Η αρχή της εμπορικής κίνησης την πρώτη Κυριακή στις στολισμένες αγορές της Αττικής, από πλευράς επισκεψιμότητας, φάνηκε να είναι καλή, παρά τη διερευνητική προσέγγιση των καταναλωτών, ενώ η συνέχεια αναμένεται καλύτερη, όπως σημειώνει σε δήλωσή του ο πρόεδρος του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Πειραιώς Βασίλης Κορκίδης.
Ο ίδιος προσθέτει ότι ο εμπορικός κόσμος της χώρας αισιοδοξεί πως η φετινή εορταστική περίοδος μπορεί να «συμπληρώσει» σε τζίρο, μέρος των απωλειών 2 δισ. ευρώ, των δύο προηγούμενων ετών της πανδημίας.
Συγκεκριμένα ο κ. Κορκίδης δήλωσε:
«Η φετινή εορταστική περίοδος της αγοράς ξεκίνησε σήμερα Κυριακή 11 Δεκεμβρίου με την έναρξη του διευρυμένου ωραρίου λειτουργίας των καταστημάτων, που θα διαρκέσει μέχρι τέλος του έτους και που οι έμποροι επιθυμούν μεγαλύτερο τζίρο από πέρυσι, ενώ οι καταναλωτές λογικές τιμές. Η αρχή της εμπορικής κίνησης την πρώτη Κυριακή στις στολισμένες αγορές της Αττικής, από πλευράς επισκεψιμότητας, φάνηκε να είναι καλή, παρά τη διερευνητική προσέγγιση των καταναλωτών, ενώ η συνέχεια αναμένεται καλύτερη. Στο Λεκανοπέδιο το καταναλωτικό ενδιαφέρον προσέλκυσε το κέντρο της Αθήνας, τα πολυκαταστήματα, υπερκαταστήματα και τα εμπορικά κέντρα, χωρίς όμως να υστερούν τα εμπορικά στις περιφερειακές αγορές. Η προσδοκία τους εμπορικού κόσμου είναι να κινηθεί η φετινή εορταστική αγορά καλύτερα από την αντίστοιχη περυσινή, με τον τζίρο να ξεπεράσει τα 3,6 δισ. ευρώ. Αξίζει να σημειωθεί ότι η αγοραστική κίνηση, ως συνήθως, θα «ζεσταθεί» με το δώρο των Χριστουγέννων, αλλά και με το επίδομα των 250 ευρώ σε 2,3 εκατ. δικαιούχους που αντιμετωπίζουν άμεσες ανάγκες. Το έκτακτο επίδομα των 600 ευρώ στους ένστολους και το επίδομα θέρμανσης, επίσης θα ενισχύσουν, την δυνατότητα καταναλωτικής δαπάνης τις τελευταίες μέρες της χρονιάς, ώστε να κλείσει το 2022 με θετικό πρόσημο. Ο πληθωρισμός μπορεί να παρουσίασε κάμψη τον Νοέμβριο στο 8,5%, αλλά η ακρίβεια επιμένει και αναζητούνται “όπλα” για τον περιορισμό των αυξήσεων της τάξης του 15% στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι. Οι δαπάνες για τρόφιμα, μεταφορές και στέγαση πλήττουν τα νοικοκυριά, ενώ οι επιχειρήσεις πλήττονται από τα κόστη των εμπορευμάτων, ενέργειας και μεταφορικών. Είναι σαφές ότι νοικοκυριά και επιχειρήσεις προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στις αυξήσεις και βιώνουν δύσκολα τους κλυδωνισμούς του πληθωρισμού. Μακάρι, η μείωση του τιμάριθμου να συνεχιστεί μέχρι τέλος του έτους και σε συνδυασμό με τα δύο “γιορτινά καλάθια”, αλλά και των έκτακτων επιδομάτων, να έχουν ως αποτέλεσμα την ανακούφιση των καταναλωτών και τη τόνωση της αγοράς. Το “καλάθι του νοικοκυριού” αρχίζει να κερδίζει τις εντυπώσεις, καθώς ο ιδιότυπος ανταγωνισμός συγκρατεί και μειώνει τις τιμές σε πολλά προϊόντα στις αλυσίδες των σούπερ μάρκετ, τα οποία οφείλουν να στηρίξουν το εγχείρημα και τη περίοδο των εορτών. Θετικά αναμένεται να λειτουργήσει το “χριστουγεννιάτικο καλάθι” και το “καλάθι του Αη Βασίλη” από τις 14 Δεκεμβρίου για τις οικογενειακές και κοινωνικές μας υποχρεώσεις. Μακάρι όλα τα μέτρα να συνδυαστούν και να στηρίξουν τους καταναλωτές από τις γιορτές έως και την έναρξη των χειμερινών εκπτώσεων. Σε ένα οικονομικό σκηνικό με πληθωριστικές δυσκολίες και υψηλό ενεργειακό κόστος η διατήρηση προσιτών τιμών στο λιανεμπόριο είναι προς το συμφέρον όλων μας. Τα τελευταία στοιχεία της λιανικής από την αρχή του έτους μέχρι σήμερα δείχνουν μια “πληθωριστική”, αλλά ενθαρρυντική αύξηση του τζίρου άνω του 10%, η οποία αναμένεται να διατηρηθεί και στον εορταστικό τζίρο του Δεκεμβρίου. Ο εμπορικός κόσμος της χώρας αισιοδοξεί ότι η φετινή εορταστική περίοδος μπορεί να “συμπληρώσει” σε τζίρο, μέρος των απωλειών 2 δισ. ευρώ, των δύο προηγούμενων ετών της πανδημίας. Παρά το γεγονός ότι ο χρόνος μέχρι τέλος του μήνα, δεν είναι πολύς, η ένταση της κατανάλωσης μπορεί να ικανοποιήσει εκτός από τις μεγάλες επιχειρήσεις και τις μικρές στις κεντρικές και περιφερειακές αγορές της Αττικής. Ο Δεκέμβριος είναι παραδοσιακά ο καλύτερος μήνας για την αγορά και η “κορωνίδα” της ετήσιας κατανάλωσης, που εύλογα δημιουργεί προσδοκίες στο λιανικό εμπόριο. Καλή αρχή και καλύτερη συνέχεια της χριστουγεννιάτικης αγοράς».