Μια «οικοτρομοκράτισσα» διακινεί κρυφά σπόρους λαχανικών στα Εξάρχεια του μέλλοντος. Ένας νεαρός γιάπης στην Κοπεγχάγη είναι λάτρης των ακριβών ρούχων, των πολυτελών εστιατορίων αλλά και των διαδικτυακών γνωριμιών. Ένας ηλικιωμένος άντρας προσπαθεί να εκπληρώσει την τελευταία επιθυμία της αγαπημένης του συζύγου.

Αυτοί είναι οι ήρωες των τριών ελληνικών ταινιών μικρού μήκους («Ο σπόρος», «Euroman» και «Σύκο») που συμμετέχουν στο Διεθνές Διαγωνιστικό Τμήμα του 38ου Φεστιβάλ Μικρού Μήκους της Δράμας.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι δημιουργοί τους Ιφιγένεια Κοτσώνη, Γαβριήλ Τζάφκας και Νίκος Κολοβός ζουν και δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό, χωρίς να έχουν στα άμεσα σχέδιά τους την επιστροφή στη χώρα τους.

«Ο “Σπόρος” είναι ένας εφιάλτης, μέσα στον οποίο κάπου πολύ βαθιά και ντροπαλά ζει η σκέψη ότι ίσως υπάρχει ακόμα ελπίδα για την ανθρωπότητα και τη ζωή γενικότερα» λέει η Ιφιγένεια Κοτσώνη στο Αθηναϊκό Πρακτορείο.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Απαιτεί πολλές ώρες σκληρής δουλειάς, κυρίως επειδή τα χρήματα για την παραγωγή είναι περιορισμένα, και μια μεγάλη δόση εφευρετικότητας για να βρεθούν λύσεις εκεί που δεν υπάρχουν. Από την εμπειρία κρατάω τη χαρά της ομαδικής προσπάθειας και την ικανοποίηση όταν τα καταφέρνεις παρά τις δυσκολίες» παραδέχεται.

Η δεύτερή της ταινία, ο «Σπόρος», διαδραματίζεται στην Αθήνα του μέλλοντος. Μια εφιαλτική πόλη, όπου η τεχνολογική εξέλιξη ελέγχει με τσιπάκια τους κατοίκους και η καλλιέργεια των φυτών είναι παράνομη. Η Νάλα, που την ερμηνεύει η Γιούλικα Σκαφιδά, διακινεί κρυφά μη μεταλλαγμένους σπόρους μέχρι που τη συλλαμβάνει η αστυνομία και την καταδικάζει σε πέντε χρόνια «επανένταξη».

Για τον Γαβριήλ Τζάφκα, μετά τον εξαιρετικό του «Ναυτικό» που είχαμε δει πέρσι στη Δράμα, σειρά παίρνει τώρα το καλογυρισμένο «Euroman», που καταγράφει με αλληγορικό τρόπο την «κατάρρευση» της Ευρώπης σήμερα.

«Οι πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στην Ευρώπη είναι καταιγιστικές. Θέλησα λοιπόν να κάνω ένα σχόλιο στην ουσία του ζητήματος, που δεν είναι άλλο παρά ο τρόπος που έχουμε αποφασίσει να ζήσουμε» αναφέρει ο ίδιος.

Στην ταινία του ένας νεαρός άνδρας εξακολουθεί να ζει πολυτελώς ενώ η εταιρεία του έχει καταρρεύσει, μέχρι που τον πετάνε έξω από το ακριβό μπαρ όπου διασκεδάζει με τους φίλους του, αφού η πιστωτική του κάρτα δεν έχει πλέον αντίκρισμα.

«Το φιλμ είναι μια άκρως στιλιζαρισμένη αποδόμηση αυτού του τρόπου ζωής» λέει ο σκηνοθέτης. «Ο “Euroman” της ταινίας προσπαθεί πάρα πολύ να είναι αυτό που ο κόσμος θέλει: πετυχημένος. Όμως πρόκειται για μια προσποιητή ευτυχία, παρά για απόρροια πραγματικών κόπων αυτού του άντρα. Με αποτέλεσμα, ενώ τα κάνει όλα σωστά, να βρεθεί στο τέλος και πάλι στην απέξω».

