Γράφει ο Χρήστος Ηλ. Τσίχλης δικηγόρος – Συνταγματολόγος
Παραδοσιακά το δώρο Χριστουγέννων καταβάλλεται μέχρι την 21η Δεκεμβρίου κάθε έτους. Ο εργοδότης μπορεί να καταβάλλει το δώρο και νωρίτερα από την παραπάνω ημερομηνία, ενώ σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να καταβληθεί σε είδος. Το Δώρο Χριστουγέννων καταβάλλεται υποχρεωτικά κάθε Δεκέμβριο. Φέτος, επειδή η 21η Δεκεμβρίου 2025 -η καταληκτική ημερομηνία καταβολής- έπεφτε Κυριακή, οι εργαζόμενοι θα έβλεπαν το δώρο στους λογαριασμούς τους δύο ημέρες νωρίτερα, ημέρα Παρασκευή.
Ολόκληρο το δώρο θα λάβουν όσοι εργάζονται από την 1η Μαΐου έως και τις 31 Δεκεμβρίου, ενώ για λιγότερες ημέρες εργασίας το δώρο πάει αναλογικά. Όσοι όμως από τους παραπάνω μισθωτούς, που η σχέση τους με τον εργοδότη δεν διήρκησε ολόκληρο το χρονικό διάστημα(από 1/5 έως και 31/12), δικαιούνται να λάβουν τμήμα του δώρου ανάλογο με τη χρονική διάρκεια της εργασιακής τους σχέσης.
Σε αυτή τη περίπτωση το δώρο Χριστουγέννων υπολογίζεται ως εξής: 2/25 του μηνιαίου μισθού ή 2 ημερομίσθια – ανάλογα με το πώς αμείβονται – για κάθε 19 ημερολογιακές ημέρες διάρκειας της εργασιακής σχέσης. Εναν ολόκληρο μισθό δικαιούνται οι μισθωτοί, μόνο όμως του ιδιωτικού τομέα, καθώς στο Δημόσιο έχουν καταργηθεί ο 13ος και ο 14ος μισθός. Αύξηση συντάξεων, μείωση φόρων, νέα αναπροσαρμογή του κατώτατου μισθού και των επιδομάτων που σχετίζονται μ’ αυτόν, έρχονται το 2026 μετά την ψήφιση του Προϋπολογισμού του επόμενου έτους στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα.
Μισθωτοί, συνταξιούχοι, οικογένειες με παιδιά, νέοι, επαγγελματίες και ιδιοκτήτες ακινήτων κάτοικοι οικισμών θα ωφεληθούν από τις φοροελαφρύνσεις και άλλες θετικές παρεμβάσεις που προβλέπει ο Προϋπολογισμός. Το συνολικό όφελος από τη μείωση των φόρων και την αύξηση των εισοδημάτων ανέρχεται σε 2,9 δισ. ευρώ για όλο το 2026. Τα «δώρα» έχουν καταργηθεί πλήρως στους εργαζομένους του Δημόσιου τομέα με τις διατάξεις του «Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής» το 2012 (Ν. 4093/2012) που ψηφίστηκε πριν από 13 έτη. Εκτοτε διατυπώνεται επανειλημμένως το αίτημα για την επαναφορά του 13ου και 14ου μισθού για το Δημόσιο, από το συνδικαλιστικό κίνημα και όχι μόνο.
Ο υπολογισμός του Δώρου Χριστουγέννων για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, μπορεί να γίνει εύκολα, γρήγορα και σωστά, αρκεί να δοθεί έμφαση σε συγκεκριμένες παραμέτρους.
Στην ερώτηση λοιπόν «πώς υπολογίζεται» το Δώρο Χριστουγέννων, η απάντηση είναι άμεσα συνδεδεμένη με το πότε ξεκίνησε η απασχόληση του εργαζομένου στην επιχείρηση.
Αρχικά, η περίοδος υπολογισμού του ποσού που θα πιστωθεί στο ATM του εργαζομένου στον ιδιωτικό τομέα, είναι 1η Μαΐου 2025 μέχρι 31 Δεκεμβρίου.
Οι εργαζόμενοι έχουν την δυνατότητα μέσω της online εφαρμογής που έχει δημιουργήσει το ΚΕΠΕΑ να υπολογίσουν μόνοι τους το Δώρο Χριστουγέννων που δικαιούνται μπαίνοντας στον παρακάτω σύνδεσμο: http://kepea.gr/calc-doro-xristoygennon.php. Όσοι εργαζόμενοι απασχολήθηκαν όλη τη χρονική περίοδο από την 1η Μαΐου έως τις 31 Δεκεμβρίου, δικαιούνται ολόκληρο το Δώρο Χριστουγέννων. Το ποσό αυτό είναι ίσο μ’ έναν μηνιαίο μισθό για τους αμειβόμενους με μισθό και με 25 ημερομίσθια για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο.
Όσοι εργαζόμενοι στον ιδιωτικό τομέα δεν απασχολήθηκαν ολόκληρη την προαναφερθείσα περίοδο, η οποία αποτελεί τη βάση για τον υπολογισμό στο Δώρο Χριστουγέννων, θα λάβουν ένα μέρος του. Προσοχή: Η διακοπή της εργασιακής σχέσης πρέπει να έχει γίνει είτε γιατί ο εργαζόμενος αποχώρησε οικειοθελώς από την εργασία του (παραίτηση) ή επειδή απομακρύνθηκε με απόφαση του εργοδότη (απόλυση). Όσοι, λοιπόν, δικαιούνται τμήμα από το Δώρο Χριστουγέννων, πρέπει να λάβουν υπ’ όψιν τους τα ακόλουθα στον υπολογισμό των χρημάτων:
-2/25 του μηνιαίου μισθού ή 2ημερομίσθια (ανάλογα με το πώς αμείβονται) για κάθε 19 ημερολογιακές ημέρες διάρκειας της εργασιακής σχέσης.
Ακόμα και οι μισθωτοί που εργάστηκαν χρονικό διάστημα μικρότερο των 19ημέρων δικαιούνται ανάλογο κλάσμα από το Δώρο Χριστουγέννων. Σαν καταβαλλόμενος μισθός ή ημερομίσθιο είναι το σύνολο των τακτικών αποδοχών. Στη έννοια των τακτικών αποδοχών περιλαμβάνονται ο μισθός ή το ημερομίσθιο, καθώς και κάθε άλλη παροχή (σε χρήμα ή σε είδος, όπως τροφή, κατοικία κλπ.) εφόσον καταβάλλεται από τον εργοδότη σαν αντάλλαγμα της παρεχόμενης από τον μισθωτό εργασίας, τακτικά κάθε μήνα, ή κατ’ επανάληψη, περιοδικά, κατά ορισμένα διαστήματα του χρόνου.
Σημειώνεται ότι όλοι οι μισθωτοί που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας, σύμβαση αορίστου ή ορισμένου χρόνου σε οποιοδήποτε εργοδότη δικαιούνται Δώρο Χριστουγέννων.
Σημειώνεται πως, οι διατάξεις του θεσμικού πλαισίου για τα δώρα εορτών είναι δημοσίας τάξεως, με συνέπεια να μην επιτρέπεται και να είναι άκυρη κάθε αντίθετη ρητή ή σιωπηρή συμφωνία, καθώς και η παραίτηση του εργαζόμενου από την αξίωση καταβολής τους.
Για κάθε έναν πλήρη μήνα επιδότησης καταβάλλονται τρία (3) ημερήσια επιδόματα Δώρο Χριστουγέννων. Για επιδότηση όλο το προαναφερόμενο διάστημα καταβάλλονται είκοσι πέντε (25) ημερήσια επιδόματα. Αν δεν συμπληρωθεί πλήρης μήνας επιδότησης, δεν καταβάλλεται Δώρο Χριστουγέννων. Σε περίπτωση που το Δώρο Χριστουγέννων για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα δεν καταβληθεί έγκαιρα, οι εργαζόμενοι-ες ή/και τα σωματεία μπορούν και πρέπει να προσφύγουν στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, προκειμένου να συνταχθεί μηνυτήρια αναφορά.
Η μηνυτήρια αναφορά διαβιβάζεται στον Εισαγγελέα για την άσκηση ατομικής δίωξης σε βάρος του εργοδότη, ενώ, παράλληλα, διαβιβάζεται και στο οικείο αστυνομικό τμήμα για την κίνηση της αυτόφωρης διαδικασίας.
Οι εργαζόμενοι-ες ή και τα σωματεία τους έχουν το δικαίωμα να υποβάλουν μήνυση απευθείας στο αρμόδιο αστυνομικό τμήμα και να ζητήσουν την εφαρμογή της αυτόφωρης διαδικασίας.
Επισημαίνεται ότι στη μηνυτήρια αναφορά θα πρέπει να αναγράφονται τα στοιχεία της επιχείρησης και τα στοιχεία κατοικίας του εργοδότη, εάν αυτό είναι δυνατόν, δεδομένου ότι η διαδικασία του αυτοφώρου διαρκεί έως και 48 ώρες.
Σε κάθε περίπτωση μη καταβολής του Δώρου μέσα στην τασσόμενη προθεσμία, οι Επιθεωρητές Εργασίας έχουν υποχρέωση να επεμβαίνουν άμεσα, διενεργώντας ελέγχους και να βρίσκονται σε πλήρη ετοιμότητα για την άσκηση της διαδικασίας του αυτοφώρου και την επιβολή των σχετικών κυρώσεων.
Οι εργαζόμενοι-ες μπορούν να προβαίνουν σε επώνυμες ή ανώνυμες καταγγελίες στην ενιαία γραμμή εξυπηρέτησης 1555 ή στην ηλεκτρονική υπηρεσία υποβολής ανώνυμης καταγγελίας της Επιθεώρησης Εργασίας ή με αποστολή μηνύματος, μέσω ηλεκτρονικού ταχυδρομείου (e-mail), στο Τμήμα Επιθεώρησης του τόπου εργασίας τους.
Στις 6 Δεκεμβρίου 1925, για πρώτη φορά οι συνδικαλιστές διατύπωσαν το αίτημα για 13ο μισθό, ενώ δύο χρόνια αργότερα, στις 22 Δεκεμβρίου 1927, οι δημόσιοι υπάλληλοι απήργησαν με αίτημα την καταβολή ενός ολόκληρου μισθού για τις γιορτές των Χριστουγέννων. Μετά τον πόλεμο, με δυο αναγκαστικούς νόμους του 1944 και 1946 (τότε δεν υπήρχε Βουλή), καθιερώθηκαν οι έκτακτες ενισχύσεις, όπως ονομάστηκαν τα δώρα, οι οποίες συμπεριλήφθηκαν στο μισθό. Με αυτή τη νομοθετική ρύθμιση δινόταν το δικαίωμα στους αρμόδιους υπουργούς να καθορίζουν τους μισθούς, στους οποίους συμπεριλαμβάνονταν οι έκτακτες ενισχύσεις των Χριστουγέννων και του Πάσχα. Οι νόμοι 1777 και 1901 του 1951 επικύρωσαν την προηγούμενη νομοθετική πρωτοβουλία και όριζαν ότι «οι υπουργοί Οικονομικών και Εργασίας δύνανται δια κοινών αποφάσεων να προσδιορίζουν εκτάκτως οικονομικάς ενισχύσεις κατά τις εορτές Χριστουγέννων και Πάσχα εις χρήμα ή εις είδος».
Το καθεστώς αυτό θα ισχύσει έως το 1980, οπότε με το νόμο 1082 ρυθμίζεται οριστικά και για πάντα το ύψος και ο χρόνος καταβολής των δώρων εορτών και αδείας. Με τον ίδιο νόμο, το δώρο μετονομάζεται σε επίδομα. Στις 3 Μαρτίου 2010, η κυβέρνηση ανακοινώνει νέο πακέτο μέτρων για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης, στο οποίο περιλαμβάνεται και η περικοπή κατά 30% των επιδομάτων Πάσχα, Χριστουγέννων και αδείας στο Δημόσιο.
Μετά την είσοδο της χώρας στον αστερισμό των μνημονίων, ανακοινώνεται στις 2 Μαΐου 2010 η αντικατάσταση του 13ου και 14ου μισθού των δημοσίων υπαλλήλων με επίδομα 500 ευρώ, σε όλους όσοι οι αποδοχές φτάνουν μέχρι 3.000 ευρώ και πλήρη κατάργηση των δύο μισθών, για μεγαλύτερες αποδοχές. Για τους συνταξιούχους το επίδομα είναι 800 ευρώ για συντάξεις έως 2.500 ευρώ.
Στις 7 Νοεμβρίου 2012, με το Μεσοπρόθεσμο Πλαίσιο Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2013-2016, καταργήθηκαν ολοσχερώς τα επιδόματα Χριστουγέννων, Πάσχα και Αδείας για τους δημόσιους υπάλληλους και όλους τους συνταξιούχους. Η κατάργηση των δώρων στους εργαζόμενους του δημόσιου τομέα και τους συνταξιούχους, υπήρξε ένα άδικο μέτρο που αποδίδεται στην οικονομική κρίση, στην ” πτώχευση” και στα μνημόνια και θα πρέπει να θεσμοθετηθεί η επαναφορά των δώρων στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους. Οι συγκεκριμένοι εργαζόμενοι ή συνταξιούχοι ( δημοσίου κλπ) είχαν προγραμματίσει την ζωή τους , με βάση τα οικονομικά αυτά δεδομένα που εφαρμόζονταν επί δεκαετίες και αδίκως όλα ανατράπηκαν , όλα άλλαξαν σε μία ημέρα επί το δυσμενέστερον( ενώ για παράδειγμα είχαν λάβει δάνεια ή τα παιδιά τους σπούδαζαν μακριά ).
Πλήρωσαν την οικονομική κρίση της χώρας μας , ενώ δεν έχουν σχέση με την αιτία που προκάλεσε την κρίση , δεν είναι συνυπεύθυνοι . Αιτία ήταν η κακοδιαχείριση, η έλλειψη αξιολόγησης και οι άσκοπες σπατάλες σε κάποιες περιπτώσεις από τους διοικούντες , από αυτούς που ελάμβαναν αποφάσεις και όχι από αυτούς που τις εφάρμοζαν . Ταυτόχρονα, οι εργαζόμενοι του Ιδιωτικού τομέα, είναι διαχρονικά αδικημένοι, καθώς πολλοί υπόσχονται ότι οι μισθοί τους, θα προσεγγίσουν τους ευρωπαϊκούς μισθούς ( τον κατώτατο μισθό των ευρωπαϊκών προηγμένων κρατών), αλλά ακόμα αναμένουν την υλοποίηση των ως άνω υποσχέσεων και την ουσιαστική ενίσχυση του σώματος επιθεώρησης εργασίας.
Οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, εδώ και δεκαετίες αισθάνονται ανασφάλεια λόγω ανυπαρξίας μονιμότητας στην θέση τους και εξαιτίας λιγότερων προνομίων. Απογοητεύονται όταν βλέπουν την Επιθεώρηση Εργασίας σε ρόλο διαμεσολαβητή και όχι εφαρμοστή των υποχρεωτικών Νόμων του Κρατους. Σε πολλές περιπτώσεις βέβαια, εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα, αποκομίζουν μέσα από διαρκή αγώνα, περισσότερα οικονομικά οφέλη- εισοδήματα σε σχέση με τον σταθερό μισθό του δημοσίου τομέα. Για πολλά χρόνια τώρα, υπήρχε έντονα η αντίληψη ότι η ασφάλεια που παρέχει ο Δημόσιος τομέας εργασίας ήταν επαρκής, ώστε να κάνει κάποιους από τους εκεί απασχολούμενους , να συμπεριφέρονται με απρέπεια στον πολίτη ή να μην εξυπηρετούν – διευκολύνουν ως οφείλουν τον πολίτη.
Η αντίληψη αυτή συνεπικουρήθηκε για πολλές δεκαετίες από ένα συντεχνιακό και ανορθόδοξο πολιτικό σύστημα που οδήγησε νομοτελειακά στην πρόσφατη οικονομική κρίση που ζήσαμε , με συνέπειες για όλους τους πολίτες. Συνοδεύτηκε επίσης από μία κυρίαρχη ιδεολογία και ένα κώδικα συμπεριφοράς σύμφωνα με τον οποίο ο πολίτης διδάχθηκε να βλέπει στον ευρύτερο δημόσιο τομέα την λύση όλων των προβλημάτων του και από μία κρατικοδίαιτη, αδιαφανή επιχειρηματικότητα που εναγκαλιζόμενη τις παραφυάδες της εξουσίας, εμεγαλούργησε προς ίδιον όφελος. Οι διαχρονικές παθογένειες του συστήματος και οι άσκοπες σπατάλες που οδήγησαν στην οικονομική κρίση και στα μνημόνια, δεν θα πρέπει να επαναληφθούν, αλλά ο εργαζόμενος αξίζει πολλά περισσότερα . Όταν θέλουμε να λεγόμαστε σύγχρονη ευρωπαϊκή χώρα με ό,τι αυτό σημαίνει, πρέπει να το αποδεικνύουμε και στην πράξη.
