Μια μέρα σαν τη σημερινή πριν από 99 χρόνια, γεννήθηκε ο Μίκης Θεοδωράκης. Ο σπουδαίος συνθέτης, υπήρξε μια από τις σημαντικότερες και πιο πολυσυζητημένες προσωπικότητες της νεότερης Ελλάδας.
Ο Μιχαήλ (Μίκης) Θεοδωράκης γεννήθηκε στη Χίο στις 29 Ιουλίου 1925, από πατέρα Κρητικό και μητέρα Μικρασιάτισσα. Λόγω της επαγγελματικής ιδιότητας του πατέρα του (ανώτερος δημόσιος υπάλληλος) πέρασε τα παιδικά του χρόνια μετακινούμενος σε διάφορες πόλεις της Ελλάδας: Μυτιλήνη (1925-1928), Σύρο και Αθήνα (1929), Ιωάννινα (1930-1932) Αργοστόλι (1933-1936), Πάτρα (1937-1938), Πύργο (1938-1939) και Τρίπολη (1939-1943).
2025: Έτος Μίκη Θεοδωράκη
Η Υπουργός Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Σήμερα, 29 Ιουλίου, ημέρα γενεθλίων του Μίκη Θεοδωράκη, το Υπουργείο Πολιτισμού ανακηρύσσει το 2025, ως «Αφιερωματικό Έτος Μίκη Θεοδωράκη», καθώς συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη γέννησή του. Η πρωτοβουλία μας συνιστά τον απειροελάχιστο φόρο τιμής στην κληρονομιά του, αλλά και ευκαιρία να επανακτιμήσουμε τον βίο του, να επαναβιώσουμε, μέσω ενός πολύπλευρου προγράμματος δράσεων, το έργο του. Τα τραγούδια και οι μουσικές του Μίκη μας συντροφεύουν από τα μικρά μας χρόνια, γεννώντας, με φυσικότητα, τη συγκίνηση και την ανάταση, ανακαλώντας την Ιστορία μας, αυτή που έκλεισε στις μελωδίες του, αλλά και αυτή που συνδιαμόρφωσε.
Προσεγγίζοντας το έργο του προβάλλει απαιτητικό το χρέος της Πολιτείας να αναδειχθούν οι πολλές πλευρές του: Ο συνθέτης, ο αγωνιστής, ο πολιτικός, ο στοχαστής, ο πολίτης. Η ζωή και το έργο του αποτελούν απαράγραπτη πολιτιστική κληρονομιά του Ελληνισμού, προβάλλοντας την οικουμενικότητά της.Η μουσική του Μίκη Θεοδωράκη εκφράζει, με τρόπο μοναδικό, μύχιους πόθους του λαού, από τις έγνοιες της καθημερινότητας έως την οριστική εδραίωση μιας ανοιχτής, συμπεριληπτικής, δημοκρατικής κοινωνίας.
‘Θα πω μονάχα ότι ο συνθέτης είναι ευλογημένος… Σαν τη θάλασσα, που όσο κι αν τη δέρνουν οι άνεμοι και κυματίζει, αφρίζει με χίλιους τρόπους, όμως όλα αυτά συμβαίνουν στην επιφάνειά της, γιατί λίγο πιο κάτω παραμένει ήρεμη, πανέμορφη, ευλογημένη. Το ίδιο και η ζωή μου, που τα έζησε όλα. Στον υπερθετικό. Τη χαρά και τον πόνο. Το κόκκινο και το μαύρο. Την αγάπη και το μίσος. Τον θρίαμβο και την απογοήτευση. Το φως και το σκοτάδι. Αυτή υπήρξε η ζωή μου. (…) Την έζησα γαλήνιος, βέβαιος και ευλογημένος’. Ας κρατήσουμε τα λόγια του».
Ο Μίκης Θεοδωράκης μορφή μοναδική, στη σύγχρονη ιστορία μας, ενσάρκωσε ένα απόλυτα προσωπικό, πρότυπο συγκερασμού, της μετεωρικής δημιουργίας με την ακατάβλητη και διαρκή πολιτική του δράση. Το ταλέντο του ξεδιπλώνεται, σε όλες τις περιόδους, παράλληλα με την αγωνιστική του δράση. Βιώνει τον διχασμό του Εμφυλίου εξοριζόμενος στην Ικαρία, έπειτα, στη Μακρόνησο, αποτελεί κορυφαίο στέλεχος της Αριστεράς, πρωτοστατώντας, μετά την επιβολή της απριλιανής δικτατορίας, στην ίδρυση του Πατριωτικού Αντιδικτατορικού Μετώπου. Συλλαμβάνεται, φυλακίζεται και εκτοπίζεται. Με την αποφυλάκιση του, το 1970, δίνει συναυλίες σε όλο τον κόσμο, προσφέροντας πολύτιμες υπηρεσίες στην υπόθεση της ευαισθητοποίησης της παγκόσμιας κοινής γνώμης κατά των Συνταγματαρχών. Μεταπολιτευτικά, εκλέγεται και πάλι βουλευτής με το ΚΚΕ, αργότερα, με τη Νέα Δημοκρατία, διατελώντας υπουργός της κυβέρνησης του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, πριν αποσυρθεί από την ενεργό πολιτική, διατηρώντας, την ηχηρή και επιδραστική του δημόσια παρέμβαση, στην επιταγή της καταλλαγής και της συμφιλίωσης.
«Έζησε μια ζωή με πάθος και ένταση. Υπηρέτησε με συνέπεια και πάθος τις αξίες τις ελευθερίας και της δικαιοσύνης, μα πάνω από όλα την ενότητα των Ελλήνων», υπογράμμισε αποχαιρετώντας τον ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, σημειώνοντας ότι ο Μίκης Θεοδωράκης «μετέτρεψε τη μουσική από ατομική εμπειρία σε πρόσταγμα για συλλογική δράση».
Μυείται στη μουσική, στις επαρχιακές πόλεις όπου μετατίθεται ο δημόσιος λειτουργός πατέρας του, χάρη στο ορθόδοξο λειτουργικό μέλος, που ακούει από τη γιαγιά του, αλλά και από κληρικούς στις εκκλησίες, όπου μάλιστα ψάλλει. Τη μαθητεία του στο Ωδείο Αθηνών θα διαδεχθούν οι σπουδές στο Παρίσι. Η δημιουργική του πορεία, χαρακτηρίζεται από την υπέρμετρη παρορμητικότητα στη μελωδία, την κατίσχυση ενός σαρωτικού συναισθήματος έναντι του ορθολογισμού και από την σύνθεση του μελωδικού πλούτου με το αγωνιστικό περιεχόμενο. Η δύναμη των μελωδιών του Μίκη, σε διαστάσεις ενίοτε επικές, όπως ίσως σε κανέναν άλλον σύγχρονο συνθέτη μας, υποκρύπτει την πάτρια κληρονομιά του βυζαντινού μέλους, του δημοτικού τραγουδιού, του ρεμπέτικου, και των δυτικών επιρροών, με το άνοιγμα της μουσικής στις μάζες και τη μελοποίηση υψηλής ποιότητας ποίησης.
Προσωπικότητα αστείρευτη, μοναδικός και καθηλωτικός αφηγητής αλλά και δόκιμος τεχνίτης του λόγου, Από το Για την ελληνική μουσική και τη Μουσική για τις μάζες έως Το Χρέος, ημερολόγια 1967-70, 1970-74, τη Μαχόμενη Κουλτούρα και, βεβαίως, τη χειμαρρώδη αυτοβιογραφία του Οι δρόμοι του Αρχάγγελου. Μας κατέλειπε έναν τεράστιο όγκο γραπτών, που αποτυπώνουν με ενάργεια, αλλά και αγωνία, τις καλλιτεχνικές, τις πολιτικές και τις κοινωνικές αναζητήσεις του, σχεδόν πάντοτε συμπλεκόμενες. Ένα corpus κειμένων, που επιβάλλεται να μελετηθεί εκ νέου σε συσχέτιση με τη δημιουργία και τη δράση του.
Οι πρώτες συνθέσεις και τα πρώτα ποιήματα
Πριν από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο είχε ανακαλύψει την αγάπη του για τη μουσική κι έγραψε τις πρώτες του συνθέσεις, ενώ το 1942 εξέδωσε τα πρώτα του ποιήματα, με το ψευδώνυμο Ντίνος Μάης. Το 1943 εγκαθίσταται οριστικά στην Αθήνα και συνεχίζει τις μουσικές του σπουδές, με δάσκαλο τον Φιλοκτήτη Οικονομίδη. Παράλληλα, αναπτύσσει αντιστασιακή δράση, μέσα από τις τάξεις της ΕΠΟΝ και του ΚΚΕ. Θα συλληφθεί από τους Ιταλούς και στη φυλακή θα γνωρίσει το έργο του Μαρξ.
Κατά τη διάρκεια του Εμφυλίου Πολέμου (1946-1949) θα εξοριστεί πρώτα στην Ικαρία και στη συνέχεια στη Μακρόνησο. Οι πολιτικές του διώξεις δεν ανακόπτουν το δημιουργικό του έργο. Συνθέτει έργα «κλασικής» μουσικής και στις 5 Μαρτίου 1950 παρουσιάζεται στο θέατρο «Ορφέας» της Αθήνας το πρώτο του έργο, «Πανηγύρι της Ασή-Γωνιάς» (1946), από την Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, με μαέστρο τον δάσκαλό του Φιλοκτήτη Οικονομίδη.
Το 1953 θα νυμφευθεί τη γιατρό Μυρτώ Αλτίνογλου (το ζευγάρι απέκτησε δύο παιδιά, τον Γιώργο και τη Μαργαρίτα) και θα συνεχίσει τις μουσικές του σπουδές στο Παρίσι, με δασκάλους τον Ολιβιέ Μεσιάν και τον Εζέν Μπιγκό. Συνεχίζει να συνθέτει και το 1959 του απονέμεται το βραβείο «Κόπλεϋ» για τον καλύτερο Ευρωπαίο συνθέτη της χρονιάς.
Η μελοποίηση του «Επιτάφιου» του Γιάννη Ρίτσου
Ένα βράδυ του 1958, ενώ περιμένει τη γυναίκα του στο αυτοκίνητο, διαβάζει τον «Επιτάφιο» του Γιάννη Ρίτσου κι επί τόπου μελοποιεί τα πρώτα οκτώ ποιήματα. Το 1960 θα ηχογραφηθούν για πρώτη φορά με τη φωνή του Γρηγόρη Μπιθικώτση. Είναι η εποχή, που ο Θεοδωράκης περνάει στον χώρο του τραγουδιού και «παντρεύει» τους λαϊκούς ρυθμούς, τα λαϊκά όργανα, τους λαϊκούς τραγουδιστές και την ποίηση των κορυφαίων εκπροσώπων της γενιάς του ’30 (Σεφέρης, Ελύτης, Ρίτσος κ.ά.). Από τα έργα του εκείνης της περιόδου ξεχωρίζουν τα: «Αρχιπέλαγος», «Πολιτεία Α’ και Β’», «Επιφάνεια», «Μαουτχάουζεν», «Άξιον Εστί».
Επίσης, θα γράψει μουσική για την ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Ζορμπάς» (1964) και για δύο θεατρικές παραστάσεις που σημάδεψαν τη δεκαετία του ’60, τη «Μαγική Πόλη» και τη «Γειτονιά των Αγγέλων». Το 1963, μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη, ιδρύεται η «Νεολαία Λαμπράκη», της οποίας εκλέγεται Πρόεδρος. Την ίδια εποχή εκλέγεται βουλευτής της ΕΔΑ.
Με την επιβολή της δικτατορίας της 21ης Απριλίου 1967 θα αρχίσει ένας νέος κύκλος διώξεων και εξοριών για τον συνθέτη, που θα τελειώσει το 1970 με την αμνηστία που θα του χορηγηθεί, ύστερα από διεθνή κατακραυγή και προσπάθειες προσωπικοτήτων, όπως ο Ντμίτρι Σοστακόβιτς, ο Λέοναρντ Μπερνστάιν, ο Χάρι Μπελαφόντε, ο Άρθουρ Μίλερ και ο Χανς Άισλερ. Θα φύγει στο εξωτερικό και θα δώσει δεκάδες συναυλίες εναντίον των συνταγματαρχών, που θα τον κάνουν παντού γνωστό ως σύμβολο του αντιδικτατορικού αγώνα.
Σύμβολο για τους αγωνιστές ενάντια σε ολοκληρωτικά καθεστώτα
Την περίοδο της Μεταπολίτευσης θα γνωρίσει ευρεία αποδοχή και η μουσική του, που θα ακουστεί πάλι ελεύθερα. Θα γίνει σημείο αναφοράς μιας νέας περιόδου για την Ελλάδα και ταυτόχρονα θα παραμείνει σύμβολο για τους αγωνιστές πολλών χωρών ενάντια σε ολοκληρωτικά καθεστώτα. Πολλά από τα έργα που έγραψε κατά τη διάρκεια της επταετίας θα εκδοθούν τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης («Ο ήλιος και ο χρόνος», «Τα Λαϊκά», «Τα τραγούδια του Ανδρέα», «Λιανοτράγουδα», «Κάντο Χενεράλ», «Επιφάνεια Αβέρωφ» και πολλά άλλα), ενώ σταδιακά θα αρχίσει η ηχογράφηση και η έκδοση των συμφωνικών του έργων.
Ο Μίκης Θεοδωράκης ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική κατά τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Έθεσε το περίφημο δίλημμα «Καραμανλής ή τανκς», εκλέχθηκε βουλευτής (Δύο φορές με το ΚΚΕ και δύο φορές με τη Νέα Δημοκρατία) κι έγινε υπουργός στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Παράλληλα, ξεκίνησε με τον Τούρκο μουσικό Ζουλφί Λιβανελί μία προσπάθεια προσέγγισης ανάμεσα στους λαούς της Ελλάδας και της Τουρκίας.
Στην εξηντάχρονη καριέρα του, ο Μίκης Θεοδωράκης έχει γράψει πάνω από 1.000 τραγούδια, πολλά συμφωνικά έργα, καντάτες και ορατόρια, μουσική για δεκάδες θεατρικά έργα και τραγωδίες, όπερες και μουσική για τον κινηματογράφο.
Ο θάνατός του
Έφυγε από τη ζωή στις 2 Σεπτεμβρίου 2021 σε ηλικία 96 ετών στο σπίτι του στην Αθήνα, από καρδιακή ανακοπή.
Η σορός του εκτέθηκε σε τριήμερο λαϊκό προσκύνημα στο παρεκκλήσι του Μητροπολιτικού Ναού Αθηνών και στη συνέχεια ταξίδεψε με πλοίο στα Χανιά και τελικό προορισμό την κωμόπολη Γαλατάς, τόπο καταγωγής του.