Μία πολύ περίεργη και με δραματικές διαστάσεις ιστορία έχει εκτυλιχθεί γύρω από την αυτοκτονία του νευροχειρουργού Δημήτρη Αγγελιδάκη.
Εξ όσων συνάγονται τόσο από το περιβάλλον του κατηγόρου, Γιώργου Αλβέρτη, γαμπρού του Μιλτιάδη Έβερτ, που υπέστη την ανήκεστο βλάβη μετά από χειρουργική επέμβαση στον εγκέφαλο, όσο και από το περιβάλλον της οικογένειας Αγγελιδάκη και του προσωπικού της «Ευρωκλινικής» όπου χειρουργήθηκε ο μηνυτής, τα πράγματα είναι εντελώς διαφορετικά.
Η μήνυση που κατετέθη εκ μέρους του Γιώργου Αλβέρτη για το μοιραίο για την υγεία του ιατρικό σφάλμα βάλλει κατά τριών ιατρών. Του καθηγητή Δημήτρη Ρολόγη, του Δημήτρη Αγγελιδάκη και του Αθανάσιου Γρίβα, και οι τρεις νευροχειρουργοί.
Όπως προκύπτει από τη μήνυση του Γιώργου Αλβέρτη, ο κ. Ρολόγης ήταν παρών κατά τη χειρουργική επέμβαση και ήταν ο ίδιος που ενημέρωσε την οικογένεια του ασθενούς μετά το πέρας της επέμβασης που διήρκησε 8 ώρες.
Γνωστοί Έλληνες ιατροί, στελέχη της Ευρωκλινικής, στελέχη του ιδιωτικού θεραπευτηρίου, στο οποίο ο κ. Ρολόγης ήταν μέτοχος και διευθυντικό στέλεχος, καθώς και άτομα του περιβάλλοντος της οικογενείας του ασθενούς υποστηρίζουν πως ο κ. Ρολόγης δεν είχε το δικαίωμα να χειρουργεί στην «Ευρωκλινική», αλλά παρόλα αυτά συνέχιζε να συνεργάζεται.
Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, και οι τρεις ιατροί που ήταν παρόντες ευθύνονται για την τραγική κατάληξη της χειρουργικής επέμβασης και την ανήκεστο βλάβη που υπέστη ο ασθενής. Εντούτοις, το νέο στοιχείο που συνάγεται από τα δεδομένα είναι πως ο Δημήτρης Αγγελιδάκης δεν ήταν ο μόνος και κύριος υπεύθυνος. Ο Αγγελιδάκης αυτοκτόνησε. Τα υπόλοιπα αφορούν στα μέλη της ιατρικής συντεχνίας στην Αθήνα που φυλάγουν καλά τα μυστικά του, ακολουθώντας τον κώδικα της Ομερτά.
«Έπραξα εις το ακέραιο το καθήκον μου και δεν με βαρύνει η παραμικρή αμέλεια», γράφει στο υπόμνημα που κατέθεσε στην πταισματοδίκη, λίγες ώρες πριν θέσει τέλος στη ζωή του, ο ιατρός – νευροχειρουργός Δημήτρης Αγγελιδάκης. Αρνούμενος κατηγορηματικά ότι ευθύνεται για την εξέλιξη της υγείας του γαμπρού του Μιλτιάδη Έβερτ, Γεώργιου-Λαυρέντιου Αλβέρτη, και για οποιαδήποτε αμέλεια του καταλογίζεται, ο Δημήτρης Αγγελιδάκης, προσερχόμενος να δώσει εξηγήσεις στην 12η πταισματοδίκη, χθες το μεσημέρι, τόνισε πως ενήργησε σύμφωνα με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Μάλιστα, στο υπόμνημά του επαναλαμβάνει πως ο ίδιος ήταν βοηθός του αναπληρωτή καθηγητή Νευροχειρουργικής, Δημήτρη Ρολόγη, στις χειρουργικές επεμβάσεις που έγιναν στον Γιώργο Αλβέρτη και ζητεί να προσκομιστούν όλες οι ιατρικές εξετάσεις του, καθώς, όπως υποστηρίζει, είναι αθώος.
Στην αθωότητά τους, όμως, επιμένουν και οι άλλοι δύο γιατροί που χειρούργησαν το 44χρονο γαμπρό του Μιλτιάδη Έβερτ, οι οποίοι κλήθηκαν, όπως και ο Αγγελιδάκης, να δώσουν εξηγήσεις για σωματική βλάβη από αμέλεια παρ’ υποχρέω. Ο νευροχειρουργός Δημήτρης Ρολόγης αναφέρει στο υπόμνημά του πως είναι απολύτως αβάσιμη οποιαδήποτε υπόνοια υπαιτιότητάς του. Στην ίδια γραμμή κινείται και ο νευροχειρουργός Αθανάσιος Γρίβας, ο οποίος, ωστόσο, αναφέρει πως συμμετείχε στις χειρουργικές επεμβάσεις ως δεύτερος βοηθός, εκτελώντας τις εντολές του κ. Ρολόγη και δεν ήταν ο θεράπων ιατρός του.
Βαριές ευθύνες, όμως, στους γιατρούς, μεταξύ των οποίων και ο Δημήτρης Αγγελιδάκης, που ήταν διευθυντής της Α Νευροχειρουργικής Κλινικής στην «Ευρωκλινική Αθηνών», καταλογίζει ο Γιώργος Αλβέρτης στη μήνυση που κατέθεσε, στις 21 Δεκεμβρίου και τους κατηγορεί για εγκληματική αμέλεια. Είναι 44 ετών σήμερα και, όπως τονίζει στη μήνυσή του, οι εγκεφαλικές βλάβες που έχει πλέον υποστεί θεωρούνται μόνιμες και η ζωή η δική του αλλά και της οικογένειάς του είναι ένα διαρκές μαρτύριο. Όλα ξεκίνησαν ύστερα από την επέμβαση για την αφαίρεση εγκεφαλικής κύστης, στην οποία υποβλήθηκε από τους τρεις γιατρούς στην «Ευρωκλινική Αθηνών» τον Ιανουάριο του 2005.
Όπως αναφέρει στη μήνυσή του, η αμέλεια που έδειξαν οι γιατροί στη μετεγχειρητική του πορεία και η μη έγκαιρη αντιμετώπιση των επιπλοκών που παρουσιάστηκαν μετά την επέμβαση έγιναν αιτία να υποστεί ισχαιμικές αλλοιώσεις, εξαιτίας των οποίων αντιμετωπίζει σοβαρές εγκεφαλικές δυσλειτουργίες. Σύμφωνα με τους γιατρούς στους οποίους απευθύνθηκε στη συνέχεια, οι βλάβες αυτές είναι μόνιμες και, ακόμη κι αν υπάρξει βελτίωση, αυτή θα είναι μικρής έκτασης και όχι σε τέτοιο βαθμό, ώστε να επανέλθει στην κατάσταση που ήταν πριν από την επέμβαση. Ανίκανος να εργαστεί, ακόμη και να αυτοεξυπηρετηθεί, παρουσιάζει προβλήματα μνήμης, συγκέντρωσης, επικοινωνίας, αλλά και περιορισμένη δυνατότητα άρθρωσης και ομιλίας.
«Το χειρότερο, ίσως, είναι ότι αδυνατώ να προσφέρω τη στοιχειώδη πνευματική στήριξη και διαπαιδαγώγηση στον υιό μου (10 ετών), ο οποίος με γνώρισε ως «κανονικό» πατέρα τα πέντε μόνο χρόνια της ζωής του και τώρα με κοιτάει με θλίψη και απορία», τονίζει.
Υποχρεωμένος να υποβάλλεται πλέον σε λογοθεραπείες και φυσιοθεραπείες, περιγράφει την καθημερινότητά του: «Αδυνατώ να αυτοεξυπηρετούμαι, ενώ ακόμη και για απλές ενέργειες καθημερινών αναγκών χρειάζομαι υποστήριξη και φροντίδα… Χρειάζομαι συνεχή παρακίνηση με απλές «παιδικές» συζητήσεις, ώστε να μη χάνω τη δυνατότητα αντίληψης του περιβάλλοντος. Συχνά «κολλάει» το μυαλό μου και επαναλαμβάνω τις ίδιες λέξεις. Η δυνατότητα άρθρωσης και ομιλίας μου είναι περιορισμένη και κατά διαστήματα ομοιάζει με ενός μικρού παιδιού».
Η τραγική ειρωνεία είναι, όπως αναφέρει, πως οι γιατροί τον είχαν διαβεβαιώσει ότι, έναν μήνα μετά την επέμβαση, θα επέστρεφε στη δουλειά του και ότι υπήρχαν ελάχιστα ποσοστά αποτυχίας.