Σύνταξη-Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Ο κολοσσός της τεχνολογίας έχει εκφράσει τη φιλοδοξία του να μεταμορφώσει την εκπαίδευση χρησιμοποιώντας τεχνητή νοημοσύνη, προκαλώντας νέα ηθικά ερωτήματα.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Όταν ο διευθύνων σύμβουλος της Google, Sundar Pichai, μίλησε στο ετήσιο συνέδριο προγραμματιστών I/O,  στις 18 Μαΐου 2021, έκανε δύο ανακοινώσεις που υποδηλώνουν ότι η Google είναι πλέον ο πιο ισχυρός οργανισμός στον κόσμο στον τομέα της εκπαίδευσης. Ανοίγοντας τη βασική ομιλία του, που μεταδιδόταν ζωντανά, από τους κήπους του Πανεπιστημίου Mountain View, ο Pichai ανακοίνωσε με χαρά ότι η Google κατάφερε να «βοηθήσει μαθητές και καθηγητές να συνεχίσουν να μαθαίνουν από οπουδήποτε» κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Λίγα λεπτά αργότερα, παρουσίασε την νέα πλατφόρμα γλωσσών AI της Google, ένα κεντρικό μέρος της μακροπρόθεσμης στρατηγικής AI της εταιρείας, με ένα συγκεκριμένο παράδειγμα χρήσης της στην εκπαίδευση. Ισχυρίστηκε ότι το LaMDA (γλωσσικό μοντέλο για εφαρμογές διαλόγου), θα μπορούσε να επιτρέψει στους μαθητές να κάνουν ερωτήσεις στη μητρική τους γλώσσα και να λάβουν λογικές, πραγματικές και ενδιαφέρουσες απαντήσεις σε μορφή συνομιλίας.

«Έτσι, αν για παράδειγμα, ένας μαθητής ήθελε να ανακαλύψει περισσότερα για το διάστημα» έγραψε ο Pichai στο blog της εταιρείας «το μοντέλο θα έδινε λογικές απαντήσεις, κάνοντας τη μάθηση ακόμα πιο διασκεδαστική και ελκυστική. Εάν στη συνέχεια, ήθελε να μεταβεί σε ένα διαφορετικό θέμα» πρόσθεσε «το LaMDA θα μπορούσε να συνεχίσει τη συζήτηση αδιάλειπτα». Στα σχέδια της εταιρείας είναι να ενσωματώσει το LaMDA στη σουίτα Workspace της υπολογιστικής εργαλειοθήκης cloud, στο λογισμικό και άλλα προϊόντα της.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Αυτές οι διακηρύξεις δείχνουν ότι η Google σχεδιάζει να προωθήσει την επιχειρηματική της δραστηριότητα στην εκπαίδευση, μετά την αναστάτωση που προκάλεσε ο κορωνοϊός, εμπεδώνοντας την τεράστια ανάπτυξη των πλατφορμών της στα σχολεία και ενσωματώνοντας την τεχνητή νοημοσύνη στη διδασκαλία και τη μάθηση. Αυτό δημιουργεί νέες ανησυχίες μεταξύ των υπερασπιστών απορρήτου και των ερευνητών, διότι δίνει στην Google πρόσβαση σε δεδομένα σχετικά με μαθητές και σχολεία σε διεθνή κλίμακα.

Με τα σχολεία να ανοίγουν σιγά σιγά σε όλο τον κόσμο, η Google εργάστηκε σκληρά για να διασφαλίσει τα μεγάλα κέρδη της αγοράς που πραγματοποίησε το 2020, να τα διατηρήσει και να τα ενισχύσει, καθώς οι μαθητές επιστρέφουν σε φυσικές και όχι εικονικές αίθουσες διδασκαλίας. Με τον αριθμό χρηστών της ψηφιακής πλατφόρμας εκμάθησης, το Google Classroom, να ανέρχεται σε 150 εκατομμύρια από 40 εκατομμύρια μόλις πριν από έναν χρόνο, ανακοίνωσε έναν νέο «οδικό χάρτη» για την πλατφόρμα στις αρχές του 2021.

«Καθώς όλο και περισσότεροι εκπαιδευτικοί χρησιμοποιούν το Classroom ως “κόμβο” της μάθησης κατά τη διάρκεια της πανδημίας, πολλά σχολεία το χρησιμοποιούν ήδη, ως το σύστημα διαχείρισης μάθησης (LMS)» έγραψε ο διευθυντής προγράμματος του Classroom. «Ενώ δεν σκοπεύαμε να δημιουργήσουμε ένα LMS, το Classroom δεσμεύεται να ανταποκριθεί στις εξελισσόμενες ανάγκες των σχολείων» συμπλήρωσε.

Ο οδικός χάρτης για το Classroom ως σχολικό LMS ήταν ένα μόνο σχέδιο που εκπονήθηκε στην ετήσια διάσκεψη Learning with Google, το οποίο περιλάμβανε επίσης την κυκλοφορία 40 νέων μοντέλων φορητού υπολογιστή Chromebook παράλληλα με αναβαθμίσεις λειτουργιών στα εκπαιδευτικά προϊόντα της. Αυτές οι εξελίξεις δείχνουν μια συνεχιζόμενη στρατηγική επέκτασης που ακολουθεί η Google στην εκπαίδευση εδώ και 15 χρόνια, από τότε που κυκλοφόρησε το δωρεάν λογισμικό της για εκπαίδευση το 2006 και τα Chromebook χαμηλού κόστους το 2011. Η ανταγωνιστική της θέση τόσο στο σχολικό υλικό όσο και στο λογισμικό προχώρησε σημαντικά κατά τη διάρκεια της πανδημίας.

Η σταθερή επέκταση της εμβέλειας της Google στην εκπαίδευση ήταν πάντα εξαιρετικά αμφιλεγόμενη. Πριν από πέντε χρόνια, ο μη κερδοσκοπικός οργανισμός ψηφιακών ελευθεριών, το Electronic Frontier Foundation υπέβαλε επίσημη καταγγελία στην Ομοσπονδιακή Επιτροπή Εμπορίου εναντίον της Google για τη συλλογή και την εξόρυξη δεδομένων προσωπικών πληροφοριών μαθητών από το Chromebook και τα Google Apps for Education (από τότε μετονομάστηκε σε Workspace for Education), χωρίς άδεια ή επιλογής άρνησης. Ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Boras στη Σουηδία τόνισαν πώς η πολιτική απορρήτου των Google Apps for Education μεταμφιέζει το επιχειρηματικό της μοντέλο, καθιστώντας σχεδόν αδύνατο να εξακριβώσει κανείς ποια δεδομένα των μαθητών συνέλεξε και πως τα χρησιμοποιεί η Google.

Η εξόρυξη δεδομένων από την Google στην εκπαίδευση έχει καταστεί από πολλού, αντικείμενο αμφισβήτησης. Τον Φεβρουάριο του 2020, ο γενικός εισαγγελέας του Νέου Μεξικού στις ΗΠΑ υπέβαλε αγωγή κατά της Google ισχυριζόμενος ότι παραβιάζει το απόρρητο των φοιτητών που χρησιμοποιούν το Chromebook και το λογισμικό της, κατά παράβαση τόσο του ομοσπονδιακού νόμου όσο και της υπόσχεσης απορρήτου την οποία η ίδια έχει υπογράψει. Σύμφωνα με τον Γενικό Εισαγγελέα, η Google είχε δεσμευτεί να συλλέξει, να διατηρήσει, να χρησιμοποιήσει και να μοιραστεί δεδομένα μαθητών, ρητά για εκπαιδευτικούς λόγους, αλλά συνέχισε να τα χρησιμοποιεί για εμπορικούς σκοπούς.

Παρά ταύτα, η Google εξακολούθησε να επεκτείνεται στα εκπαιδευτικά συστήματα παγκοσμίως, συχνά με την υποστήριξη πολιτειακών ή εθνικών υπηρεσιών εκπαίδευσης και διεθνών οργανισμών όπως ο ΟΟΣΑ.

Οι αντιπαραθέσεις σχετικά με τη συλλογή και την κοινή χρήση δεδομένων είναι πιθανό να ενταθούν με την επέκταση του Classroom. Έρευνα που δημοσιεύτηκε από μια ομάδα πανεπιστημίων στην Αυστραλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, επισήμανε τον τρόπο με τον οποίο εκατοντάδες εξωτερικοί πάροχοι τεχνολογίας εκπαίδευσης ενσωματώνονται στο Classroom, επιτρέποντας ενδεχομένως στην Google να επεκτείνει τις πρακτικές συλλογής δεδομένων μέσα από την πλατφόρμα. Ο οδικός χάρτης του Classroom επιβεβαιώνει το σχέδιό της Google να επεκτείνει αυτές τις ενσωματώσεις, μέσω μιας «αγοράς πρόσθετων εφαρμογών», που οι καθηγητές μπορούν στη συνέχεια να εκχωρούν στους μαθητές χωρίς αυτοί να χρειάζεται να κάνουν log-in. Αυτό καθιστά το Classroom την κύρια πύλη πρόσβασης των μαθητών σε άλλα μέσα εκτός Google.

Αυτές οι εξελίξεις παρέχουν στην Google εξαιρετική δύναμη ελέγχου στον κλάδο της τεχνολογίας της εκπαίδευσης, καθώς θέτει τους κανόνες για την ενσωμάτωση άλλων τρίτων παρόχων στο Classroom και για την ανταλλαγή δεδομένων μεταξύ τους. Στο νέο ρόλο του ως LMS, το Classroom μπορεί ακόμη και να ενσωματωθεί με τα υπάρχοντα σχολικά συστήματα πληροφοριών, ενεργώντας ως βασική διεπαφή μεταξύ του σχολείου και των αρχείων των μαθητών του.

Η επέκταση του Classroom και οι ενοποιήσεις, της δίνουν προτεραιότητα σε ένα συγκεκριμένο μοντέλο εκπαίδευσης που βασίζεται στη συνεχή συλλογή και ανταλλαγή δεδομένων μαθητών σε διάφορες πλατφόρμες μέσω του Google Cloud. Η διάκριση μεταξύ εμπορικού και εκπαιδευτικού σκοπού είναι όλο και πιο δύσκολο να εντοπιστεί σε αυτές τις εξελίξεις. Το επιχειρηματικό μοντέλο εξαγωγής δεδομένων της Google έχει γίνει συμμετρικό και υποστηρικτικό της ψηφιακής προσέγγισης στη διδασκαλία και τη μάθηση που η ίδια η Google βοήθησε να καθιερωθεί ως ένα παγκόσμιο μοντέλο για το μέλλον της σχολικής εκπαίδευσης.

Φαίνεται πλέον πιθανό πως η Google θα προωθήσει τη νέα λειτουργικότητα της AI στα σχολεία. Η εκπαίδευση δεν είναι ο μόνος τομέας της κοινωνίας που θα επηρεαστεί από την διεπαφή της συνομιλητικής AI της Google – ωστόσο, όπως έγινε σαφές από την ανακοίνωση του Sundar Pichai, η εκπαίδευση είναι μια από τις πιο προφανείς περιπτώσεις χρήσης τέτοιων τεχνολογιών.

Οι τεχνολογίες γλωσσικών μοντέλων είναι από τις πιο αμφισβητούμενες πρόσφατες εξελίξεις της Google. Στα τέλη του περασμένου έτους, μια ομάδα ερευνητών, συμπεριλαμβανομένων των δύο συνεργατών της ομάδας Ethical AI στην ίδια την Google, δημοσίευσε ένα ερευνητικό άρθρο που ισχυρίζεται ότι βλαπτικές ιδέες, προκαταλήψεις και παραπλανητικές πληροφορίες ενσωματώνονται σε αυτά τα μοντέλα. Στη συνέχεια, η Google απέλυσε τους συγγραφείς της ομάδας Ethical AI, οδηγώντας σε μια γενικευμένη καταδίκη και σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τις μακροπρόθεσμες ηθικές επιπτώσεις της στρατηγικής της για την AI.

Αυτό εγείρει το ανησυχητικό ερώτημα του κατά πόσο η εγκατάσταση τεχνολογιών AI γλώσσας της Google σε εκπαιδευτικά προϊόντα μπορεί να αναπαράγει προκαταλήψεις και παραπληροφόρηση μέσα στα ιδρύματα της σχολικής εκπαίδευσης. Στην παρουσίαση του, ο Pichai υποστήριξε ότι η περαιτέρω μετεξέλιξη του LaMDA θα διασφαλίσει πως «η δικαιοσύνη, η ακρίβεια, η ασφάλεια και το απόρρητο» θα αποτελούν συστατικά του πριν από την πλήρη ανάπτυξη του συστήματος, αν και η απόλυση των ειδικών της στο Ethical AI εξασθενεί την αξιοπιστία αυτών των ισχυρισμών.

Σύμφωνα με τους συγγραφείς ενός νέου ερευνητικού άρθρου, «Don’t Be Evil: Should We Use Google in Schools?», η εταιρεία θα πρέπει να υποβληθεί σε πολύ μεγαλύτερο έλεγχο πριν από οποιαδήποτε περαιτέρω επέκταση στην εκπαίδευση. Χρησιμοποιώντας μια μέθοδο «τεχνο-ηθικού ελέγχου», η ερευνητική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Βόρειου Τέξας διαπίστωσε ότι: «Η Google εξάγει προσωπικά δεδομένα από φοιτητές και παρακάμπτει νόμους που τους προστατεύουν, στοχεύει σε κέρδη, συσκοτίζει τις προθέσεις της εταιρείας μέσα από το περίπλοκο και δυσνόητο Terms of Service, προτείνει επιβλαβείς πληροφορίες και παραμορφώνει τις γνώσεις των μαθητών».

Ο τεχνο-ηθικός έλεγχος είναι ένα σημαντικό βήμα για την αντιμετώπιση του αυξανόμενου ρόλου της Google στην εκπαίδευση. Ωστόσο, παραμένουν μεγαλύτερα ερωτήματα σχετικά με την επιρροή των ιδιωτικών εταιρειών τεχνολογίας στα κρατικά και δημόσια εκπαιδευτικά συστήματα, καθώς και τις δυνατότητες των νέων πλατφορμών AI και cloud computing να αλλάξουν τις πρακτικές και τις προτεραιότητες του σχολικού τομέα.

Η συμμετοχή ιδιωτικών εταιρειών στην εκπαίδευση δεν είναι καινούργια ιδέα, αλλά η διεθνής κλίμακα της επιρροής του Big Tech και οι τεχνολογικές και ηθικές επιπτώσεις των αναδυομένων πλατφορμών, της τεχνητής νοημοσύνης και των συστημάτων δεδομένων στα σχολεία, απαιτούν μεγάλη προσοχή. Η Google παρήγαγε το υλικό, το λογισμικό και τα υποκείμενα συστήματα cloud και δεδομένων από τα οποία τα εκπαιδευτικά συστήματα εξαρτώνται όλο και περισσότερο, σε κλίμακες που διασχίζουν γεωγραφικά και πολιτικά σύνορα και ηπείρους. Αυτά είναι τεχνικά, ηθικά και πολιτικά ζητήματα που η τακτοποίηση τους δεν πρέπει να ανατεθεί μόνο στους εκπαιδευτικούς και τους ηγέτες του σχολείου. Πρέπει να αντιμετωπιστούν σε ρυθμιστικό επίπεδο και μέσω δημοκρατικής, συλλογικής συζήτησης για το μέλλον της εκπαίδευσης μετά την πανδημία.

Πηγή: The Fast Company

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης