Η Μόνικα Μπελούτσι ήταν στο μπάνιο

και έραινε το θείο κορμί της με το ζωοφόρο ύδωρ·

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

έπρεπε να ξεπλύνει τις πομπές τής οργιώδους συνεύρεσής της μαζί μου,

ώστε να δημιουργούταν το έδαφος για καινούργιες αμαρτίες.

 

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Κι όμως, την ώρα που η Θεά Μόνικα ήταν συνεπαρμένη με τη γνωριμία μας,

εγώ την περίμενα στο κρεβάτι προβληματισμένος·

όταν θα έβγαινε από το τζακούζι τής πολυτελέστατης θερινής σουΐτας μας,

ήμουν υποχρεωμένος να τής ξεφουρνίσω το μυστικό μου.

 

Την άκουγα να τραγουδάει καψουρεμένη

το «Τελευταία μου αγάπη» τής Νατάσας Θεοδωρίδου,

την άκουγα να παθιάζεται στον στίχο

«Είσαι η τελευταία μου αγάπη, να το θυμηθείς…

Έλα απόψε στ’ άδειο μου κρεβάτι, μη με φοβηθείς…»

και ήξερα ότι είχα οδηγήσει την «Ωραιότερη Γυναίκα Όλων Των Εποχών»

να είναι τρελή και παλαβή μαζί μου·

αυτό έκανε τα πράγματα ακόμη πιο δύσκολα…

 

Ήρθε με το λευκό μπουρνούζι και τη λευκή πετσέτα-«τουρμπάνι» στο κεφάλι της,

και εκάθισε δίπλα μου.

Με εκοίταξε με τα μάτια τής Ερωτευμένης και μού έδωσε ένα τρυφερό φιλί·

είναι σίγουρο ότι αν με είχε γνωρίσει πριν γνωρίσει τον Βενσάν Κασέλ,

δεν θα είχε γνωρίσει τον Βενσάν Κασέλ.

Ήμουν ο «Άντρας τής ζωής της» και αυτό έβγαινε προς τα έξω…

 

Ξάφνου εσυνειδητοποίησε ότι κάτι δεν επήγαινε καλά·

η σκιά στα μάτια μου την έκανε να ανησυχήσει σφόδρα.

«Τι έχεις;», μ’ ερώτησε.

«Μόνικα, πρέπει να σού πω κάτι…», τής απήντησα συνοφρυωμένος.

«Τι τρέχει, αγάπη μου..; Τι σού συμβαίνει ξαφνικά;

Μήπως δεν είμαι αρκετά καλή για εσένα;», αναρωτήθηκε μουδιασμένη.

«Όχι, κούκλα μου, δεν είν’ αυτό.

Απλά, σήμερα είναι η τελευταία ημέρα που θα είμαστε μαζί,

διότι από αύριο θα πρέπει να επιστρέψω στη “Ζούγκλα” και στη στήλη μου.

Δεν γίνεται εγώ ο “Αθλητάμπουρας” να αφήσω την “Εγκληματική Οργάνωση” να αλωνίζει,

δεν γίνεται να μην ασχολούμαι με το “#mexritelous” των Αγγελοπουλαίων,

με την κόντρα των Παοκτζήδων με τούς Αεκτζήδες.

Είναι και το “PAOALIVE”!», κατέληξα μελαγχολικά.».

«Και τι μάς εμποδίζει να είμαστε μαζί; Δεν το καταλαβαίνω.»,

αντέτεινε και εσυνέχισε.

«Έλα, αγάπη μου, έλα, Αθλητάμπουρά μου, μη χωρίσουμε έτσι άδοξα.

Δεν θα σε ενοχλώ όταν ασχολείσαι με τα θέματά σου·

θα κάθομαι κουρνιασμένη στα πόδια σου

και δεν θα βγάζω άχνα μέχρι να τελειώνεις τα κείμενά σου.».

«Μα τι λες, Μόνικα..; Δεν γίνονται αυτά τα πράγματα.

Θα μού πλημμυρίζεις τη σκέψη και δεν θα μπορώ να γράψω για τον Γκιρτζίκη.».

 

Μόλις ήκουσε την τελευταία μου φράση η Μόνικα τινάχτηκε όρθια·

ήταν πλέον σε έξαλλη κατάσταση.

«Οι έρωτες δεν χαλάνε για τούς Γκιρτζίκηδες, ρε μαλάκα…», είπε,

και κάνοντας ένα μπραφ βγήκε κλαίγοντας και τρέχοντας από το δωμάτιο.

«Μόνικα, στάσου…», εφώναξα, και πετάχτηκα όρθιος κι εγώ.

Ναι, πετάχτηκα όρθιος από τον ύπνο·

κάθιδρος από τον καύσωνα και από το αλλόκοτο όνειρο που είχα μόλις δει,

έμεινα ζαλισμένος να προσπαθώ να αντιληφθώ την πραγματικότητα…

 

Εν’ τέλει, υπήρχε πραγματικότητα στο όνειρο.

Σήμερα, Δευτέρα, 29 Ιουλίου, επέστρεψα από την άδειά μου,

και με υποδέχθηκαν οι 40 βαθμοί Κελσίου.

Νοιώθω σαν καρικατούρα σιέστας·

δεν έχω την παραμικρή διάθεση να κουνηθώ,

δεν έχω την παραμικρή διάθεση να γράψω,

δεν έχω την παραμικρή διάθεση να εργαστώ·

έχω προσβληθεί από το «Σύνδρομο “Περικλή Στεργιαννούδη”»

και θα ήθελα να είμαι παντοτινά εισοδηματίας.

 

Ας είναι όμως…

Ναι μεν οι διακοπές μού γίναν’ έξις,

αλλά κάθε συνήθεια νικιέται από την επόμενη συνήθεια.

Η Μετάβαση είναι η μεγάλη δυσκολία, αλλά θα τη νικήσουμε κι αυτήν.

Όπως γίνεται κάθε καλοκαίρι, όπως γίνεται τόσα χρόνια.

 

Θεά Μόνικα, (θα) σε σκέφτομαι και (θα) σε ονειρεύομαι!!!!!!!!!!!!!

 

Ο Αθλητάμπουρας

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης