Δεκατέσσερα χρόνια πριν ένας κινέζος επιχειρηματίας, ο Λι Ντεμίν, κλήθηκε να βοηθήσει οικονομικά επενδύοντας στη διάσωση ενός χοιροτροφείου στη ρωσική πόλη Γιουσουργιάσκ, κοντά στην ακτή του Ειρηνικού στην Άπω Ανατολή.

Ο Λι πρόεδρος της Dongning Huaxin Group, μιας ιδιωτικής εμπορικής εταιρείας με έδρα την επαρχία Σιλονγιάνγκ στα σύνορα Κίνας-Ρωσίας, συμφώνησε σχεδόν απρόθυμα και υπό έναν όρο. «Εκείνη την εποχή αυτές οι εμπορικές συναλλαγές δεν με ενδιέφεραν καθόλου γιατί δεν ήξερα τίποτα για την εκτροφή χοίρων. Γι ‘αυτό και είπα ότι θα επένδυα μόνο αν μου έδιναν για μίσθωση 500 εκτάρια γης» είπε ο Λι στο πρακτορείο Ρόιτερς. Στο τέλος, η τοπική ρωσική κυβέρνηση προσφέρθηκε να μισθώσει στον Λι περισσότερη γη από ότι ζήτησε. Τώρα μετά από 14 χρόνια διαθέτει 40.000 εκτάρια, αναμένεται να επεκταθεί περαιτέρω ενώ το αγρόκτημα του κοντά στο Γιουσουργιάσκ είναι το μεγαλύτερο στην ρωσική Άπω Ανατολή και μια από τις μεγαλύτερες ξένες επενδύσεις σε γεωργικά προγράμματα στη χώρα . Εκτρέφει 30.000 χοίρους το χρόνο και αναπτύσσεται τη σόγια και το καλαμπόκι που πωλείται στις τοπικές αγορές ή στην μεγάλη αγορά της Κίνας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι κινεζικές επενδύσεις φαίνεται να είναι μια φυσική κατάσταση σε αυτήν την περιφέρεια της ρωσικής Άπω Ανατολής μια ομοσπονδιακή περιοχή με μέγεθος που φτάνει στα δύο τρίτα του μεγέθους των Ηνωμένων Πολιτειών πληθυσμό μόλις 6,3 εκατομμύρια, αλλά μεγάλες εκτάσεις μη καλλιεργήσιμης και εύφορης γης. Η Κίνα είναι δίπλα και το 1,4 δισεκατομμύρια άνθρωποι της έχουν ακόρεστη όρεξη για καλλιέργειες και παραγωγή, καθώς και εταιρείες οι οποίες έχουν ήδη εισχωρήσει στην Αυστραλία, τη Νότια Αμερική και τα νησιά του Ειρηνικού όπως το Βανουάτου, μισθώνοντας γεωργική γη.

Σε αντίθεση με τα περισσότερα άλλα μέρη του κόσμου, ο τοπικός ρωσικός πληθυσμός, αποκομμένος από την Δύση εκφράζει την ικανοποίησή του κυρίως για τις κινεζικές επενδύσεις οι οποίες προσέφεραν σανίδα σωτηρίας μετά την κατάρρευση της Σοβιετικής Ένωσης. Οι κινεζικές εταιρείες έχουν ήδη μισθώσει ή ελέγχουν τουλάχιστον 600.000 εκτάρια γης στην Άπω Ανατολή, έκταση ίση με το μέγεθος μιας μικρής αμερικανικής πολιτείας όπως του Ντελαγουέαρ.

Οι επενδύσεις θα μπορούσαν να είναι πολύ μεγαλύτερες εάν τα «πολιτικά αφεντικά» στη Μόσχα ήταν πιο συνεργάσιμοι. «Όταν κατέρρευσε η Σοβιετική Ένωση, οι ντόπιοι δεν ήξεραν πραγματικά τι να κάνουν, έτσι άρχισαν να μας ενθαρρύνουν να αναλάβουμε τη μίσθωση της γης σε πολύ χαμηλές τιμές», δήλωσε ο Λι. Ο Πάβελ Μασλόφσκυ, ο οποίος βουλευτής της επαρχίας Αμούρ κοντά στα κινεζικά σύνορα στην άνω βουλή της Ρωσίας δήλωσε ότι η περιοχή χρειάζεται επενδύσεις και οι φόβοι για την εισροή κινεζικών είναι άστοχοι. «Ο φόβος ότι οι επενδυτές θα έρθουν σε λάθος τομέα και κατά τρόπο που δεν μας αρέσει είναι σαν να πουλάμε το δέρμα αρκούδας πριν καλά-καλά πιάσουμε την αρκούδα »είπε.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αλλά φυσικά εξακολουθεί να υπάρχει σημαντική αμφισημία στην Μόσχα για την αυξανόμενη εξάρτηση της περιοχής από την Κίνα . Οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών έχουν βελτιωθεί από το συνοριακό πόλεμο το 1969, αλλά ορισμένες εντάσεις παραμένουν. Οι ρωσικοί φόβοι για τη κινεζική διείσδυση στην αραιοκατοικημένη ρωσική Άπω Ανατολή βεβαίως έχουν χαλαρώσει ειδικά από το 1990 με τη Μόσχα να έχει υποσχεθεί ότι θα αναζωογονήσει την εξαθλιωμένη περιοχή, αλλά εξακολουθεί να είναι απρόθυμη να βασιστεί εξ ολοκλήρου στην Κίνα καθώς δεν υπάρχουν άλλοι υποψήφιοι επενδυτές. Δυστυχώς για τη Μόσχα οι Κινέζοι παραμένουν οι μόνοι που είναι πρόθυμοι να επενδύσουν.

Η Άπω Ανατολή έλαβε 9,9 δισεκατομμύρια δολάρια ξένων επενδύσεων το 2011, σύμφωνα με την Ομοσπονδιακή Στατιστική Υπηρεσία της Ρωσίας, αντιπροσωπεύοντας μόλις το 5% του ποσού της Ρωσίας ως σύνολο. Περισσότερα από τα τρία τέταρτα δαπανήθηκε για την ανάπτυξη του πετρελαίου και του φυσικού αερίου στη Σαχαλίνη, ένα πλούσιο σε φυσικούς πόρους νησί στα ανοικτά των ακτών της Άπω Ανατολής , βόρεια της Ιαπωνίας.

Το Γιουσουργιάσκ, περίπου 100 χιλιόμετρα βόρεια του Βλαδιβοστόκ και 60 χιλιόμετρα ανατολικά από τα σύνορα με την Κίνα είναι μια από τις πρώτες περιοχές στη Ρωσία που άνοιξαν στις κινεζικές επιχειρήσεις στη δεκαετία του 1980 και έχει επίσης επωφεληθεί από τη δημιουργία μιας ζώνης ελεύθερου εμπορίου που έφερε επενδύσεις από 26 κινεζικές επιχειρήσεις μετά την ίδρυσή της το 2006. Η πόλη έχει μόνιμο πληθυσμό περίπου 150.000 κατοίκους και μερικές χιλιάδες κινέζους εμπόρους και εργάτες. Δεν υπάρχει η αποκαλούμενη Τσάινατάουν ούτε ενδείξεις ότι οι Κινέζοι θέλουν να εγκατασταθούν μόνιμα. Αλλά η ανισορροπία του πληθυσμού εξακολουθεί να προκαλεί ανησυχία στη Μόσχα.

Κινέζος επιχειρηματίας, ο οποίος δεν ήθελε να δώσει το όνομά του, δήλωσε ότι οι ντόπιοι κάτοικοι και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι κατάλαβαν την αναγκαιότητα της συνεργασίας, όμως η Μόσχα εξακολουθεί να επιβάλλει περιορισμούς στη χορήγηση βίζας καθιστώντας δυσκολότερη την επίλυση του σημαντικού ζητήματος της έλλειψης εργατικού δυναμικού και ατόμων με δεξιότητες στην περιφέρεια. Πάντως παρά τα προβλήματα κινεζικές επενδύσεις συνεχίσουν να εισρέουν στην Άπω Ανατολή . Η ίδια η Μόσχα βέβαια θα προτιμούσε ένα διαφοροποιημένο φάσμα επενδυτών αλλά και επιχειρήσεων από την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα οι οποίοι όμως είναι απρόθυμοι να εμπλακούν.

«Οι Ρώσοι καταλαβαίνουν ότι εάν οι Κινέζοι δεν έρθουν, τότε ποιος θα έρθει;» λέει ο Λι « Θα έρθουν οι Ιάπωνες , ή οι Κορεάτες;»….

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης