Σε ενοποιητικό εσωτερικό παράγοντα των ετερόκλητων πληθυσμών που απαρτίζουν την Κίνα έχει αναχθεί η γλώσσα, καθώς ο φόβος για το ενδεχόμενο γλωσσικής ενοποίησης προκαλεί θυμό σε εκατομμύρια ανθρώπους από τα μακρινά οροπέδια του Θιβέτ μέχρι τους ουρανοξύστες της Σαγκάης.

Περίπου 1,3 δισεκατομμύριο Κινέζοι έχουν μάθει στο σχολείο μονάχα μία γλώσσα, την επίσημη, τη διάλεκτο των Μανδαρίνων, η οποία όμως έπειτα από ολόκληρες δεκαετίες δεν έχει καταφέρει να υπερισχύσει έναντι των τοπικών διαλέκτων.

Η σχεδιαζόμενη εκτόπιση από τα ερτζιανά και από τις σχολικές αίθουσες γλωσσών, όπως αυτής της Καντόνας της Σαγκάης ή του Θιβέτ, προκάλεσε λαϊκές διαμαρτυρίες.

Σε μία διαδήλωση που έγινε στην πόλη Γκουανγκζού, στο τέλος Ιουλίου, οι διαδηλωτές επιτέθηκαν κατά της αστυνομίας, φωνάζοντας χυδαία συνθήματα με αίτημα την προστασία της μητρικής τους γλώσσας, δηλαδή της γλώσσας της Καντόνας.

Οι διαμαρτυρίες εναντίον των βασικών πολιτικών επιλογών της κυβέρνησης είναι σπάνιες σε μία χώρα, στην οποία το κυβερνών Κομμουνιστικό Κόμμα αξιολογεί τη σταθερότητα πάνω απ’ όλα και καταπνίγει τη διαφωνία.

Μία δεύτερη διαμαρτυρία που σχεδιαζόταν να γίνει στην Γκουανγκζού, οργανωμένη μέσα από μία διαδικτυακή εκστρατεία, πολύ γρήγορα καταπνίγηκε από την αστυνομία και τους λογοκριτές του διαδικτύου, επιβεβαιώνοντας την ανησυχία του κόμματος για κάθε αμφισβήτηση της εξουσίας του.

Η κυβέρνηση, πάντως, υποχώρησε για λίγο, υποσχόμενη ότι οι εκπομπές στη γλώσσα της Καντόνας θα συνεχιστούν στην Γκουανγκζού, η οποία έτσι έγινε ένα από τα λίγα μέρη στην Κίνα όπου το κρατικό ραδιόφωνο και η κρατική τηλεόραση κάνουν ευρεία χρήση της τοπικής διαλέκτου.

Σύμφωνα με τις κυβερνητικές έρευνες, μόνο οι μισοί από το 1,3 δισ. κατοίκους της Κίνας μιλούν τη διάλεκτο των Μανδαρίνων. Στη μεγάλη και φτωχή αγροτική πλευρά της Κίνας, οι πιθανότητες να ακούσει κάποιος να μιλάνε αυτή τη διάλεκτο είναι μηδενικές.

Τον Οκτώβριο, Θιβετιανοί σπουδαστές βγήκαν στους δρόμους στην επαρχία Κινγκάι για να διαμαρτυρηθούν για την περιθωριοποίηση της γλώσσας τους στο εκπαιδευτικό σύστημα προς όφελος της διαλέκτου των Μανδαρίνων, η απαίτηση για γνώση της οποίας αποτελεί προϋπόθεση για την επαγγελματική επιτυχία και έχει αναγκάσει πολλούς νεαρούς Θιβετιανούς να της δώσουν προτεραιότητα έναντι της μητρικής τους γλώσσας.

«Εμάς μας ανησυχεί, γιατί έχουμε δει άλλες κουλτούρες, άλλων εθνικών μειονοτήτων, όπως οι Θιβετιανοί να ξεθωριάζουν και να αφομοιώνονται. Εάν το Πεκίνο μπορέσει να πείσει την επόμενη γενιά των παιδιών να μιλούν τη διάλεκτο των Μανδαρίνων, θα το έχει πετύχει» λέει ένας κάτοικος του Χονγκ Κονγκ, ο οποίος είχε αναμειχθεί στη διοργάνωση των διαμαρτυριών υπέρ της προστασίας της γλώσσας της Καντόνας.

Μέρος του προβλήματος στην Γκουανγκζού οφείλεται στην ανάπτυξη τις τελευταίες δεκαετίες, η οποία έφερε στην πόλη μια εισροή μεταναστών που δεν μιλούν τη γλώσσα της Καντόνας, με αποτέλεσμα πολλοί παλιοί κάτοικοι να αισθάνονται αποξενωμένοι μέσα στην ίδια τους την πόλη.

Στη Σαγκάη, δεν είναι σπάνια τα μαγαζιά που με επιγραφές που κρεμούν στη βιτρίνα ζητούν από τους πελάτες τους να μιλούν τη διάλεκτο των Μανδαρίνων.

Η αξιοσημείωτη μείωση των ομιλητών που χρησιμοποιούν τη διάλεκτο της Σαγκάης έχει προκαλέσει θυμό και ανησυχία, ότι η γλώσσα τους μπορεί να ξεθωριάσει μέσα σε 1-2 γενιές, αν δεν ληφθούν μέτρα, για να αναστραφεί η τάση.

Δεν υπάρχει καμία επίσημη υποστήριξη για τη γλώσσα της Σαγκάης, την οποία η κυβέρνηση χαρακτηρίζει διάλεκτο, αν και τεχνικά πρόκειται για ξεχωριστή γλώσσα με λεξιλόγιο και γραμματική.

Στην Ταϊβάν, όπου κατέφυγαν οι εθνικιστές μετά την ήττα τους από τους κομμουνιστές, στον Κινεζικό Εμφύλιο, η προώθηση της διαλέκτου των Μανδαρίνων αποτέλεσε ακρογωνιαίο λίθο ενότητας και σύνδεσμο με τη μητέρα πατρίδα.

Η τοπική διάλεκτος, η Χοκιέν, η οποία ομιλείται και στις παραθαλάσσιες περιοχές της Κίνας, στην επαρχία Φουτζιάν αλλά και στη Σιγκαπούρη, καταπιέστηκε και μάλιστα υπάρχουν μαρτυρίες για παιδιά που ξυλοκοπήθηκαν, επειδή τη χρησιμοποιούσαν στο σχολείο.

Μετά την εγκαθίδρυση της δημοκρατίας, στη δεκαετία του 1990, οι πολιτικοί μιλούν και τις δύο γλώσσες και οι σαπουνόπερες στη διάλεκτο Χοκιέν είναι εξαιρετικά δημοφιλείς στην τηλεόραση της Ταϊβάν.