Εξήντα ένα χρόνια συμπληρώθηκαν σήμερα από τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη. Ο υπέρμαχος της ειρήνης γίνεται θύμα της θανάσιμης παρακρατικής βίας.

Στις 22 Μαΐου 1963 ο Γρηγόρης Λαμπράκης παρέστη και μίλησε για την ειρήνη στη Θεσσαλονίκη. Μετά το τέλος της εκδήλωσης δέχθηκε δολοφονική επίθεση σε κεντρικό δρόμο της πόλης από τρίκυκλο, στο οποίο επέβαιναν οι ακροδεξιοί Σπύρος Γκοτζαμάνης και Εμμανουήλ Εμμανουηλίδης. Τραυματίστηκε σοβαρά και πέθανε στις 27 Μαΐου 1963, σε ηλικία 51 ετών. Ο θάνατός του προκάλεσε αγανάκτηση στην κοινή γνώμη, οξύτατη πολιτική κρίση, αλλά και διεθνή κατακραυγή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Την επομένη ένα πλήθος 500.000 ανθρώπων συγκεντρώθηκε στο Α’ Νεκροταφείο για το «Ύστατο Χαίρε». Γρήγορα, η συγκέντρωση μετατράπηκε σε διαδήλωση καταδίκης της δεξιάς κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Καραμανλή και του Παλατιού.

Μια προαναγγελθείσα πολιτική δολοφονία

Ειδικότερα στις 22 Μαΐου 1963, ο Γρηγόρης Λαμπράκης, ως ιδρυτικό μέλος και αντιπρόεδρος της «Ελληνικής Επιτροπής για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη», επρόκειτο να λάβει μέρος σε εκδήλωση που οργάνωνε στη Θεσσαλονίκη η Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη, με θέμα τον πυρηνικό αφοπλισμό. Έξω από τον χώρο της ομιλίας του, βρίσκονταν συγκεντρωμένοι τόσο υποστηρικτές του βουλευτή όσο και «αγανακτισμένοι πολίτες» της εποχής, πραγματοποιώντας «αντισυγκέντρωση» και έχοντας δημιουργήσει ένα ιδιαίτερα τεταμένο κλίμα από νωρίς.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Είναι ενδεικτικό ότι, στο τέλος της ομιλίας του και αφού είχε ήδη προπηλακιστεί πηγαίνοντας στον χώρο της εκδήλωσης, ο Γρηγόρης Λαμπράκης είπε από το μικρόφωνο: «Προσοχή, προσοχή. Εδώ βουλευτής Λαμπράκης. Σαν εκπρόσωπος του Έθνους και του Λαού, καταγγέλλω ότι υπάρχει σχέδιο δολοφονίας μου και καλώ τον υπουργό Β. Ελλάδος, τον νομάρχη, τον εισαγγελέα, τον στρατηγό Χωροφυλακής Μήτσου, τον διευθυντή της Αστυνομίας και τον διοικητή Ασφαλείας να προστατέψουν τη συγκέντρωση και τη ζωή μου».

Έχοντας λάβει τις απαραίτητες διαβεβαιώσεις από τον μοίραρχο Παπατριανταφύλλου ότι ο χώρος έχει αδειάσει από τους παρακρατικούς αλλά και αφού διαμαρτυρήθηκε έντονα στον συνταγματάρχη Καμουτσή για την ασυδοσία τους, ο Λαμπράκης ξεκίνησε μαζί και με άλλους υποστηρικτές του να περάσουν απέναντι τον δρόμο για το ξενοδοχείο. Ωστόσο, εκείνη τη στιγμή εμφανίστηκε στον αποκλεισμένο δρόμο το τρίκυκλο, το οποίο οδηγούσε ο Σπύρος Γκοτζαμάνης και στην καρότσα του οποίου επέβαινε ο Μανώλης Εμμανουηλίδης, ο άνθρωπος που χτύπησε με λοστό τον Λαμπράκη στο κεφάλι. Και οι δύο ήταν άνθρωποι του υποκόσμου. Μάλιστα, ο Εμμανουηλίδης είχε καταδικαστεί στο παρελθόν για βιασμό, παιδεραστία, κλοπή κ.ά.

Το πιθανότερο είναι ότι οι δράστες της επίθεσης θα είχαν διαφύγει ανενόχλητοι, αν ένας παριστάμενος Θεσσαλονικιός, ο Μανόλης Χατζηαποστόλου (με το παρατσούκλι «Τίγρης») δεν είχε πηδήσει αστραπιαία στην καρότσα του τρίκυκλου. Για ένα περίπου χιλιόμετρο το τρίκυκλο έτρεχε στους δρόμους της Θεσσαλονίκης χωρίς κανένα αστυνομικό ή άλλο όχημα να το καταδιώκει. Ο Χατζηαποστόλου εξουδετέρωσε μετά από σκληρή πάλη το μοναδικό επιβάτη της καρότσας, Μανώλη Εμμανουηλίδη (ήταν αυτός που είχε καταφέρει το θανατηφόρο χτύπημα στο Λαμπράκη) και κατόπιν υποχρέωσε τον οδηγό Σπύρο Γκοτζαμάνη να σταματήσει. Ακολούθησε νέα πάλη αυτή τη φορά ανάμεσα στον Χατζηαποστόλου και τον Γκοτζαμάνη, έως ότου εμφανίστηκε ένας απλός τροχονόμος, ο οποίος μη γνωρίζοντας όσα είχαν προηγηθεί, συνέλαβε τον Γκοτζαμάνη κατόπιν υποδείξεων των περαστικών. Ο Λαμπράκης μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ σε κωματώδη κατάσταση ενώ λίγες ημέρες μετά, ξημερώματα της 27ης Μαΐου, άφηνε την τελευταία του πνοή, έχοντας υποκύψει στα θανατηφόρα τραύματά του, μέσα στο νεκροθάλαμο του νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ.

Αργότερα, ο Θ. Γρέβιας, φοιτητής και υποστηρικτής του Γρηγόρη Λαμπράκη, έκανε λόγο για σχέδιο δολοφονίας του βουλευτή. Μιλώντας στην «Ελευθεροτυπία», δήλωσε τα εξής:

«Τα μεσάνυχτα βρισκόμασταν έξω από την κεντρική είσοδο του νοσοκομείου, όταν εξήλθε ένας γιατρός. Απευθύνθηκε σ’ εμάς, ρωτώντας αν ήμασταν εκεί για τον Λαμπράκη. Του απαντήσαμε “ναι”. Είπε ότι χρειαζόταν ένας από μας, γιατί δεν επαρκούσε το νοσηλευτικό προσωπικό. Πήγα εγώ. Κατέβηκα με το γιατρό στο πρώτο υπόγειο. Από ένα μακρόστενο διάδρομο μπήκαμε σε ένα κλειστό θάλαμο.

Στην είσοδο βλέπω τη γραμματέα της οργάνωσής μας Καίτη Τσαρουχά, να κρατάει στα χέρια της τον βαρύτατα τραυματισμένο πατέρα της, Γιώργη Τσαρουχά (χτυπήθηκε το ίδιο βράδυ), βουλευτή Καβάλας της ΕΔΑ. Στο βάθος δεξιά ξαπλωμένο ανάσκελα, το σώμα του Γρηγόρη Λαμπράκη… Ο γιατρός μου ζήτησε να καθίσω σε μια καρέκλα, πίσω από το κεφάλι του, να τοποθετήσω τα χέρια μου στην κάτω σιαγόνα και να κρατώ συνεχώς το κεφάλι του προς τα πίσω και έφυγε. Του είχαν κάνει τραχειοστομία. Δεν ήταν διασωληνομένος, δεν είχε ορό. Κατά διαστήματα το στήθος του τρανταζόταν από ακανόνιστες εισπνοές και εκπνοές… Ο χώρος όπου βρισκόμασταν δεν ήταν θάλαμος νοσηλείας. Ούτε τα κρεβάτια ήταν κρεβάτια νοσηλείας. Το κρεβάτι στο οποίο ήταν ο Λαμπράκης, αποτελούνταν από τρεις ξύλινες σανίδες πάνω σε δύο μεταλλικά “Π”, πιθανότατα νεκροκρέβατο. Μάλλον ήταν ο νεκροθάλαμος του νοσοκομείου».

Η δολοφονία Λαμπράκη επιτάχυνε τις πολιτικές εξελίξεις

Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, όταν έφτασε στο γραφείο του λίγες ώρες μετά την επίθεση στον Λαμπράκη, φέρεται να αναφώνησε οργισμένος: «Μα ποιος κυβερνά επιτέλους αυτήν τη χώρα;», ενώ ο πολιτικός του αντίπαλος, Ανδρέας Παπανδρέου, σημείωσε λίγα χρόνια αργότερα, έπειτα από σχετικά έγγραφα που του είχε δείξει ο πατέρας του, ότι «ο στρατηγός Βαρδουλάκης, αρχηγός τότε της Χωροφυλακής, σε κάποια συζήτηση, είπε: “Κατά λάθος σκοτώθηκε ο Λαμπράκης. Είχε απλώς δοθεί η εντολή από τη βασίλισσα Φρειδερίκη να τον στραπατσάρουν…”».

Οι πολιτικές συνέπειες από τη δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ ήταν άμεσες. Παραιτήθηκε η κυβέρνηση Καραμανλή, η Ένωση Κέντρου του Γεωργίου Παπανδρέου νίκησε στις επόμενες εκλογές, ιδρύθηκε η «Νεολαία Λαμπράκη», με πρώτο πρόεδρο τον Μίκη Θεοδωράκη, ενώ αυτοεξορίστηκε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής στο Παρίσι και οι σχέσεις του με το Παλάτι χάλασαν για πάντα.

Η ζωή και ο θάνατος του Γρηγόρη Λαμπράκη ενέπνευσε τον συγγραφέα Βασίλη Βασιλικό στο περίφημο πολιτικό του μυθιστόρημα με τον τίτλο Ζ (Εκδόσεις Λιβάνη). Το 1969 μεταφέρεται με μεγάλη επιτυχία στη μεγάλη οθόνη από τον σκηνοθέτη Κώστα Γαβρά, με πρωταγωνιστές τον Υβ Μοντάν, τον Ζαν Λουί Τρεντινιάν και την Ειρήνη Παπά.

Λίγα λόγια για τον Γρηγόρη Λαμπράκη

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης ήταν γιατρός, αθλητής, πολιτικός, μα πάνω απ’ όλα αγωνιστής της Δημοκρατίας και της Ειρήνης. Γεννήθηκε στην Κερασίτσα Αρκαδίας στις 3 Απριλίου 1912. Μετά το τέλος των εγκύκλιων σπουδών του μετέβη στην Αθήνα και εισήλθε στην Ιατρική. Από τα εφηβικά του χρόνια ασχολήθηκε με τον αθλητισμό και αναδείχθηκε δέκα φορές βαλκανιονίκης στο άλμα εις μήκος, ενώ επί 23 χρόνια (1936-1959) κατείχε το πανελλήνιο ρεκόρ του αγωνίσματος.

Έλαβε ενεργό μέρος στην Εθνική Αντίσταση, κατά την περίοδο της γερμανικής κατοχής. Το 1943 ίδρυσε την «Ένωση των Ελλήνων Αθλητών» και διοργάνωσε αγώνες, από τα έσοδα των οποίων τροφοδοτούσε τα λαϊκά συσσίτια. Μετά την απελευθέρωση ολοκλήρωσε τις σπουδές του στην Ιατρική και το 1950 αναγορεύθηκε υφηγητής στην έδρα της Μαιευτικής και Γυναικολογίας.

Στις εκλογές «της βίας και της νοθείας», όπως έμεινε στην ιστορία η εκλογική διαδικασία της 29ης Οκτωβρίου 1961, πολιτεύθηκε με το ΠΑΜΕ (Πανδημοκρατικό Αγροτικό Μέτωπο Ελλάδος), έναν συνασπισμό αριστερών δυνάμεων με επικεφαλής την ΕΔΑ και εξελέγη βουλευτής Πειραιά. Τον ίδιο χρόνο δραστηριοποιήθηκε στο ειρηνιστικό κίνημα και με δική του πρωτοβουλία ιδρύθηκε η «Ελληνική Επιτροπή για τη Διεθνή Ύφεση και Ειρήνη» (ΕΕΔΥΕ).

Στις 21 Απριλίου 1963 η ΕΕΔΥΕ διοργάνωσε Πορεία Ειρήνης από τον Μαραθώνα στην Αθήνα. Η αστυνομία απαγόρευσε την πορεία και συνέλαβε πολλούς από τους διαδηλωτές, μεταξύ των οποίων και τον Μίκη Θεοδωράκη. Ο Λαμπράκης προστατευόμενος από τη βουλευτική του ασυλία, πραγματοποίησε μόνος την πορεία, κρατώντας ένα μικρό πανό με το σύμβολο της ειρήνης. Αμέσως μετά συνελήφθη από την αστυνομία.

Ο Γρηγόρης Λαμπράκης με την προσωπικότητα και τη δράση του παραμένει και σήμερα ένα σύμβολο της Δημοκρατίας και του αγωνιζόμενου ανθρώπου κατά της πολιτικής καταπίεσης.

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης