το Εργατικό Κόμμα να καταγράφει προβάδισμα πάνω από 20 μονάδες έναντι των κυβερνώντων Συντηρητικών, θα είναι ο νέος πρωθυπουργός της Βρετανίας μετά τις πρόωρες εκλογές που προκήρυξε ο Ρίσι Σούνακ για τις 4 Ιουλίου.
«Αν θέλετε να καταλάβετε την πολιτική του Στάρμερ, δείτε τη ζωή του πριν γίνει πολιτικός», δήλωσε ένα πρόσωπο που γνωρίζει καλά τον 61χρονο.
Γεννημένος στο Λονδίνο, ο Στάρμερ σπούδασε σε ένα κρατικά χρηματοδοτούμενο σχολείο στη νοτιοανατολική Αγγλία. Ο πατέρας του φρόντιζε τη μητέρα του, η οποία διαγνώστηκε με σπάνια αυτοάνοση ασθένεια όταν ο Κιρ ήταν 11 ετών. «Με το ζόρι περπατούσε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής της», είχε δηλώσει ο Στάρμερ σε συνέντευξή του στο Politico το 2019.
Ασκώντας το επάγγελμα της δικηγορίας ο Στάρμερ τα πρώτα χρόνια είχε σαφή αριστερό προσανατολισμό.
Εκπροσώπησε δύο οικολόγους ακτιβιστές που τα έβαλαν με την πανίσχυρη McDonald’s σε πολύκροτη νομική υπόθεση στις αρχές της δεκαετίας του 1990. Στη συνέχεια, ειδικεύτηκε σε αμφισβητούμενες υποθέσεις που αφορούσαν τα ανθρώπινα δικαιώματα, δίνοντας πάντα μάχη στο πλευρό των αδικημένων.
Ωστόσο, το 2008 ο Στάρμερ ανέλαβε τη θέση του επικεφαλής της Δημόσιας Εισαγγελίας (DPP) της Βρετανίας και από σταυροφόρος των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μεταμορφώθηκε σε βραχίονα του κατεστημένου, αναφέρει το Politico. Μια «κληρονομιά» που επικαλείται τώρα, υποσχόμενος σταθερότητα στους ψηφοφόρους του Κέντρου. Πολλοί είναι εκείνοι που διακρίνουν παρόμοια μετατόπισή του στην πολιτική κατά τα χρόνια που ακολούθησαν, αφότου βρέθηκε στην ηγεσία των Εργατικών τον Απρίλιο του 2020.
Έχοντας μπει στο κοινοβούλιο το 2015, ο Στάρμερ έγινε γραμματέας του Brexit υπό τον Τζέρεμι Κόρμπιν τον επόμενο χρόνο. Ο Στάρμερ ήταν πάντα προσεκτικός να μην επιτεθεί στον αριστερό ηγέτη του, ενώ ο Κόρμπιν παρέμενε δημοφιλής στα μέλη των Εργατικών. Αλλά ο Στάρμερ ήταν επίσης προσεκτικός στο να μην χαθεί το φιλοευρωπαϊκό αίσθημα στο κόμμα, πιέζοντας για δεύτερο δημοψήφισμα που θα μπορούσε να ανατρέψει την απόφαση της Βρετανίας να εγκαταλείψει την Ε.Ε.
Ακόμη και τον Δεκέμβριο του 2019, μετά την παραίτηση του Κόρμπιν αφότου το κόμμα των Εργατικών υπέστη τη χειρότερη ήττα στις γενικές εκλογές εδώ και σχεδόν έναν αιώνα, ο Στάρμερ είπε ότι το κόμμα του δεν πρέπει να κινηθεί πέραν του Κέντρου.
Οι επικριτές του από την αριστερή πτέρυγα του κόμματος υποστηρίζουν ότι κάνει ακριβώς αυτό από τότε που κέρδισε την ηγεσία, εγκαταλείποντας γρήγορα τις «10 υποσχέσεις» που έδωσε στα μέλη κατά τη διάρκεια της εκστρατείας του.
Οι πιο αριστεροί του σύμμαχοι έχουν έκτοτε περιθωριοποιηθεί μέσω ενός κεντρικού κομματικού μηχανισμού, υπό τον έλεγχο πλέον του Στάρμερ, που κατευθύνει όλες τις διαδικασίες επιλογής υποψηφίων. Ο ίδιος ο Κόρμπιν τέθηκε σε διαθεσιμότητα κατηγορούμενος για αντισημιτισμό.
Ο Στάρμερ δεν απολογείται για την πορεία που ακολούθησε, αντίθετα δηλώνει υπερήφανος για την αλλαγή στο κόμμα του από την εποχή του Κόρμπιν και ισχυρίζεται ότι ξερίζωσε τον αντισημιτισμό στο εσωτερικό του. Στους συμμάχους του, αυτές οι αλλαγές δείχνουν μια μοναξιά που θαυμάζουν. Λένε ότι θα επικεντρωθεί, βήμα προς βήμα, στο να κερδίσει το κόμμα του, μετά τη χώρα και μετά στο να κυβερνήσει με επιτυχία – και ότι κάθε βήμα θα μοιάζει διαφορετικό από αυτό που προηγήθηκε.
Ο Στάρμερ δεν έχει τη δική του κλίκα βουλευτών και έχει προσλάβει δημόσιους υπαλλήλους σε βασικές πολιτικές θέσεις, με χαρακτηριστικότερο το παράδειγμα της ισχυρής επικεφαλής του επιτελείου του, Σου Γκρέι.
Ο επιφυλακτικός ρεαλισμός του επεκτείνεται και στην εξωτερική πολιτική, όπου – σε αντίθεση με τον αριστερό προκάτοχό του – ο Στάρμερ συχνά ευθυγραμμίζεται με την κυβερνητική γραμμή. Ο Στάρμερ θα ήθελε μια στενότερη σχέση με την ΕΕ ωστόσο, έχει υποστηρίξει τα χτυπήματα στην Υεμένη και τη συμμαχία με το Ισραήλ. Αφού χαρακτήρισε επίσης «αποκρουστικές» τις δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ το 2016 – λέει τώρα ότι μια κυβέρνηση των Εργατικών θα συνεργαστεί με όποιον κερδίσει τον Λευκό Οίκο τον Νοέμβριο.
Η στάση του Στάρμερ στην εξωτερική πολιτική έχει προκαλέσει αντιδράσεις στην εκλογική του βάση. Δήλωσή του μετά τις επιθέσεις της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, στην οποία ανέφερε ότι το Ισραήλ είχε το δικαίωμα να κόψει ρεύμα και νερό στη Γάζα, προκάλεσε ρήξη στις σχέσεις του με μουσουλμάνους και φιλοπαλαιστίνιους ψηφοφόρους. Αργότερα προέβη σε διορθωτικές δηλώσεις και ζήτησε βιώσιμη κατάπαυση του πυρός.
Την περασμένη εβδομάδα παρουσίασε τα «πρώτα βήματά» του στην επόμενη κυβέρνηση – πλαίσιο υποσχέσεων αντίστοιχο με των εκλογών του 1997, τις οποίες οι Εργατικοί του Τόνι Μπλερ είχαν κερδίσει με διαφορά – με τα μανίκια του πουκαμίσου του σηκωμένα.
Ωστόσο, κατά τους επικριτές του, τα έξι «πρώτα βήματά» του περιλαμβάνουν ασαφείς υποσχέσεις για την οικονομία, την ενέργεια, το Εθνικό Σύστημα Υγείας, την εγκληματικότητα και τις ίσες ευκαιρίες. Οι πάλαι ποτέ ριζοσπαστικές πολιτικές για τις πράσινες επενδύσεις και τη συνταγματική μεταρρύθμιση έχουν αποδυναμωθεί, πριν ακόμη οι Εργατικοί γίνουν κυβέρνηση. Τα συνδικάτα φοβούνται ότι μια σειρά τολμηρών προτάσεων για την ενίσχυση των δικαιωμάτων των εργαζομένων θα έχουν την ίδια μοίρα.
Προς το παρόν πάντως, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι το απλό μήνυμα της εκστρατείας του – «Ήρθε η ώρα για αλλαγή, μετά από 14 χρόνια “χάους” των Τόρις» – είναι αρκετό για να τον οδηγήσει στην Downing Street τον Ιούλιο.