Η Ελλάδα, βέβαια, δεν παύει να είναι παρούσα στις ταινίες του από την πρώτη κιόλας μικρού μήκους, τη «Χάρη» (2007) -μεταφορά ενός διηγήματος του Γ. Χειμωνά-, μέχρι την προτελευταία, το «Ναυτικό» (2014), που βασιζόταν σε διήγημα του Ν. Καββαδία. «Δεν μπορώ να της ξεφύγω» λέει ο Γ. Τζάφκας, «ακόμα και το “Euroman” είναι απόλυτα συνδεδεμένο με την Ελλάδα. Ίσως κάποιοι δουν και την Ελλάδα στο πρόσωπο του πρωταγωνιστή».

Η τρίτη ελληνική ταινία του Διεθνούς Διαγωνιστικού Τμήματος του Φεστιβάλ της Δράμας είναι το «Σύκο», μια σουηδική και ελληνική συμπαραγωγή «για τον άνθρωπο, για τη δύναμη της αγάπης, για τον σεβασμό, τη γενναιοδωρία. Για αξίες που έχουμε ξεχάσει» αναφέρει ο ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτης Νικόλας Κολοβός, που γεννήθηκε, ζει και εργάζεται στη Σουηδία ως σεναριογράφος, συγγραφέας και σκηνοθέτης.

Έχοντας γυρίσει μερικές από τις καλύτερες μικρού μήκους που έχουμε δει τα τελευταία χρόνια, όπως το βραβευμένο σε πολλά φεστιβάλ «I am Gay», o Νικόλας Κολοβός καταθέτει με το «Σύκο», μια δυνατή ιστορία αγάπης ανάμεσα σε ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Αφηγείται τη συναρπαστική περιπέτεια ενός ηλικιωμένου άνδρα, του Κώστα, στην προσπάθειά του να εκπληρώσει την τελευταία επιθυμία της βαριάς άρρωστης γυναίκας του, που δεν είναι άλλη από το να της φέρει να φάει ένα σύκο. Ο χρόνος όμως είναι λίγος και ο Κώστας γέρος. Η επιστροφή του στο σπίτι με το σύκο μετατρέπεται σε μια μικρή προσωπική οδύσσεια, καθώς περνά δύσκολες στιγμές μέσα στην απρόβλεπτη και σκληρή φύση.

Πρόκειται για την πρώτη του ταινία εξολοκλήρου γυρισμένη στην Ελλάδα στα Ζαγοροχώρια. «Έναν τόπο που από μόνος του έχει μια άλλη ενέργεια. Αυτό που ξεχώρισα είναι η συνεργασία που είχα με τους Έλληνες συναδέλφους μου, το μεράκι τους και την αισιοδοξία τους, ώστε να έχουμε ένα άρτιο αποτέλεσμα» λέει ο σκηνοθέτης. Πρωταγωνιστούν οι Κώστας Λάσκος, Βιβή Πετραλίδου και Κατερίνα Μισιχρόνη. Τη μουσική την έγραψε ο Σταύρος Γασπαράτος.

Ο Νικόλας Κολοβός δεν εντοπίζει σημαντικές διαφορές στο να κάνεις σινεμά στο εξωτερικό ή στην Ελλάδα, όσον αφορά το καλλιτεχνικό μέρος, μιας και η τέχνη του κινηματογράφου είναι διεθνής. Φυσικά, η ουσιαστική διαφορά έχει να κάνει με τη χρηματοδότηση των ταινιών. «Στην Ελλάδα ό,τι έχει σχέση με χρήματα δεν λειτουργεί καλά. Βέβαια, μπορεί να μην υπάρχουν πολλά λεφτά, αλλά υπάρχουν άνθρωποι με πολύ μυαλό και όρεξη για δουλειά» επισημαίνει.

Τώρα ετοιμάζει τη μεγάλου μήκους ταινία του για μία οικογένεια Ελλήνων ομογενών που ζει στη Σουηδία. Αλλά όνειρό του είναι να κάνει μια ταινία μεγάλου μήκους και στην Ελλάδα, αν βρει ένα καλό σενάριο που να το πιστεύει.

Πηγή: ΑΜΠΕ

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης