Τα ευρήματα μιας νέας μελέτης υποστηρίζουν πως οι μαθητές των τελευταίων τάξεων του γυμνασίου και του λυκείου με ομοφυλόφιλο ή αμφιφυλόφιλο προσανατολισμό που είναι αποδέκτες συμπεριφορών εκφοβισμού έχουν λιγότερες πιθανότητες να εμπλακούν σε καβγάδες ή να κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας όταν αισθάνονται ότι έχουν αναπτύξει μια σχέση εμπιστοσύνης με κάποιον ενήλικα στο σχολικό περιβάλλον.

Η ανάπτυξη, λοιπόν, ουσιαστικών σχέσεων με ενήλικες σε σχολικό περιβάλλον μπορεί να βοηθήσει την ομάδα αυτή των μαθητών να ελαχιστοποιήσει τις αρνητικές επιδράσεις του διαδικτυακού και σχολικού εκφοβισμού. Οι συγγραφείς της μελέτης επισημαίνουν το πολύ σημαντικό ρόλο των καθηγητών στις ζωές των μαθητών με μη ετεροφυλόφιλο σεξουαλικό προσανατολισμό, οι οποίοι πέφτουν θύματα εκφοβισμού.

Οι ερευνητές ανέλυσαν τις πληροφορίες από 951 ερωτηματολόγια, τα οποία συμπλήρωσαν μαθητές που δήλωναν ότι ο σεξουαλικός προσανατολισμός τους είναι ομοφυλόφιλος ή αμφιφυλόφιλος. Το 72% των μαθητών ανέφερε ότι δεν δέχεται εκφοβισμό, το 8% αποκάλυψε ότι δέχεται σχολικό εκφοβισμό, το 10% δήλωσε ότι γίνεται αποδέκτης διαδικτυακού εκφοβισμού και το υπόλοιπο 10% ανέφερε ότι δέχεται και τους δύο τύπους εκφοβισμού.

Οι ερευνητές, επίσης, ανέφεραν ότι οι κίνδυνοι της εμπλοκής των μαθητών σε καβγά ή της απόπειρας τους να αυτοκτονήσουν αυξάνονταν ανάλογα με το μέγεθος του εκφοβισμού που δέχονταν.

Για παράδειγμα, περίπου το 72% των μαθητών που ανέφεραν ότι ήταν θύματα σχολικού και διαδικτυακού εκφοβισμού είχε εμπλακεί σε σωματικό καβγά σε σύγκριση με το 36% των μαθητών που δεν είχαν πέσει θύματα καμίας μορφής εκφοβισμού. Παράλληλα, βρέθηκε ότι το 44% των μαθητών που είχαν υποστεί και σχολικό και διαδικτυακό εκφοβισμό ανέφερε απόπειρες αυτοκτονίας, ενώ στην περίπτωση των μαθητών που δεν είχαν υποστεί εκφοβισμό το παραπάνω ποσοστό έφθανε το 20%.

Όπως προαναφέρθηκε, ένα από τα πιο σημαντικά ευρήματα της μελέτης είναι η αποκάλυψη της σχέσης ανάμεσα στην υποστηρικτική σχέση με έναν ενήλικα και τη διαχείριση των συνεπειών του εκφοβισμού. Συγκεκριμένα, βρέθηκε ότι οι μαθητές που ήταν θύματα εκφοβισμού και δεν αισθάνονταν ότι υπάρχει μια σταθερή ουσιαστική σχέση με έναν ενήλικα στο σχολικό περιβάλλον ήταν πιο πιθανό να εμπλακούν σε καβγά ή να κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας, σε σύγκριση με τους μαθητές που δεν ήταν θύματα εκφοβισμού. Αντιθέτως, τα παιδιά που δέχονταν συμπεριφορές εκφοβισμού, αλλά, παράλληλα, διατηρούσαν μια σχέση με έναν ενήλικα στο σχολικό περιβάλλον, είχαν τις ίδιες πιθανότητες να εμπλακούν σε καβγά ή να κάνουν απόπειρα αυτοκτονίας, σε σύγκριση με τους μαθητές που δεν ήταν αποδέκτες τέτοιων συμπεριφορών.

Το μήνυμα των ερευνητών απευθύνεται στους ενήλικες και τονίζει τη σημασία του να υποστηρίξουν τους νέους που ανήκουν στη σεξουαλική μειονότητα. Δεν είναι όμως οι εκπαιδευτικοί οι μονοί ενήλικες που μπορούν να προστατέψουν τους μαθητές από τις συνέπειες του εκφοβισμού. Αντιθέτως, τα παρόντα ευρήματα προστίθενται σε έναν σταθερά αυξανόμενο όγκο δεδομένων που υποστηρίζουν τις συνδυαστικές προσεγγίσεις της πρόληψης του σχολικού εκφοβισμού που επικεντρώνονται στην ενσυναίσθηση και τις υγιείς σχέσεις.

Οι συγγραφείς επισημαίνουν, ακόμη, τον σημαντικό ρόλο των γονέων, οι οποίοι μπορεί να ενθαρρύνουν τα παιδιά να νιώσουν ασφάλεια κοντά τους και να μιλήσουν για τις ανησυχίες τους. Για τον λόγο αυτόν είναι σημαντικό να καλλιεργείται μια σχέση υποστήριξης και συναισθηματικής σύνδεσης, ενώ παράλληλα οι γονείς πρέπει να θυμίζουν στα παιδιά ότι οι συμπεριφορές εκφοβισμού δεν είναι σε καμία περίπτωση ευθύνη του θύματος αλλά του θύτη. Επίσης, σε καμία περίπτωση ο εκφοβισμός δεν είναι μέρος της φυσιολογικής ανάπτυξης του παιδιού και κατ΄ επέκταση θα πρέπει να περιμένει κάποιος για να περάσει.

Οι γονείς πρέπει να θυμούνται ότι οι νέοι που δέχονται εκφοβισμό δεν ζητούν πάντα βοήθεια. Στις περιπτώσεις αυτές είναι σημαντικό να αναγνωρίζουν τα ενδεικτικά σημεία του εκφοβισμού, όπως είναι η έλλειψη ενδιαφέροντος για το σχολείο, η μείωση της σχολικής επίδοσης και οι αλλαγές της διάθεσης. Τέλος, οι συγγραφείς προτείνουν την ιστοσελίδα www.stopbulling.gov ως μια εξαίρετη πηγή βοήθειας.

Πηγή : reuters

 Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ. Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr