Κι ενώ ανήκω στη συντριπτική πλειοψηφία του ελληνικού λαού που έχει έντονη την τάση να αισιοδοξήσει και να εμπνευσθεί στην καθημερινότητά του από την πρωτιά, που επιτέλους αποκτά ο πολίτης στις κυβερνητικές επιλογές μέσω της διαδικασίας για την πραγματοποίηση του οράματος του αυτονόητου, που ήδη έχει ξεκινήσει, συνεχώς πάνε να μου φρενάρουν τη χαρά κάτι αμετανόητοι και αυτόκλητοι διαμορφωτές της ελληνικής κοινής γνώμης, καθώς και ορισμένοι δυσαρεστημένοι αυλοκόλακες πρώην ισχυρών πολιτικών ανδρών, που κακά τα ψέματα πλούτισαν για τα καλά όλα αυτά τα χρόνια, αποδεχόμενοι τις γνωστές αντιλήψεις περί ημετέρων και μη (αρκεί και οι “μη ημέτεροι” να τάσσονταν αδιαμαρτύρητα στην υπηρεσία τους – δεν ξέρω αν με εννοείτε) ώστε να χρησιμεύουν ως βολικό πρόσχημα ότι δήθεν ουδείς διώκεται από το ανοίκειο κομματικό στρατόπεδο που βρισκόταν κάθε φορά στην εξουσία. Εξαργύρωναν μια εντελώς θεωρητική και ανέξοδη διατήρηση κάποιας δήθεν διαφορετικής ιδεολογίας με το να σιωπούν και να κάνουν τη δουλειά τους, υπηρετώντας και εφαρμόζοντας ο καθένας από το δικό του μετερίζι αποτυχημένες κυβερνητικές επιλογές που μας έστειλαν ως χώρα στο ανάθεμα, μετατρέποντας τη δημοκρατία σε μια καλοψημένη μπριτζόλα για τα δόντια αρπαχτικών, ανεξαρτήτως μεγέθους και χρώματος.
Πρώτοι απ’ όλους οι βουλευτές που όλα αυτά τα χρόνια ψήφιζαν δήθεν κατά συνείδηση τα νομοσχέδια που έστελνε η κυβέρνηση προς ψήφιση. Η συνείδηση των βουλευτών είχε γίνει η ασυνειδησία των κυβερνήσεων αφού ήταν για όλους κοινός τόπος η μη πραγματική διάκριση της εκτελεστικής από τη νομοθετική εξουσία.
Οι τροπολογίες της… νύχτας έδιναν κι έπαιρναν. Όλα αυτά ήταν γνωστά και αυτονόητα κι ήταν γι αυτό αυτονόητο ότι όποιος βουλευτής διαφωνούσε ανοιχτά και μάλιστα μέρα με σημεία, άρθρα, διατάξεις νομοσχεδίων που έρχονταν στη Βουλή χαρακτηριζόταν αντάρτης που εξυπηρετούσε κρυφές σκοπιμότητες εις βάρος του κόμματος ή της κυβέρνησής του. Τώρα τα νομοσχέδια θα συνδιαμορφώνονται, είπε ο Γιώργος Παπανδρέου, με εξαντλητικό διάλογο ανάμεσα σε βουλευτές και υπουργούς και αυτή την βαρύνουσα αποστολή θα έχουν οι Επιτροπές ώστε να καταστεί ουσιαστική η διάκριση των εξουσιών της Δημοκρατίας και η Βουλή πραγματικά να είναι το ανώτατο όργανό της. Εάν πρώτα δεν αναβαθμιστεί η συνείδηση των εκπροσώπων του έθνους, πώς περιμένει κανείς να αλλάξουν οι αντιλήψεις ενός ολόκληρου λαού που είτε εργάζεται στον δημόσιο τομέα είτε στον ιδιωτικό είτε αναζητά εργασία έχει εμπεδώσει ότι δίχως μπάρμπα στη Κορώνη δεν πρόκειται να κατορθώσει και πολλά; «Δούλεψε να φας και κλέψε να ’χεις» τον έχουν μάθει τον Έλληνα κι αυτός με τη σειρά του περνάει την ίδια αντίληψη στους αλλοδαπούς. Η ανακύκλωση της διαφθοράς είναι η μόνη ανακύκλωση που έχει εμπεδωθεί και είναι η μόνη που πρέπει να καταργηθεί. Αντί λοιπόν να κοιτάζουν με μισό μάτι τις πρωτόγνωρες ενέργειες του νέου πρωθυπουργού να μετατρέψει το ανάλγητο κράτος σε κράτος δικαίου και να υπονομεύουν έτσι την ισχυρή λαϊκή εντολή για αλλαγή θεσμών και αντιλήψεων, δηλαδή να αντικρούουν όσα τόσα χρόνια τάχα θα έκαναν όλοι αυτοί αν ήταν πρωθυπουργοί για μια μέρα, ας μάθουν να έχουν φωνή και άποψη που να μη φοβούνται να τη διατυπώνουν ανοιχτά γιατί αυτό σημαίνει συμμετοχή. Κι ενώ στο παρελθόν, αλίμονο σε όποιον τολμούσε να δυσαρεστήσει υπουργούς και βουλευτές, σήμερα ανοίγεται ένα παράθυρο ευκαιρίας να θυμηθούν όλοι από την αρχή ποιος καλείται να υπηρετήσει ποιον και για ποιο σκοπό. Ας μη το κλείσουμε το παράθυρο κι ας ανοίξουμε και την πόρτα γιατί υπάρχουν ανά την Ελλάδα κάτι αντιδήμαρχοι, για παράδειγμα, που όχι μόνο δεν ανέχονται υποδείξεις από τους πολίτες αλλά κι όταν τους κάνουν τη χάρη να τους δεχτούν για παράπονα και τους παραζαλίσουνε, σηκώνονται πάνω δείχνουνε τα καράβια τους στο λιμάνι και λένε: «Ξέρεις ποιος είμαι εγώ;». Έ, κύριε Τσόκο;…