Ευεργετική από επικοινωνιακή άποψη αποδείχτηκε για την ποδοσφαιρική ομάδα του Παναθηναϊκού η 24ωρη απεργία της ΕΣΗΕΑ την Τετάρτη. Κι’ αυτό γιατί οι κάθε λογής συνάδελφοι που παρακολουθούν την πορεία της αθηναϊκής ομάδας στο Τσάμπιονς Λιγκ, είδαν την απαγόρευση μετάδοσης, σχολίων κλπ. ως “ανακούφιση”…
Τι να πεις και τι να προσπαθήσεις να βάλεις σε τάξη με τόσο μέτρια εμφάνιση στη Λευκωσία; Και πώς να στοιχειοθετήσεις κάποιες δικαιολογίες για το σαρωτικό 1-3 από τη νεοφώτιστη (και ελάχιστου οικονομικού βεληνεκούς ) Ανόρθωση, δηλαδή μια ομάδα “πρωτάρα” στη διοργάνωση, “ξεσπιτωμένη” από την φυσική έδρα της (στην κατεχόμενη Αμμόχωστο), αλλά με ένα διαβολεμένο κέφι για δουλειά και καταξίωση που αποτελεί παράδειγμα για τις ελλαδικές “ισχυρές” δυνάμεις της μπάλας.
Από την άλλη, ο πολυμετοχικός Παναθηναϊκός, έχοντας ήδη γιορτάσει το κλείσιμο ενός αιώνα δράσης, διαθέτοντας με Τραπεζίτες, εφοπλιστές πλέον στο διοικητικό του συμβούλιο (και τον Γιάννη Βαρδινογιάννη με το “όπλο παρά πόδας”) διαπιστώνεται ότι οι φιλοδοξίες πολύ δύσκολα θα εξακολουθήσουν να έχουν βάση.
Ο Παναθηναϊκός, δυστυχώς για τους απαιτητικούς (και σε ένα βαθμό απογοητευμένους την τελευταία δεκαετία…) οπαδούς του, στα τρία πολύ κρίσιμα παιγνίδια του φθινοπώρου έδειξε ένα απίστευτα “χειμερινό” πρόσωπο.
Ηττήθηκε από την ΑΕΚ ουσιαστικά στο γήπεδό του, έχασε –φυσιολογικά θα έλεγε κανείς- από την Ιντερ στο Μαρούσι και καταποντίστηκε στη Λευκωσία από την Ανόρθωση, αν και ήταν το σαφές φαβορί της αναμέτρησης. Κάτι δεν έχει λειτουργήσει σωστά στον νέο… πολυμετοχικό Παναθηναϊκό. Ίσως η επιλογή του Ολλανδού προπονητή Τεν Κάτε έγινε βιαστικά τον προηγούμενο Αύγουστο.
Μη ξεχνάμε, ο Κάτε ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε αναλάβει “πλήρη ευθύνη” ομάδας, αναπαυόμενος στον τίτλο του βοηθού. Όμως, κανείς δεν σκέφτηκε ότι ο Παναθηναϊκός χρειαζόταν ‘στρατηγό’ και όχι “λοχία”! Ίσως, επίσης, η επιλογή του πανάκριβου (αλλά μη χρήσιμου στην Αρσεναλ ) 33χρονου Βραζιλιάνου Ζιλμπέρτο Σίλβα δεν ήταν κίνηση ποδοσφαιρικής λογικής. Ήδη, το ότι αυτός ο ποδοσφαιριστής δεν έχει ακόμη “σφυριχτεί” από τους οπαδούς, είναι επειδή αντέχει ο σεβασμός για τον “πρότερο σημαντικό γηπεδικό του βίο”…
Ίσως, τέλος, οι συχνές αλλαγές μαχητών στο αρχικό σχήμα (το περίφημο, ξενόφερτο και χρήσιμο μόνο για δημόσιες σχέσεις με τους μάνατζερ ρ ο τ έ ϊ σ ο ν ) αφαιρούν σημαντικό μέρος ηρεμίας και σωστής λειτουργίας της ομάδας. Όμως, μια ομάδα που θέλει να θεωρείται ισχυρή και σοβαρή, δεν είναι δυνατόν να αλλάζει κάθε εβδομάδα τους κεντρικούς αμυντικούς της ή τους μέσους.
Κι εδώ βρίσκεται μάλλον το μείζον πρόβλημα. Άραγε θυμάται κάποιος τον αντικαταστάτη του Ρομπέρτο Μπέτεγκα (Νο 11 της Γιουβέντους ) όταν η “κυρία” του ιταλικού ποδοσφαίρου σάρωνε σε Ευρώπη και καμπιονάτο; Ή μήπως μπορεί να θυμηθεί ποιοι ήταν οι αναπληρωματικοί του Άγιαξ (και του Παναθηναϊκού βεβαίως ) σε εκείνο το θεαματικό ξεκίνημα της δεκαετίας του ’70;