Σύνταξη – Επιμέλεια: Στέλιος Βασιλούδης

Ένα δόντι με χρυσό σφράγισμα είναι το μόνο που έχει απομείνει από τον δολοφονηθέντα ήρωα της ανεξαρτησίας του Κονγκό, Patrice Lumumba – ο οποίος πυροβολήθηκε και σκοτώθηκε από εκτελεστικό απόσπασμα το 1961 με τη σιωπηρή υποστήριξη του Βελγίου (πρώην αποικιακής δύναμης) και το σώμα του ενταφιάστηκε σε έναν ρηχό τάφο. Στη συνέχεια, το ξέθαψαν και το μετέφεραν 200 χιλιόμετρα μακριά, το ενταφίασαν και το ξέθαψαν ξανά, προκειμένου να το τεμαχίσουν και να το διαλύσουν με οξύ.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Βέλγος αστυνομικός επίτροπος, Gerard Soete, ο οποίος επέβλεπε και συμμετείχε στην καταστροφή των λειψάνων, πήρε το δόντι όπως παραδέχτηκε αργότερα.

Μίλησε επίσης για ένα δεύτερο δόντι και δύο από τα δάχτυλα του πτώματος, αλλά αυτά δεν έχουν βρεθεί μέχρι στιγμής. Το δόντι έχει πλέον επιστραφεί στην οικογένεια σε μια τελετή που πήρε μέρος στις Βρυξέλλες.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η παρόρμηση του Soete να κρατήσει τα μέρη του σώματος απηχούσε τη συμπεριφορά των Ευρωπαίων αποικιοκρατών αξιωματούχων εκείνες τις δεκαετίες, οι οποίοι έπαιρναν τα λείψανα πίσω στην πατρίδα τους ως μακάβρια ενθύμια. Η πρακτική, επίσης χρησίμευσε και ως τελική ταπείνωση ενός ανθρώπου που το Βέλγιο θεωρούσε έναν άκρως επικίνδυνο εχθρό του.

Ο Soete, μιλώντας σε ένα ντοκιμαντέρ το 1999, περιέγραψε το δόντι και τα δάχτυλα που πήρε ως «ένα είδος κυνηγετικού τροπαίου». Η γλώσσα αυτή υποδηλώνει ότι για τον Βέλγο αστυνομικό, ο Lumumba – ο οποίος ήταν σεβαστός σε όλη την ήπειρο ως ηγετική φωνή της αφρικανικής απελευθέρωσης – ήταν λιγότερο από άνθρωπος. Για την κόρη του Lumumba, Juliana, το ερώτημα είναι αν οι δράστες ήταν άνθρωποι. «Τι ποσότητα μίσους πρέπει να έχεις για να το κάνεις αυτό;», αναρωτήθηκε. «Αυτή είναι μια υπενθύμιση του τι συνέβη με τους Ναζί, που συνέλεγαν κομμάτια ανθρώπων – και αυτό είναι έγκλημα κατά της ανθρωπότητας», δήλωσε στο BBC.

Ο Lumumba έγινε πρωθυπουργός του τότε Βελγικού Κονγκό σε ηλικία 34 ετών. Εκλεγμένος στις τελευταίες ημέρες της αποικιακής κυριαρχίας, ήταν επικεφαλής του υπουργικού συμβουλίου, του πρόσφατα ανεξάρτητου έθνους. Τον Ιούνιο του 1960, κατά την παράδοση της εξουσίας, ο Βέλγος βασιλιάς Bauduin επαίνεσε την αποικιακή διοίκηση και μίλησε για τον πρόγονό του, Λεοπόλδο Β’, ως τον «εκπολιτιστή» της χώρας. Προφανώς, δεν έγινε καμία αναφορά στα εκατομμύρια που πέθαναν ή υπέστησαν βαρβαρότητες κατά την διάρκεια της βασιλείας του, όταν κυβερνούσε αυτό που τότε ήταν γνωστό ως το Ελεύθερο Κράτος του Κονγκό, ως προσωπική του περιουσία.

Αυτή η παράλειψη να αναγνωρίσει το παρελθόν προοιωνίστηκε από μια χρόνια άρνηση από πλευράς του Βελγίου, με το οποίο μόλις τώρα άρχισε να συμβιβάζεται.

Ο Lumumba δεν ήταν τόσο διστακτικός. Σε μια ομιλία που δεν ήταν προγραμματισμένη στην  επίσημη τελετή, ο πρωθυπουργός μίλησε για τη βία και την υποβάθμιση που υπέστησαν οι Κονγκολέζοι. Με συγκλονιστική ρητορική, που διακόπτονταν από χειροκροτήματα και standing ovation (όταν ολοκλήρωσε) περιέγραψε «την εξευτελιστική σκλαβιά που μας επιβλήθηκε με τη βία». Οι Βέλγοι έμειναν έκπληκτοι, σύμφωνα με τον ακαδημαϊκό Ludo De Witte, ο οποίος συνέγραψε μια πρωτοποριακή αφήγηση για τη δολοφονία. Ποτέ άλλοτε ένας μαύρος Αφρικανός δεν τόλμησε να μιλήσει έτσι μπροστά σε Ευρωπαίους. Ο πρωθυπουργός, που ο De Witte λέει ότι είχε χαρακτηριστεί ως αγράμματος κλέφτης στον βελγικό Τύπο, θεωρήθηκε ότι ταπείνωσε τον βασιλιά και άλλους Βέλγους αξιωματούχους.

Κάποιοι υποστήριξαν ότι με την ομιλία του ο Lumumba υπέγραψε τη θανατική του καταδίκη, αλλά η διαδικασία της εκτέλεσης του ολοκληρώθηκε την επόμενη χρονιά εξαιτίας πολιτικών  ελιγμών του Ψυχρού Πολέμου αλλά και της απόφασης του Βελγίου να διατηρήσει τον έλεγχο στη χώρα. Οι Αμερικανοί σύμμαχοι συμφώνησαν και σχεδίασαν τον θάνατό του λόγω μιας πιθανής στροφής του προς τη Σοβιετική Ένωση και την αδιάλλακτη αντιαποικιοκρατία του, ενώ ένας Βρετανός αξιωματούχος έγραψε σε υπηρεσιακό σημείωμα ότι η δολοφονία του ήταν μια επιλογή.

Ωστόσο, φαινόταν ότι υπήρχε ένα προσωπικό στοιχείο στον τρόπο με τον οποίο ο Lumumba δυσφημίστηκε και καταδιώχθηκε. Η ολοκληρωτική καταστροφή του σώματος του, καθώς και η προσπάθεια εξαφάνισης κάθε στοιχείου, μοιάζει με μια προσπάθεια να εξαφανιστεί ο Lumumba από τη μνήμη. Δεν θα υπήρχε μνημείο, καθιστώντας σχεδόν εφικτό να αρνηθεί κανείς ότι ο Lumumba υπήρξε ποτέ. Δεν αρκούσε μόνο να τον θάψουν.

Όμως, τον θυμούνται ακόμα. Με πρώτη την κόρη του Juliana – πρωταγωνίστρια στην εκστρατεία για να επιστρέψει το δόντι στο σπίτι – που πήγε στις Βρυξέλλες για να το παραλάβει.

Σε συνέντευξη της στο BBC, καθώς αναπολεί τις παιδικές της αναμνήσεις, η κ Lumumba αφήνει να της ξεφύγει ένα ζεστό χαμόγελο. Ως το μικρότερο παιδί – και το μοναδικό κορίτσι της οικογένειας – λέει ότι ήταν πολύ δεμένη με τον πατέρα της. Ήταν «λιγότερο από πέντε» όταν έγινε πρωθυπουργός. Θυμάται ότι της επέτρεπαν να βρίσκεται στο γραφείο του – «απλώς καθόμουν και κοιτούσα τον πατέρα μου όταν δούλευε. Για μένα ήταν απλά ο μπαμπάς».

Όμως, αναγνωρίζει ότι ο πατέρας της «ανήκει στη χώρα, γιατί πέθανε για το Κονγκό – για τις δικές του αξίες και πεποιθήσεις και για την αξιοπρέπεια του κάθε Αφρικανού». Αναγνωρίζει επίσης ότι η παράδοση του δοντιού στο Βέλγιο και η επιστροφή του στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό είναι συμβολική «γιατί αυτό που απομένει δεν είναι πραγματικά αρκετό. Αλλά πρέπει να επιστρέψει στη χώρα του όπου χύθηκε το αίμα του».

Το δόντι θα μεταφερθεί σε όλη την αχανή χώρα προτού ταφεί στην πρωτεύουσα. Για πολλά χρόνια, ωστόσο, η οικογένεια Lumumba δεν γνώριζε ακριβώς τι είχε συμβεί στον πατέρα τους, καθώς μια επίσημη σιωπή περιέβαλε τις συνθήκες του θανάτου του.

Το ταξίδι του Lumumba από την  πρωθυπουργία έως την  δολοφονία κράτησε λιγότερο από επτά μήνες. Λίγο μετά την ανεξαρτησία, η χώρα επλήγη από αποσχιστική κρίση καθώς η πλούσια σε ορυκτά νοτιοανατολική επαρχία Κατάνγκα δήλωσε ότι αποσχιζόταν από την υπόλοιπη χώρα. Στο πολιτικό χάος που ακολούθησε, βελγικά στρατεύματα στάλθηκαν με το σκεπτικό ότι θα προστάτευαν τους Βέλγους υπηκόους, αλλά βοήθησαν επίσης στην υποστήριξη της διοίκησης Κατάνγκα, η οποία θεωρήθηκε πιο συνεργάσιμη.

Ο ίδιος ο Lumumba αποπέμφθηκε από την πρωθυπουργία από τον πρόεδρο και λίγο περισσότερο από μια εβδομάδα αργότερα ο αρχηγός του επιτελείου του στρατού, συνταγματάρχης Joseph Mombutu, ανέλαβε την εξουσία. Στη συνέχεια, ο Lumumba τέθηκε σε κατ’ οίκον περιορισμό, δραπέτευσε και συνελήφθη εκ νέου τον Δεκέμβριο του 1960, προτού κρατηθεί στα δυτικά της χώρας. Η παρουσία του εκεί θεωρήθηκε πιθανή πηγή αστάθειας και η βελγική κυβέρνηση ενθάρρυνε τη μεταφορά του στην Κατάνγκα. Κατά τη διάρκεια της πτήσης στις 16 Ιανουαρίου του 1961 δέχθηκε επίθεση καθώς οι ηγέτες της Κατάνγκα αποφάσιζαν τι να κάνουν μαζί του.

Τελικά αποφασίστηκε ότι θα πρέπει να αντιμετωπίσει το εκτελεστικό απόσπασμα και στις 17 Ιανουαρίου εκτελέστηκε, μαζί με δύο συμμάχους του. Τότε παρενέβη ο επίτροπος της αστυνομίας, Soete – συνειδητοποιώντας ότι τα πτώματα μπορούσαν να ανακαλυφθούν, έλαβε την απόφαση «να εξαφανιστούν μια για πάντα!  Δεν πρέπει να μείνει κανένα ίχνος», σύμφωνα με μαρτυρία που αναφέρεται στο βιβλίο του De Witte: The Assassination of Lumumba.

Οπλισμένος με πριόνια, θειικό οξύ, μάσκες προσώπου και μπόλικο ουίσκι, ο Soete οδήγησε μια ομάδα που μετακίνησε, κατέστρεψε και εξαφάνισε τα υπολείμματα. Ήταν μια διαδικασία που αργότερα θα περιέγραφε ως ταξίδι «στα βάθη της κόλασης». Μόλις σχεδόν 40 χρόνια αργότερα, το 1999, αναγνώρισε δημόσια ότι εμπλεκόταν και ότι είχε ακόμα ένα δόντι στην κατοχή του. Είπε ότι είχε απαλλαγεί από τα άλλα μέρη του σώματος που πήρε.

Η κυρία Lumumba αναστενάζει βαθιά όταν θυμάται πως άκουσε πως υπήρχε ένα μέρος του σώματος του πατέρα της που δεν είχε καταστραφεί. «Μπορείτε να φανταστείτε τι ένιωσα για αυτό», λέει με τη φωνή της γεμάτη συγκίνηση. Δεν είναι γνωστό τι έκανε ο Soete με το δόντι όταν αυτό βρισκόταν στην κατοχή του. Μια φωτογραφία το δείχνει σε ένα περιποιημένο κουτί, αλλά δεν είναι σαφές εάν είχε εκτεθεί ποτέ. Παρέμεινε όμως στην οικογένειά του.

Επανήλθε στην επιφάνεια το 2016, όταν η κόρη του Soete, Godelieve, έδωσε μια συνέντευξη στο βελγικό περιοδικό Humo, που δημοσιεύτηκε λίγο πριν από την 55η επέτειο της δολοφονίας του Lumumba.

Μίλησε για τον «καημένο τον μπαμπά» της που έπρεπε να υποφέρει γνωρίζοντας τι έκανε. Η κ. Soete θεώρησε επίσης ότι η οικογένειά της θα έπρεπε να ζητήσει συγγνώμη για την εντολή που έδωσαν οι βελγικές αρχές στον πατέρα της. Είπε επίσης ότι είχε κρατήσει ιδιωτικό αρχείο και παρόλο που μετά το θάνατό του το 2000 πετάχτηκαν πολλά, «μπόρεσε να σώσει ενδιαφέροντα πράγματα». Ανάμεσα σε αυτά ήταν και το δόντι το οποίο έβγαλε για να το δείξει στον δημοσιογράφο και στον φωτογράφο που παρευρισκόταν. Στη συνέχεια κατασχέθηκε από τη βελγική αστυνομία αφού ο De Witte υπέβαλε μήνυση και μετά από τετραετή δικαστική μάχη, ένα δικαστήριο αποφάσισε ότι έπρεπε να επιστραφεί στην οικογένεια Lumumba.

Στο πλαίσιο της εκστρατείας για την ανάκτηση του, η κ. Lumumba έγραψε μια συγκινητική και ποιητική ανοιχτή επιστολή στον βασιλιά Philippe. «Γιατί, μετά την τρομερή δολοφονία του, τα λείψανα του Lumumba καταδικάστηκαν να παραμείνουν μια ψυχή για πάντα περιπλανώμενη, χωρίς τάφο για την αιώνια ανάπαυσή του;», ρώτησε.

Με την επιστροφή του δοντιού, ο πρώην πρωθυπουργός θα έχει τον τελευταίο χώρο ανάπαυσης του σε ειδικό μαυσωλείο στην πρωτεύουσα Κινσάσα. «Αυτό κάνουμε συνήθως στον πολιτισμό μας – μας αρέσει να θάβουμε τους νεκρούς μας», είπε ο Κονγκολέζος ιστορικός και πρεσβευτής της χώρας στον ΟΗΕ, Georges Nzongola – Ntalaja. «Είναι μια παρηγοριά για την οικογένεια και τον λαό του Κονγκό γιατί ο Lumumba είναι ο ήρωάς μας και θα θέλαμε να του κάνουμε μια αξιοπρεπή ταφή.

Παρά την ταφή, εξακολουθεί να υπάρχει ανάγκη να αναλογιστούμε το παρελθόν».

Το βιβλίο του De Witte, το οποίο κατέρριψε επίσημα χρόνια σιωπής, οδήγησε στη δημιουργία (το 1999) μιας κοινοβουλευτικής ομάδας έρευνας με την ευθύνη του προσδιορισμού των «ακριβών συνθηκών της δολοφονίας και της πιθανής εμπλοκής Βέλγων πολιτικών».

Στα συμπεράσματά της, δύο χρόνια αργότερα, έγραψε ότι «οι κανόνες της διεθνούς πολιτικά ορθής σκέψης ήταν διαφορετικοί» στη δεκαετία του 1960. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι δεν αποκαλύφθηκε έγγραφο που διέταζε τη δολοφονία του Lumumba, η έρευνα διαπίστωσε ότι ορισμένα μέλη της κυβέρνησης «ήταν ηθικά υπεύθυνα για τις συνθήκες που οδήγησαν στο θάνατο του».

Ο τότε υπουργός Εξωτερικών του Βελγίου Louis Michel, εξέφρασε τότε «συγγνώμη» και «βαθιά και ειλικρινή» λύπη προς την οικογένεια  Lumumba και τον λαό του Κονγκό. Ο καθηγητής Nzongola-Ntalaja, μιλώντας στο BBC, με προσωπική ιδιότητα, δεν πιστεύει ότι το Βέλγιο έχει αποδεχθεί πλήρως τον ρόλο του στη δολοφονία. «Το Βέλγιο αρνείται να αναλάβει την ευθύνη για κάτι που γνωρίζει ότι έκανε – επομένως δεν είναι απολύτως ικανοποιητικό», είπε. Οι Βέλγοι εισαγγελείς αντιμετωπίζουν τη δολοφονία ως έγκλημα πολέμου, αλλά 10 από τους 12 υπόπτους που εντοπίστηκαν έχουν πεθάνει και μια δεκαετία μετά, η έρευνα προχωρά με πολύ αργούς ρυθμούς.

Η παράδοση του δοντιού θα είναι ένα άλλο στοιχείο στη διαδικασία συμφιλίωσης μεταξύ του Βελγίου και της ΛΔ Κονγκό για την εποχή της αποικιοκρατίας και τον θάνατο του Lumumba.

«Είναι ένα βήμα – και πρέπει να πάμε παραπέρα», λέει η κόρη του. Όμως, υποστηρίζει επίσης ότι πρέπει να υπάρξει κάποιο ξεκαθάρισμα από την πλευρά του Κονγκό, καθώς ορισμένοι συμπατριώτες της συμμετείχαν επίσης στον δολοφονία του πατέρα της. «Πρέπει να αποδεχτούμε την ιστορία μας – τα καλά και τα κακά της».

Σε μια αποστροφή αντάξια του πρώην πρωθυπουργού, λέει ότι «πρέπει να γνωρίσουμε το παρελθόν μας, να χτίσουμε το μέλλον και να ζήσουμε στο παρόν». Η ταφή του δοντιού – που σχεδιάστηκε να συμπέσει με την 61η επέτειο της περίφημης ομιλίας του Lumumba την ημέρα της ανεξαρτησίας – θα προσφέρει την ευκαιρία να ξαναδούμε αυτό το παρελθόν.

Πηγή: BBC News

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης