Μινιμαλισμός (ο): Καλλιτεχνικό ρεύμα που αναπτύχθηκε στις Η.Π.Α. κατά τη δεκαετία τού ’60
και περιελάμβανε λιτές κατασκευές
που ενίοτε προκαλούσαν αμηχανία με την αφαιρετικότητά τους
(ο όρος είχε αρχικώς ειρωνική σημασία -λόγω τής δυσαναγνωσίας πολλών έργων-
κι επινοήθηκε από τον Βρετανό φιλόσοφο και θεωρητικό Τέχνης, Ρίτσαρντ Βόλχαϊμ,
ο οποίος εξέδωσε το 1965 ένα σχετικό δοκίμιο με τον τίτλο «Minimal Art»).

Έκτοτε, βεβαίως, ο Θαυμασμός αντικατέστησε την Ειρωνεία,
ο Μινιμαλισμός καταξιώθηκε ως πολύπτυχο εικαστικό κίνημα,
η Ελαχιστοποίηση έφτασε στην «Εποχή τού Διαδικτύου» να αποτελεί κυρίαρχη ανάγκη
μέχρι και στις απλούστερες εκφάνσεις τής καθημερινότητάς μας,
η χρεία να απομυζήσουμε όσο πιο γρήγορα γίνεται τα προσδοκώμενα αποτελέσματα
προσφέρει υπεραξία σε διαχρονικούς κώδικες επικοινωνίας.
Μία κίνηση… Ένα βλέμμα… Μία γκριμάτσα… Ένα νεύμα…
Και…, όπως συμβαίνει στη σημερινή ιστορία μας, μία λέξη…

Από την προηγούμενη εβδομάδα,
έχει ενσκήψει στις οθόνες μας η συμπαθέστατη άγουρη ρεπόρτερ Αναστασία,
η οποία -μέσα από την εκπομπή «Ώρα Ελλάδος»-
πηγαίνει κόντρα στην υπέρτατη υπόσχεση τού βαφτιστικού ονόματός της
και μοιάζει αφειδώς τον θάνατο στην Ελληνική Γλώσσα
(ήτοι, σκοτώνει τα Ελληνικά σε κάθε εμφάνισή της).
Η αξιαγάπητη κορασίδα αποτελεί την ηχητική διασκευή τής ρήσης τού Ιησού
«Πάτερ, άφες αυτοίς· ου γαρ οίδασι τι ποιούσι.»·
αν ο Χριστός άκουγε τα «μαργαριτάρια» τής νεαράς δημοσιολόγου,
θα ανέβαινε ιδία βουλήσει στον Σταυρό και θα ανεφωνούσε με απόγνωση
«Πατέρα, συγχώρεσέ την· δεν ξέρει τι λέει.»
(εννοείται ότι κατόπιν δεν θα ετόλμαγε καν να αναστηθεί,
καθώς δεν θα άντεχε να εβίωνε ξανά το γλωσσικό μαρτύριο).

Η ρεπόρτερ-μασκότ τού «Open» έχει προλάβει σε ελάχιστες ημέρες
να εκτοξεύσει πολλά «τούβλα» που προκαλέσανε βαρύτατους τραυματισμούς στα ώτα μας
και ευθύς αμέσως σάς παραθέτω τα πιο χαρακτηριστικά «οικοδομικά υλικά»,
αφού σάς προτρέψω -προτού τα αναγνώσετε- να φορέσετε κράνος.
* Ο άνδρας έδωσε τέλος στη συγκεκριμένη γυναίκα. 
Αντί να χρησιμοποιούμε τις απωθητικές διατυπώσεις
«σκοτώνω», «φονεύω», «δολοφονώ», «διαπράττω φόνο», «διαπράττω δολοφονία»,
πετάμε τη λόγια φράση «δίνω τέλος» και είμαστε κυριλέδες.
* (Ο φονιάς) είχε διαύγεια των γνώσεών του. 
Όταν θέλεις να πεις ότι κάποιος έχει «επίγνωση των πράξεών του» και «διαύγεια πνεύματος»,
υπάρχει περίπτωση να μπερδευτείς και να γεννηθεί αυτός ο «τσιμεντόλιθος».
* Ο λόγος που (ο φονιάς) έκανε αυτήν την πράξη, ήταν γιατί ήθελε να ζητήσει εξηγήσεις.
Το Τέλειο Πρωθύστερο Σχήμα.
ΤΟ ΤΕ-ΛΕΙ-Ο.
Όταν θέλεις να σού δώσει εξηγήσεις ένας άνθρωπος,
τον σκοτώνεις και σιγουρεύεσαι ότι θα σού δώσει εξηγήσεις
(αν μπορεί, ας κάνει κι αλλιώς).
* Η συγκεκριμένη γυναίκα ζούσε κάτω υπό δύσκολες συνθήκες. 
Εδώ η Δημοτική και η Καθαρεύουσα επιδίδονται σε λεσβιακό έρωτα,
καθώς ενώνονται εις σάρκαν μίαν.
Δημοτική: «…κάτω από δύσκολες συνθήκες.»
Καθαρεύουσα: «…υπό δύσκολες συνθήκες.»
* Κατασχέθηκε μισός τόνος καθαρής κοκαΐνης, αξίας ενάμισι εκατομμυρίων €. 
Το σωστό είναι «ενάμισι εκατομμυρίου» (και όχι «ενάμισι εκατομμυρίων»),
αλλά όταν είναι καλό το Ποσό δεν θα τα χαλάσουμε για τον Πληθυντικό.
* Υπό την απειλή μαχαιριού, απείλησε την υπάλληλο. 
Άγιο είχαμε που δεν είπε «Υπό την απειλή απειλής, απείλησε την απειλή.».

Κι όμως, όλα ετούτα τα «μαργαριτάρια» είναι ένα «τίποτα», ένα «καθόλου»,
σε σύγκριση με την αδιανόητη απάντηση που έδωσε η θεουλίτσα ρεπόρτερ
όταν ρωτήθηκε από τούς παρουσιαστές τής εκπομπής
πώς οι Αρχές έφτασαν στην πρόσφατη σύλληψη των Τούρκων μαφιόζων,
οι οποίοι είχαν συστήσει εγκληματική οργάνωση στη χώρα μας.
Σύμφωνα με την ασυναγώνιστη Αναστασία,
το στοιχείο που επρόδωσε τούς εν λόγω εγκληματίες ήταν η «μεγάλη ζωή»
κι όταν τής ζητήθηκε να εξηγήσει έτι περαιτέρω το lifestyle των κακοποιών
ήρθε αυτή η «Πρωθιέρεια τού Μινιμαλισμού»
να μάς κάνει να κυλιόμαστε στα πατώματα με μία της λέξη.
Δεν θα σάς χαλάσω το «Στοιχείο τής Έκπληξης»,
δεν θα σάς αναφέρω -όπως κάνουν όλοι οι άλλοι- τι θα ακούσετε στο βίντεο,
οπότε σάς αφήνω να κυλιστείτε κι εσείς στα πατώματα
μόλις συνειδητοποιήσετε την «Κωμικότητα τής Μονολεκτικότητας».
Ακούστε, και θα συνεχίσουμε με το επιμύθιο…

Χαχαχαχαχα, δεν θα παλιώσει ποτέ, θα γελάμε ισοβίως,
αυτή η απάντηση θα μάς στοιχειώνει διά παντός.
– Όταν λες ότι έκαναν «μεγάλη ζωή», τι εννοείς;
– Πολυτελή ζωή. Δηλαδή…, εε…, έβγαινάααν…

ΚΛΑΜΑ.
ΚΛΑΜΑ ΚΛΑΜΑΤΩΝ.
Οποία ξεκαρδιστική απάντηση, οποία ξεκαρδιστική εικονοπλασία.
Βγήκες και πήγες στο περίπτερο να αγοράσεις τσίχλες; Είσαι μαφιόζος.
Βγήκες για ένα καφεδάκι στη συνοικιακή καφετέρια; Είσαι μέλος εγκληματικής οργάνωσης.
Βγήκες για «clubbing»; Ισόβια κάθειρξη.
Βγήκες για «clubbing» και μετά πέρασες κι από καντίνα για «βρόμικο»; Θανατική ποινή.

Και δεν είναι μόνο η απάντηση «ΕΒΓΑΙΝΑΝ»
που αποτελεί την πιο σουρεαλιστική τεκμηρίωση είδησης όλων των εποχών·
η τσαχπίνικη αφηγηματικότητα, οι σκερτσόζοι μορφασμοί, τα χαμογελάκια,
τα σαρδάμ, οι παύσεις αμηχανίας, η εξάρτηση από το Κινητό,
η κοριτσίστικη φωνή, τα χαριτωμένα ηχοχρώματα,
έρχονται να βάλουν την ανεξίτηλη σφραγίδα τους σε αυτό το ανεκτίμητο ρεπορτάζ
(η σατανική ηχητική σύμπτωση με την επαινετική φράση «Εύγε, Ναν!»,
έρχεται να προσδώσει και μία αθλητική νότα στο happening,
ενώ συνάμα τρέφει και τούς συνωμοσιολόγους που θα σπεύσουν να αναρωτηθούν
μήπως η πανούργα νεαρά ρεπόρτερ
περνάει μηνύματα υπέρ τού Παναθηναϊκού στο Συλλογικό Υποσυνείδητο).

Όμως…
Όμως υπάρχει ένα τεράστιο «ΟΜΩΣ».

Προσωπικώς, τάσσομαι αναφανδόν υπέρ των ευκαιριών σε ανθρώπους
(πόσω μάλλον, όταν μιλάμε για άτομα νεαρής ηλικίας, όπως εν προκειμένω),
όμως υπάρχουν τέσσερις απαρέγκλιτες προϋποθέσεις:
Ταλέντο. Αυτογνωσία. Επίγνωση. Γνώση.

Όχι, δεν μέμφομαι αυτό το αξιαγάπητο κορίτσι που έχει περιθώρια βελτίωσης,
αλλά μέμφομαι τα στελέχη που εκθέτουν αυτό το αξιαγάπητο κορίτσι,
καθώς το φορτώνουν με ευθύνες που δεν δύναται -έστω, στην παρούσα φάση-
να αναλάβει με στοιχειώδη επάρκεια.
Από πού κι ως πού εντέλλεται ένα εμφανεστάτως αθωράκιστο πλάσμα
να μεταφέρει το άκρως απαιτητικό «αστυνομικό ρεπορτάζ»;
Όταν μεταδίδονται ειδήσεις για φόνους, για δολοφονίες, για εγκλήματα, για τραγωδίες,
κάθε στοιχείο αποκτά ιδιαίτερη βαρύτητα
(επί γενικώ παραδείγματι,
δεν γίνεται να φοράς χαρούμενα χρώματα,
δεν γίνεται να φοράς βερμούδα ή να έχεις αβυσσαλέο ντεκολτέ,
δεν γίνεται να έχεις φωνή που εκπέμπει ελαφρότητα,
δεν γίνεται τα ηχοχρώματά σου να παραπέμπουν σε γραμμές «-90»,
δεν γίνεται να χασκογελάς,
δεν γίνεται να είσαι ανενημέρωτος,
δεν γίνεται να εκφέρεις λόγο που παράγει ατμόσφαιρα καφενείου ή κομμωτηρίου).

Εν κατακλείδι, ναι μεν δεν αφαιρώ την Προσωπική-Ατομική Ευθύνη,
αλλά οι Επιλέγοντες-Αποφασίζοντες χρεώνονται ετούτο το φαιδρό «Βατερλό».
Επιπροσθέτως δε,
να αναφέρω ότι κατά το τελευταίο διάστημα -και δη, στην περίοδο των πυρκαγιών-
υπήρξε στο «Open» μία θλιβερή περίπτωση προωθούμενου ρεπόρτερ,
ο οποίος ήταν παντελώς ατάλαντος και γελοιωδώς αστοιχείωτος,
με συνέπεια να εξετίθετο συνολικώς η σημαντική προσπάθεια.
Ως εκ τούτων, εκεί στα κανάλια προσέξτε επί τέλους το scouting σας,
διότι ως πολίτες, ως τηλεθεατές και -κάποιοι εξ ημών- κι ως δημοσιογράφοι,
καταλαβαίνουμε μεν ότι σε ετούτην την μπανανία χρειάζεσαι «μέσο» για να τρουπώσεις,
όμως ας διασφαλίζονται οι μίνιμουμ προϋποθέσεις καλής λειτουργίας τού Λειτουργήματος.

Ανακεφαλαιώνοντας…
Ο εμπνευστής τού όρου «Μινιμαλισμός»,
έχει μείνει στην Ιστορία και για το επονομαζόμενο ως «Παράδοξο τού Βολχάϊμ»,
το οποίο προέκυψε από ένα άρθρο που εδημοσίευσε το 1962 με τίτλο
«Ένα Παράδοξο στη Θεωρία τής Δημοκρατίας»
(«A Paradox in the Theory of Democracy»).
Θα σάς πω, λοιπόν, σε δική μου ελεύθερη λογοτεχνική μετάφραση,
ότι ο Βρετανός φιλόσοφος προέβη στη διαπίστωση πως
«Όταν υποστηρίζεις τη Δημοκρατία,
υποστηρίζεις ταυτοχρόνως το ενδεχόμενο να πλειοψηφήσει ένα κόμμα
που θεωρείς ότι είναι ακατάλληλο να υποστηρίξει τη Δημοκρατία.».
Ε…, με βάση τα περιστατικά που αναφέρονται στο παρόν πόνημα,
γεννάται το «Παράδοξο τής Νεοελληνικής Τηλεόρασης»:
«Όταν είσαι στέλεχος ενός τηλεοπτικού σταθμού,
επιλέγεις πρόσωπα που αποδεικνύουν ότι δεν θα έπρεπε να είσαι στέλεχος.».
Και οι νοούντες νοήτωσαν…

μ.Γ.