Ενδεχόμενη πραγματοποίηση του σεναρίου της αναδιάρθρωσης του ελληνικού χρέους θα προκαλούσε ένα ντόμινο οικονομικών εξελίξεων στις οικονομίες των χωρών της Ευρωζώνης, ξεπερνώντας τα στενά πλαίσια του ελλαδικού χώρου, ξεκαθάρισε χθες σε ομιλία του ο κοινοτικός Επίτροπος, Όλι Ρεν.

Μιλώντας στην Ολομέλεια του Ευρωκοινοβουλίου, κατά τη διάρκεια συζήτησης σχετικά με τις προϋποθέσεις εξόδου από την κρίση, χωρών όπως η Ελλάδα και η Πορτογαλία, ο Επίτροπος υποστήριξε ότι όλοι όσοι είναι υπέρ στην αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, αγνοούν τις ολέθριες επιπτώσεις που θα έχει μία τέτοια αναδιάρθρωση, τόσον για την ίδια την ελληνική οικονομία όσον και για την Ευρώπη, γενικότερα.

Σε μία υποθετική κατάσταση όπου η Ελλάδα θα προχωρούσε σε αναδιάρθρωση του χρέους της οι ελληνικές τράπεζες, που έχουν στη διάθεση τους ομόλογα αξίας 48 δισ. ευρώ, τα ασφαλιστικά ταμεία αλλά και οι Ευρωπαίοι πιστωτές, θα έβλεπαν να εξανεμίζεται η αξία αυτών των χρεωγράφων, διευκρίνισε ο Επίτροπος.

Παράλληλα, μια αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, έστω και κατά 30% θα προκαλούσε μεγάλη μείωση των διαθέσιμων τραπεζικών κεφαλαίων, εξαέρωση των εγγυήσεων που έχουν λάβει οι τράπεζες και το κυριότερο, θα προκαλούσε μία άνευ προηγουμένου συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας.

«Πολύ αμφιβάλλω αν κάτι τέτοιο θα βοηθούσε πράγματι την Ελλάδα και την Ευρώπη», τόνισε.

Όσον αφορά στο μεγάλο δημοσιονομικό έλλειμμα της χώρας, ενδεχόμενη αναδιάρθρωση του χρέους της θα το διογκώσει καθώς δεν θα υπάρχει πρόσβασή της στις διεθνείς αγορές καθώς θα έχει χαθεί η αξιοπιστία της.

Κλείνοντας την ομιλία του, ο Επίτροπος παραδέχτηκε ότι η Ελλάδα εξακολουθεί να λειτουργεί ακόμη πέρα από τις δυνατότητες της και γι αυτό χρειάζεται να εξασφαλίσει μία δημοσιονομική τάξη και ένα πρωτογενές πλεόνασμα του δημοσίου χρέους.

«Κάτι τέτοιο δεν είναι ακατόρθωτο. Έχει ξαναγίνει στο Βέλγιο και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Για την εφαρμογή όμως αυτών των προγραμμάτων, χρειάζεται πειθαρχία και ενότητα των πολιτικών δυνάμεων», κατέληξε.