Οι άνδρες με διαβήτη τύπου 2 και χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης, μπορούν να επωφεληθούν σημαντικά από τη θεραπεία με τεστοστερόνη, σύμφωνα με μια μελέτη που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στο έγκυρο επιστημονικό περιοδικό «DiabetesCare».

Οι συγγραφείς της μελέτης γνώριζαν ήδη ότι η χαμηλή τεστοστερόνη συμπίπτει με σημαντική μείωση της ευαισθησίας στην ινσουλίνη. Σε προηγούμενη μελέτη τους, το 2004, έδειξαν μια συσχέτιση ανάμεσα στα χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης και το διαβήτη τύπου 2.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Έξι χρόνια αργότερα επέκτειναν τη μελέτη τους στο πεδίο της παχυσαρκίας. Σε μια μελέτη όπου συμμετείχαν πάνω από 2000 άνδρες, παρατήρησαν ότι το 33% των συμμετεχόντων με διαβήτη τύπου 2, είτε ήταν παχύσαρκοι, είτε όχι, είχαν χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης, όπως είχαν και το 25% των μη διαβητικών παχύσαρκων ανδρών.

Το 2012 οι ερευνητές βρήκαν ότι οι παχύσαρκοι έφηβοι είχαν 50% λιγότερη τεστοστερόνη από τους συνομηλίκους τους. Κατάφεραν, επίσης, να συσχετίσουν την παχυσαρκία με το οξειδωτικό στρες και τη φλεγμονή. Οι διαμεσολαβητές της φλεγμονής είναι γνωστό ότι εμπλέκονται στο μήνυμα της ινσουλίνης.
Στην παρούσα μελέτη, η ομάδα υπέθεσε ότι η τεστοστερόνη μπορεί να είναι ένας αντιφλεγμονώδης και ινσουλινο-ευαίσθητος παράγοντας, από τη στιγμή που είναι γνωστό ότι μειώνει τον λιπώδη ιστό και αυξάνει τους σκελετικούς μυς. Στη μελέτη συμμετείχαν 94 άνδρες με διαβήτη τύπου 2, από τους οποίους οι 44 είχαν χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης.

Πριν από τη θεραπεία αυτοί που είχαν χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης εξέφρασαν σε σημαντικά μικρότερο ποσοστό γονίδια που μετέφεραν το μήνυμα της ινσουλίνης και μείωσαν την ευαισθησία σε αυτή.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Οι άνδρες με χαμηλή τεστοστερόνη χωρίστηκαν με τυχαίο τρόπο σε δύο ομάδες. Όσοι μπήκαν στην πρώτη ομάδα έκαναν μια ένεση τεστοστερόνης την εβδομάδα ενώ όσοι μπήκαν στη δεύτερη, λάμβαναν ψευδοφάρμακο μια φορά την εβδομάδα. Η παρέμβαση είχε διάρκεια 34 εβδομάδες.
Η λήψη τεστοστερόνης δε βρέθηκε να αλλάζει το βάρος των ανδρών, αλλά παρατηρήθηκε μια μείωση του συνολικού λίπους της τάξεως των 3 Kg που συνοδευόταν από μια ισόποση αύξηση της μυϊκής μάζας.

Παρατηρήθηκε, επίσης, μια δραματική αύξηση στην ευαισθησία στην ινσουλίνη, η οποία εκδηλώθηκε μέσω της κατά 32% αύξησης της επαναπρόσληψης της γλυκόζης από ιστούς που ανταποκρίνονται στην ινσουλίνη και μέσω της αύξησης της έκφρασης των γονίδιων που μεταφέρουν το μήνυμα της ινσουλίνης.

Σημαντικά μειώθηκαν επίσης τα επίπεδα του σακχάρου νηστείας, κατά 12 mg/dL.

Τέλος, τα επίπεδα της αιμοσφαιρίνης A1C (HbA1c), ενός απαραίτητου δείκτη για την απόδειξη της επίδρασης της τεστοστερόνης στον έλεγχο του διαβήτη, δε μειώθηκαν. Οι ερευνητές, ωστόσο, πιστεύουν ότι σε πιο μακροπρόθεσμες μελέτες θα μπορούσε να εντοπιστεί σημαντική βελτίωση στα επίπεδα της HbA1c.

Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι η μελέτη τους είναι η πρώτη που παρέχει στοιχεία που τεκμηριώνουν ότι η τεστοστερόνη επηρεάζει την ευαισθησία στην ινσουλίνη, γεγονός που την καθιστά μια μεταβολική ορμόνη.

Προσθέτουν επίσης ότι η θεραπεία με τεστοστερόνη όπου ενδείκνυται θα βελτιώσει τη σεξουαλική λειτουργία, θα αυξήσει τον όγκο και τη δύναμη των μυών, καθώς και την οστική πυκνότητα.
Μελλοντικά το ενδιαφέρον των ερευνητών στρέφεται στο πως η θεραπεία τεστοστερόνης μπορεί να επηρεάσει την αντίσταση στην ινσουλίνη, καθώς και τη φλεγμονή σε συγκεκριμένους πληθυσμούς ασθενών, όπως είναι αυτοί που πάσχουν από χρόνια νεφρική ανεπάρκεια και υπογοναδισμό.
Οι ερευνητές έχουν ήδη αναφέρει ότι 2 στους 3 άνδρες με διαβήτη τύπου 2 και με χρόνια νεφρική ανεπάρκεια μπορεί να έχουν χαμηλά επίπεδα τεστοστερόνης. Στην περίπτωση μάλιστα των ασθενών που υποβάλλονται σε αιμοκάθαρση, το ποσοστό των ασθενών που έχουν χαμηλή τεστοστερόνη αγγίζει το 90%.

Πηγή : medicalnewstoday

Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης