Την ίδια ώρα που οι άνοιγαν οι πόρτες του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου για βοήθεια στη χώρα μας, κάποιες άλλες πόρτες παρέμεναν ερμητικά κλειστές.

Δίπλα από την αίθουσα των κοινοβουλευτικών συντακτών, μια όμορφη κομψή δεσποινίδα προσπαθούσε να ανοίξει την πόρτα του πολιτικού της γραφείου. Όμως, με τον καφέ στο ένα χέρι και το νερό στο άλλο, είδε ότι της ήταν αδύνατο να το πετύχει.

Η νεαρά κυρία θύμισε, με την υπερπροσπάθειά της αυτή, την Ελλάδα που από τη μια κοκορεύεται ότι θα τα καταφέρει μόνη της και από την άλλη στέλνει ραβασάκια για βοήθεια στους εταίρους.

«Να σας βοηθήσω δεσποινίς μου;» ρώτησε ο γραβατωμένος κύριος που την έβλεπε να παιδεύεται, μόνο και μόνο για να εισπράξει την άρνηση της ωραίας κυρίας.

(Εκείνη αποφάσισε τελικά να αφήσει τον καφέ και το νερό της στο διπλανό τραπέζι και συνέχισε απερίσπαστα το ξεκλείδωμα της πόρτας του… παραδείσου).

Ωστόσο, η πόρτα δεν έλεγε να ανοίξει… Μια πόρτα που δεν ήταν καν ασφαλείας, σαν εκείνη του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Κι όμως το άτιμο το κλειδί δεν γυρνούσε…

Κι εκεί που η κυρία έδειχνε εντελώς απογοητευμένη, αφού εν τω μεταξύ είχε δοκιμάσει κι άλλα κλειδιά, μπας και είχε κάνει λάθος, ακούστηκε επιτέλους ο πολυπόθητος θόρυβος του ξεκλειδώματος και επέστρεψε έτσι το χαμόγελο στα χείλη της.

«Είναι απίστευτο… Είχα αρχίσει να απογοητεύομαι!» μουρμούρισε ανακουφισμένη.

«Συγγνώμη, σε ποιον ανήκει αυτό το πολιτικό γραφείο;» ρώτησε ο κύριος που παρακολούθησε το όλο σκηνικό.

«Είναι του Επιτίμου…» απάντησε εκείνη, με αποτέλεσμα ο γραβατωμένος να φύγει μακριά της, σχεδόν τρέχοντας και ξεκαρδισμένος στα γέλια!