Νέα ευρήματα από το πανεπιστήμιο Lund της Σουηδίας δείχνουν ότι μια απλή ανάλυση των χρωμοσωμικών θραυσμάτων των σπερματοζωαρίων μπορεί να διευκολύνει την επιλογή της πιο αποτελεσματικής θεραπείας υπογονιμότητας και κατ επέκταση να αυξήσει τις πιθανότητες επιτυχίας των μεθόδων υποβοηθούμενης αναπαραγωγής που απευθύνονται σε υπογόνιμα ζευγάρια.

Ο δείκτης κερματισμού του DNA (DFI), είναι μια μέθοδος ανάλυσης της ποιότητας του σπέρματος που δείχνει την παρουσία χρωμοσωμικών θραυσμάτων στα σπερματοζωάρια. Η μέθοδος αυτή συμπληρώνει τις άλλες γνωστές μεθόδους που είναι διαθέσιμες για την αξιολόγηση της ποιότητας σπέρματος, όπως είναι η εκτίμηση του αριθμού των σπερματοζωαρίων, της κινητικότητας και της μορφολογίας.

Η νέα σουηδική μελέτη, η οποία είναι μέχρι στιγμής η μεγαλύτερη σε αυτό το ερευνητικό πεδίο, δείχνει ότι η ανάλυση του DFIμπορεί να χρησιμοποιηθεί για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της υπογονιμότητας. Οι 1600 άνδρες που συμμετείχαν στη μελέτη, απευθύνθηκαν για βοήθεια σε κλινική υπογονιμότητας πανεπιστημιακού νοσοκομείου και υποβλήθηκαν σε ανάλυση του DFI.

Τα χρωμοσωμικά θραύσματα ήταν πιο συχνά στους άνδρες με υψηλότερο DFI, το οποίο έχει συνδεθεί με μειωμένη γονιμότητα. Τα ζευγάρια που συμμετείχαν στη μελέτη υποβλήθηκαν σε υποβοηθούμενη αναπαραγωγή είτε μέσω της εξωσωματικής γονιμοποίησης(IVF) είτε μέσω της ενδοκυτταροπλασματικής σπερματέγχυσης(ICSI).

Στην IVF το ωάριο ενώνεται σε δοκιμαστικό σωλήνα με έναν αριθμό σπερματοζωαρίων. Ο στόχος είναι η γονιμοποίηση να επιτευχτεί χωρίς περεταίρω βοήθεια. Η ICSI περιλαμβάνει τη συλλογή ενός μοναδικού βιώσιμου σπερματοζωαρίου, το οποίο εγχέεται με τη βοήθεια μιας σύριγγας μέσα στο ωάριο.

Στα ζευγάρια στα οποία ο άνδρας είχε πολλά χρωμοσωμικά θραύσματα η καταλληλότερη μέθοδος είναι η ICSI. Ο δείκτης DFI λοιπόν δίνει τη δυνατότητα εντοπισμού της καταλληλότερης μεθόδου για ένα ζευγάρι και αυξάνει τις πιθανότητες τεκνοποίησης.

Οι ερευνητές ευελπιστούν τα ευρήματά τους να βοηθήσουν έτσι ώστε τα υπογόνιμα ζευγάρια να λαμβάνουν αμέσως την κατάλληλη για αυτά θεραπεία. Η υποβολή σε αναποτελεσματικές θεραπείες υπογονιμότητας μπορεί να είναι πολύ στρεσογόνος για το ζευγάρι τόσο σε σωματικό όσο και σε ψυχικό επίπεδο, ιδιαίτερα όταν είναι επαναλαμβανόμενη.

Αυτή τη στιγμή τρέχει ακόμα μια μελέτη σε διάφορα κέντρα υπογονιμότητας με σκοπό να επιβεβαιώσει τα παρόντα ευρήματα. Οι ερευνητές ωστόσο περιμένουν την άμεση μεταφορά της νέας γνώσης στην πρακτική. Εδώ και πολλά χρόνια η κλινική έδινε έμφαση στην αναλυτική εξέταση των υπογόνιμων ζευγαριών τόσο σε επίπεδο έρευνας όσο και σε επίπεδο θεραπείας. Παραδοσιακά, η μεγάλη έμφαση δινόταν στη γυναίκα όταν τα ζευγάρια αντιμετώπιζαν δυσκολία στη σύλληψη. Τόσο η παρούσα έρευνα όσο και η εμπειρία των ειδικών δείχνουν ότι είναι απαραίτητη η αναλυτική εξέταση και των δύο συντρόφων.

Πηγή : medicalnewstoday
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr