Η αλλαγή στο κλίμα από βρετανικής πλευράς είναι δεδομένη, βρισκόμαστε όμως όντως κοντά σε μία βιώσιμη λύση; Το Βρετανικό Μουσείο, η βρετανική κυβέρνηση και ένα «μπαλάκι ευθυνών».
Τα γλυπτά ή μάρμαρα του Παρθενώνα, γνωστά και ως… τα Ελγίνεια… Όπως και να τα ονομάσει κάποιος, το μακροχρόνιο ζήτημα της επιστροφής τους από το Λονδίνο στην Αθήνα είναι ένα αγκάθι στις ελληνοβρετανικές σχέσεις. Εδώ και δεκαετίες το ζήτημα παραμένει επίκαιρο, καθώς απασχολεί την ευρύτερη κοινή γνώμη, ενώ τον τελευταίο χρόνο απασχόλησε εντονότερα και τα βρετανικά μέσα. Τι συνέβη όμως την χρονιά που μας πέρασε;
Από την αρχή του 2022 και συγκεκριμένα στις 11 Ιανουαρίου οι Times του Λονδίνου αλλάζουν άρδην την άποψή τους περί μίας ενδεχόμενης επανένωσης. Το βασικό άρθρο της ημέρας τιτλοφορείται με λέξεις όπως «ένωση» και «υποχρεωτική», ενώ στη συνέχεια το γράφουν και ξεκάθαρα: «Τα Γλυπτά ανήκουν στην Αθήνα. Πρέπει τώρα να γυρίσουν».
Πρόκειται για μια αλλαγή στάσης μετά από 50 χρόνια. Την χρονιά αυτή ακολούθησαν πολλά ακόμα άρθρα, όπως στην Telegraph και τον Guardian με απόψεις είτε υπέρ είτε κατά της επανένωσης των Γλυπτών.
Οι προτάσεις που έχουν τεθεί επί τάπητος
Το καλοκαίρι ο υποδιευθυντής του Βρετανικού Μουσείου Τζόναθαν Γούιλιαμς έκανε λόγο για μια «συνεργασία του Παρθενώνα», προσθέτοντας μάλιστα ότι «θέλουμε να αλλάξουμε την ένταση του διαλόγου». Για πρώτη φορά ακούγεται η πρόταση της ελληνικής πλευράς να δανείζει στο Βρετανικό Μουσείο άλλα σπουδαία ελληνικά αρχαιολογικά έργα με αντάλλαγμα τα Γλυπτά, όπως «Η μάσκα του Αγαμέμνονα», «Ο μικρός ιππέας του Αρτεμισίου» και «το Παιδί του Κριτίου».
Και οι προτάσεις για να επιστραφούν τα Μάρμαρα στην Αθήνα δεν σταματούν εδώ… Μόλις τον Οκτώβριο το Ινστιτούτο ψηφιακής Αρχαιολογίας (Institute for Digital Archaeology) με έδρα την Οξφόρδη δημιούργησε πιστά αντίγραφα μέσω 3D τεχνολογίας, παρουσιάζοντάς τα ως μία βιώσιμη λύση για το Βρετανικό Μουσείο. Βέβαια, αν και η ελληνική πλευρά χαιρέτησε την κίνηση, το Μουσείο την απέρριψε ασυζητητί.
Κρυφές συναντήσεις και παρασκήνιο
Το μεγαλύτερο όμως ενδιαφέρον έχει ίσως η στάση του προέδρου του μουσείου Τζόρτζ Όσμπορν, ο οποίος δήλωσε φέτος το καλοκαίρι στο βρετανικό ραδιόφωνο LBC ότι «υπάρχει μια συμφωνία που πρέπει να κλείσει». Αυτόν τον μήνα μάλιστα έγινε γνωστό ότι ο ίδιος είχε κρυφές συναντήσεις με τον Έλληνα πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, Νίκο Δένδια και Γιώργο Γεραπετρίτη, από πέρυσι τον Νοέμβριο του 2021, με ελληνικές πηγές να κάνουν λόγο ότι απομένει ένα 10% για να κλείσει η συμφωνία της επιστροφής.
Αυτό το 10% όμως είναι ήδη γνωστό ότι κρύβει την λέξη «δανεισμό». Η βασική απαίτηση του Βρετανικού Μουσείου είναι η ελληνική πλευρά να αναγνωρίσει τη βρετανική κυριότητα των Γλυπτών επικαλούμενη δεσμευτική νομοθεσία. Έτσι πετάει το μπαλάκι ευθυνών στη βρετανική κυβέρνηση κάτι που δε βοηθάει την κατάσταση… ή καλύτερα εξυπηρετεί τη βρετανική πλευρά και δυσκολεύει την ελληνική.
Ο Ρίσι Σούνακ όπως και οι προκάτοχοί του δε φαίνεται να έχει την πρόθεση να αλλάξει τη βρετανική νομοθεσία, δίνοντας με τον τρόπο αυτό απόλυτα τη δικαιοδοσία στο μουσείο να παραχωρεί ότι θέλει από την συλλογή του. Η υπουργός Πολιτισμού της Βρετανίας Μισέλ Ντόνελαν δήλωσε μάλιστα το Δεκέμβριο ότι η επιστροφή των Μαρμάρων είναι «ένας επικίνδυνος και ολισθηρός δρόμος», υπό τον φόβο ότι το Μουσείο θα «στριμωχτεί στη γωνία» από ένα ολόκληρο κύμα διεκδικήσεων και άλλων χωρών.
Παράλληλα όμως, ο μακροβιότερος Βρετανός υπουργός Πολιτισμού Λόρδος Βέιζι (2010-2016) έγινε φέτος ο επικεφαλής του οργανισμού «The Parthenon Project». Ο ίδιος είχε εκφράσει την άποψη ότι η βρετανική κυβέρνηση «πρέπει να επιστρέψει τα Γλυπτά». Άρα λοιπόν το κλίμα έχει πράγματι αλλάξει… Όμως το πόσο κοντά είμαστε σε μια μόνιμη και αδιαμφισβήτητη επανένωση παραμένει άγνωστο.
Πηγή: DW