Περί τους 70 εκθέτες ήταν μία αξιοπρεπής ελληνική παρουσία στην διεθνή έκθεση οίνου ProWein της Γερμανίας, που ολοκληρώθηκε χθες. Ο δρόμος της καθιέρωσης είναι ωστόσο ακόμα μακρύς για το ελληνικό κρασί.

Οι Έλληνες μπορεί να θεωρούμε καλά αρκετά ελληνικά κρασιά, ελάχιστοι ξένοι μπορούν ωστόσο να πουν ότι γνωρίζουν τι εστί ποιοτικό ελληνικό κρασί.

Η προσπάθεια να γνωρίσουν οι ξένοι την ελληνική παραγωγή οίνου και να αγκαλιάσουν ελληνικά κρασιά και ποικιλίες είναι δύσκολη, αλλά όχι ακατόρθωτη.

Αυτή την εντύπωση αποκομίσαμε από την έκθεση κρασιού ProWein στο Ντίσελντορφ της Γερμανίας (23-25.03.2014), στην οποία συμμετείχαν 4.800 εκθέτες από 50 χώρες και επισκέφθηκαν περίπου 45.000, κυρίως επαγγελματίες.

Οινοπαραγωγοί, αλλά και ειδικοί του ελληνικού κρασιού θεωρούν ότι για να καθιερωθεί το ελληνικό κρασί στην διεθνή αγορά τα ζητούμενα, εν συντομία, είναι: καλύτερη προώθηση από γνώστες των αγορών του εξωτερικού αλλά και στο εσωτερικό στα εκατομμύρια των τουριστών που έρχονται κάθε χρόνο στην Ελλάδα, καλλιέργεια ελληνικών ποικιλιών και πιο ανταγωνιστικές τιμές.

Ως προς τις εξαγωγές ο Κωνσταντίνος Λαζαράκης, ο μόνος Έλληνας ανάμεσα στους 312 Master of Wine παγκοσμίως, θεωρεί ότι οι οινοπαραγωγοί πρέπει να αποκτήσουν διαφορετική φιλοσοφία: «Δεν μπορείς απλά να πεις ότι μέχρι χθες πουλούσα στην περιφέρειά μου και από αύριο ξεκινώ με εξαγωγές.

Το να διαθέτεις τα προϊόντα σου στις αγορές του εξωτερικού απαιτεί μια εντελώς διαφορετική φιλοσοφία, την οποία αν δεν την έχεις ή πρέπει να πληρώσεις για να την αποκτήσεις ή πρέπει να μπεις σε μια διαρκή τριβή με τις ξένες αγορές, να έχεις ανοιχτό μυαλό, να μπορείς να καταλάβεις γιατί ο Πορτογάλος, ο Κροάτης ή ο Σλοβάκος πουλά περισσότερο από σένα, γιατί πουλάει πράγματι περισσότερο από σένα, και να πεις αυτά είναι εκείνα που πρέπει να κάνω και να πας ακόμα και μέσα στο αμπέλι και να ξεκινήσεις πράγματα από την αρχή.

Ας μην ξεχνάμε ότι στο χώρο του κρασιού οι αλλαγές είναι μακροπρόθεσμες, χρειάζονται δεκαετία αν όχι δεκαετίες».

Οι Σλοβένοι και η αρχαιοελληνική μέθοδος

Τι όμως κάνει καλύτερα ο ανταγωνισμός; Ο Έλληνας ειδήμων δίνει ένα παράδειγμα: «Στη Σλοβενία υπάρχουν αυτή τη στιγμή επτά ή οκτώ παραγωγοί, οι οποίοι πωλούν τα κρασιά τους σε τιμές από 40 ευρώ και πάνω, εξάγουν το 99% της παραγωγής και μέσα σε δύο μήνες έχουν πουλήσει το σύνολο της παραγωγής τους. Μια μέθοδος που χρησιμοποίησαν ήταν ότι άρχισαν να κάνουν κρασί με τον αρχαίο ελληνικό τρόπο. Αντί να βάζουν το κρασί σε βαρέλια, το τοποθετούν σε αμφορείς, αντί να τα αποθηκεύουν σε υπόγεια, τα θάβουν στο έδαφος και αντί να χρησιμοποιούν ρητίνες στη δεξαμενή, βάζουν κερί από μέλισσες. Κάτι το οποίο εμείς αναγνωρίζουμε ως δικό μας, εκείνοι το παρουσίασαν ως κάτι καινούργιο. Και φυσικά οι οινοχόοι ανά τον κόσμο που παλεύουν να διαφοροποιηθούν και να δείξουν κάτι καινούργιο αγκάλιασαν αυτά τα κρασιά».

Ελληνικές ποικιλίες και χαμηλότερες τιμές

Ο οινοποιός Νώντας Σπυρόπουλος, πρώην πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικού Οίνου, θεωρεί στρατηγικό λάθος ότι οι έλληνες οινοπαραγωγοί επικεντρώθηκαν στη δεκαετία του ΄80 και του ΄90 στις ξένες ποικιλίες. Πιστεύει ωστόσο ότι οι ελληνικές ποικιλίες είναι η δύναμη και ταυτόχρονα η αδυναμία της ελληνικής οινοπαραγωγής. Από τη μια πλευρά αποτελούν, όπως αναφέρει «μια βεντάλια εξωτικών γεύσεων» και από την άλλη η παραγωγή είναι δυστυχώς περιορισμένη.

Ο Νώντας Σπυρόπουλος εκτιμά ότι για να αλλάξει το τοπίο στις εξαγωγές, τα ελληνικά κρασιά πρέπει να γίνουν πιο ανταγωνιστικά: «Φοβάμαι ότι ο δρόμος είναι δύσκολος. Πρέπει να προσαρμόσουμε τις τιμές προς τα κάτω. Ο αμπελουργός έχει 5 ή 10 στρέμματα, τα οινοποιεία έχουν μικρές παραγωγές. Πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι δεν μπορούμε να επιβιώσουμε με ένα οινοποιείο με 200.000 φιάλες. Υπάρχει ζήτημα προσαρμογής.

Για παράδειγμα στο Κτήμα Σπυρόπουλου προσπαθούμε να μειώσουμε τις τιμές μας 10% και μάλιστα οριζόντια. Πρέπει να γίνουμε όλοι μας πιο ανταγωνιστικοί. Υπάρχουν δύο καθοριστικοί όροι: ανταγωνιστικότητα και εξωστρέφεια. Θεωρώ ότι πρέπει να δουλέψουμε πιο συντονισμένα, να δουλέψουμε πιο…γερμανικά: με αρχή, μέση, τέλος, σχέδιο»!

Πηγή:DW.DE