Συνέντευξη του πρ. Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων και βουλευτή Β΄ Αθηνών – ΠΑΣΟΚ, Απόστολου Κακλαμάνη, στη Μιρέλλα Καλοστύπη για τη zougla.gr
1) Είναι ορθό στις μέρες μας, που η Δημοκρατία έχει εδραιωθεί, να μιλούμε ακόμη για “ παραταξιακό Τύπο”;
Καταρχήν πιστεύετε ότι «η Δημοκρατία έχει εδραιωθεί» επειδή δεν κινδυνεύει πια να καταργηθεί με τα τανκς; Θα συμφωνήσω. Αλλά στις μέρες μας οι εχθροί της Δημοκρατίας δεν έχουν ανάγκη τα τανκς για να επιβάλουν τη θέλησή τους. Υπάρχει ένα ισχυρότερο όπλο, τα ΜΜΕ. Ο έλεγχός τους μπορεί να καταργήσει, ουσιαστικά, τη Δημοκρατία, να την καταστήσει «γράμμα κενό περιεχομένου»! Όπως έγραψε ο Karl Popper «η δύναμη της τηλεόρασης είναι τόση, ώστε δεν μπορεί να την αντέξει η Δημοκρατία».
Τώρα, σε ό,τι αφορά το φαινόμενο του παραταξιακού Τύπου, αυτό δεν είναι σημερινό, ούτε κατ’ ανάγκην αρνητικό. Οι ρίζες του, άλλωστε, ήδη από την εποχή της Γαλλικής Επανάστασης, βρίσκονται στη διαμόρφωση ιδεολογικών και πολιτικών παρατάξεων. Το πρόβλημα δεν είναι αν ένα έντυπο ή άλλο Μέσο Μαζικής Ενημέρωσης, έχει μια ιδεολογική ή ακόμα και κομματική τοποθέτηση. Πρόβλημα υπάρχει όταν, ενώ υποτίθεται πως μια εφημερίδα ή ένα «κανάλι» έχει μια συγκεκριμένη πολιτική γραμμή, στην πραγματικότητα χρησιμοποιείται από εξωθεσμικά κέντρα ισχύος, οικονομικά κατά κανόνα, προκειμένου να επιτευχθούν ιδιοτελείς επιδιώξεις, πέραν της αυτονόητης, για κάθε επιχειρηματική δραστηριότητα, επιδίωξης κέρδους. Στις περιπτώσεις αυτές η αναγνωσιμότητα ή η τηλεθέαση χρησιμοποιούνται για συναλλαγές, εκβιασμούς και αλληλεξαρτήσεις με την πολιτική εξουσία και τους φορείς της, που αλλοιώνουν την ουσία και συρρικνώνουν το περιεχόμενο της ίδιας της Δημοκρατίας.
2) Ο κομματικός ή παραταξιακός Τύπος είναι μια πραγματικότητα που εξυπηρετεί έναν προσυμφωνημένο άρα “ελεγχόμενο πλουραλισμό” κι επομένως η ελευθερία της γνώμης και της δημοσίευσης των γεγονότων τελικά “κομματικοποιείται”;
Κατά τη γνώμη μου, είναι υγιές φαινόμενο -και αναπόφευκτο, αν θέλετε- κάθε γνώμη να επηρεάζεται από την ιδεολογική τοποθέτηση εκείνου που την εκφράζει, είτε είναι πολιτικός, είτε δημοσιογράφος, είτε πολίτης που παρεμβαίνει στα κοινά. Δεν υπάρχει, άλλωστε, μία και μόνη αλήθεια. Εμένα, λοιπόν, δεν με ενοχλεί ο «κομματικός», ή «παραταξιακός» τύπος, που απευθύνεται προφανώς σε κοινό που πρόσκειται ιδεολογικά και πολιτικά, ούτε ο δημοσιογράφος που εκφράζεται εργαζόμενος στο αντίστοιχο στις ιδέες και το πολιτικό του «πιστεύω» Μέσο. Αρκεί, διαχωρίζοντας τη γνώμη ή το σχόλιό του από την είδηση, να με σέβεται ως σκεπτόμενο αναγνώστη ή ακροατή. Η υπεροχή της πραγματικής Δημοκρατίας έναντι κάθε άλλης μορφής κοινωνικής οργάνωσης και διακυβέρνησης βρίσκεται ακριβώς στο ότι προϋποθέτει όλες οι απόψεις να έχουν την δυνατότητα να δημοσιοποιούνται. Και όλοι οι πολίτες να έχουν την ανάλογη παιδεία, οικονομική δυνατότητα και ελευθερία πρόσβασης και αξιολόγησης όλων των απόψεων που δημοσιοποιούνται, ελεύθερα και ανεμπόδιστα. Εδώ γεννιέται το μεγάλο σύγχρονο πρόβλημα, μιας ουσιαστικά ανολοκλήρωτης Δημοκρατίας, αφού, όπως είναι γνωστό, ο έλεγχος της ενημέρωσης βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό στα χέρια μιας ολιγαρχίας του χρήματος. Γιατί -κακά τα ψέματα- η κυκλοφορία των πολιτικών, κοινωνικών και πολιτισμικών ιδεών, όπως και κάθε προϊόντος λόγου ή τέχνης, απαιτεί οικονομικά μέσα που δεν είναι στη διάθεση καθενός μας. Συνεπώς, αυτό που βλάπτει δεν είναι ο κομματικός ή παραταξιακός Τύπος ούτε, φυσικά, ο αδέσμευτος. Βλάπτει, πρώτον, ο εμφανιζόμενος σαν παραταξιακός ή αδέσμευτος Τύπος, όταν στην πραγματικότητα δεν προωθεί τις ιδέες ή τις πολιτικές θέσεις μιας πολιτικής παράταξης ως παραταξιακός, ή ουδεμιάς, ως αδέσμευτος, αλλά συμφέροντα συχνά αφανή, και δεύτερον, όταν η δύναμη του Τύπου και ιδίως του ηλεκτρονικού υπερβαίνει τις αντοχές της Πολιτείας να θεσπίσει και να εφαρμόσει κανόνες που εξασφαλίζουν την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών -κάτι που αποτελεί το οξυγόνο της δημοκρατίας.
3) Ποιος αποφασίζει για τον κύριο προσανατολισμό ενός Μ.Μ.Ε.; Η αγορά, οι δημοσκοπήσεις, οι επενδυτές ή οι δημοσιογράφοι; Από πού δίδεται, αυτό που λέμε «γραμμή»;
Προφανώς οι επενδυτές-ιδιοκτήτες δίνουν τη «γραμμή», ανάλογα με τους επιχειρηματικούς τους στόχους για τη συγκεκριμένη ή άλλες επιχειρήσεις τους. Στη δεύτερη περίπτωση βρίσκεται, κυρίως, και η παθογένεια των ΜΜΕ, που αποτελεί απειλή για το δημόσιο συμφέρον και τη Δημοκρατία.
Δυστυχώς, η εμπειρία μάς διδάσκει ότι ολοένα και περισσότερο αναπτύσσεται μία σχέση αλληλεξάρτησης της πολιτικής εξουσίας και των ιδιοκτητών των Μέσων. Όσο περισσότερο μια κυβέρνηση «συναλλάσσεται» αδιαφανώς, τόσο πιο πολύ αποθρασύνεται η άλλη πλευρά και αντιστρόφως. Το βλέπουμε αυτό τα τελευταία πέντε χρόνια με την κυβέρνηση της Ν.Δ., η οποία, αφού εγκατέλειψε τις δήθεν «ηρωικές» εξαγγελίες στου «Μπαϊρακτάρη» και τον «βασικό μέτοχο», έφτασε να γίνει έρμαιο εκβιασμών του κάθε καλόγερου, του κάθε «Χριστοφοράκου», του κάθε μεγαλοεργολάβου που βλέπει τον τόπο ως οικόπεδο προς εκμετάλλευση.
Η παθογένεια αυτή των ΜΜΕ, που είναι επικίνδυνη για την Δημοκρατία, θα θεραπευτεί μόνο με την πολιτική αφύπνιση του λαού.
Οι πολίτες πρέπει να καταλάβουν ότι η συμμετοχή και ο έλεγχός τους είναι αναγκαίος για να λειτουργήσει το κομματικό σύστημα της Κοινοβουλευτικής Δημοκρατίας. Για να υποχρεωθούν τα κόμματα να θωρακίσουν την εσωτερική τους λειτουργία με τρόπο, που να καθιστά αναποτελεσματικές τις εξωθεσμικές «παρεμβάσεις». Αλλιώς θα διαιωνίζεται αυτή η κατάσταση και τα ΜΜΕ θα εξακολουθήσουν να χρησιμοποιούνται σαν «πολιορκητικός κριός» σε βάρος της συνείδησης του πολίτη με σκοπό τη χειραγώγηση του λαού και των δημοκρατικών θεσμών.
4) Είναι ορθό και θεμιτό το ιδιοκτησιακό καθεστώς, αλλά και η λειτουργία των μέσων ενημέρωσης σε μια χώρα ελεύθερη και δημοκρατική, να διέπεται από τους ίδιους κανόνες που ισχύουν για οποιαδήποτε άλλη επιχειρηματική, εμπορική, επενδυτική πρωτοβουλία και δραστηριότητα;
Πρέπει να γίνει ένας σαφής διαχωρισμός. Ασφαλώς τα ΜΜΕ είναι επιχειρήσεις και δρουν στο πλαίσιο της οικονομίας της αγοράς. Αλλά αυτή η δράση δεν πρέπει, όπως μας διδάσκει και η εμπειρία της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης να είναι ανεξέλεγκτη. Δεν μπορεί η αγορά να λειτουργεί χωρίς κανόνες. Από την άλλη, ένα Μέσο Ενημέρωσης δεν είναι απλώς μία ακόμα επιχείρηση, όσο κι αν δεν είναι, πια, μια έπαλξη ιδεών. Το Σύνταγμα και η κοινή μας νομοθεσία καλύπτουν πλήρως αυτό το ζήτημα. Αλλά, δυστυχώς, η ισχύς των επιχειρηματιών και η ατολμία, αν όχι κάτι χειρότερο, των κυβερνήσεων έχουν αχρηστεύσει και το Σύνταγμα και τους νόμους.
Το πρόβλημα είναι οξύτερο, σε ό,τι αφορά τα ηλεκτρονικά μέσα. Πρέπει επιτέλους να μπει ένα τέλος στο καθεστώς ημιπαρανομίας που εγκαινίασε η κυβέρνηση συνεργασίας Ν.Δ. – Συνασπισμού το 1989. Και φυσικά, τόσο για τα ηλεκτρονικά όσο και για τα υπόλοιπα Μέσα, όπως οι εφημερίδες, πρέπει να υπάρξουν αλλά και να εφαρμοστούν ρυθμίσεις που θα εξασφαλίζουν την τήρηση όλων όσα προβλέπει το Σύνταγμα (άρθρα 14,15) για τη λειτουργία των ΜΜΕ. Πρωτίστως, πρέπει να κατοχυρωθεί η διαφάνεια των κεφαλαίων τους, περιλαμβανομένων των κρατικών άμεσων (π.χ. διαφημίσεις) ή έμμεσων (π.χ. τραπεζικά δάνεια) ενισχύσεων.
5) Τελικά, είναι οι δημοσιογράφοι ελεύθεροι να γράφουν και να λένε τα πράγματα με το όνομά τους ή εγκλωβίζονται στις μυλόπετρες της διαπλοκής πολιτικών – επιχειρηματιών με αποτέλεσμα είτε να συντρίβονται είτε να εξοστρακίζονται από το “παιχνίδι” της ενημέρωσης είτε να συμμορφώνονται στους κανόνες του παιχνιδιού αν θέλουν να έχουν μια ελπίδα κάποτε να διαπρέψουν και να ξεχωρίσουν από το πλήθος;
Το δεύτερο σκέλος της ερώτησης περιγράφει πιστά την κατάσταση που κυριαρχεί σήμερα στα ελληνικά ΜΜΕ. Δε θα πάψω να τονίζω ότι ο ρόλος των δημοσιογράφων είναι καθοριστικός για τη λειτουργία της Δημοκρατίας. Η ελεύθερη άσκηση του δημοσιογραφικού λειτουργήματος είναι αναντικατάστατη προϋπόθεση για τη σφαιρική πληροφόρηση των πολιτών. Χωρίς ενημερωμένο πολίτη, δεν λειτουργεί ουσιαστικά η Δημοκρατία.
Έχω, επίσης, πολλές φορές τονίσει την ανάγκη να θωρακιστεί ο δημοσιογραφικός κόσμος θεσμικά, ώστε ο δημοσιογράφος να μην αποτελεί έρμαιο στη βούληση του κάθε «αφεντικού», είτε πρόκειται για τους επιχειρηματίες είτε για διευθυντικά στελέχη στα μέσα που εργάζεται.
Αλλά εδώ υπάρχει και η μεγάλη ευθύνη των ίδιων των εργαζομένων στο χώρο της ενημέρωσης, όσο θα υποκύπτουν στις «συστάσεις» ή τις απροκάλυπτες απειλές αδιαμαρτύρητα. Κυρίως, όμως, όσο θα επιβιώνουν συντεχνιακές λογικές που κατακερματίζουν συνδικαλιστικά το χώρο των ΜΜΕ, αδυνατίζοντας έτσι τη θέση του και τη δυνατότητά του να διεκδικεί την αυτονομία του. Στις σύγχρονες συνθήκες και με την οικονομική κρίση να προσθέτει ακόμη περισσότερα προβλήματα στη λειτουργία της ενημέρωσης, όπως απέδειξε και το κλείσιμο του Ελεύθερου Τύπου και του City Fm, γίνεται κατανοητή η ανάγκη για τη δημιουργία ενός Συνδικάτου Τύπου που θα συμπεριλάβει όλους τους εργαζόμενους στα ΜΜΕ. Πρόκειται για μια πρόταση που διατύπωσα για πρώτη φορά πριν από 15 χρόνια, μιλώντας, με την ιδιότητα του Προέδρου της Βουλής, στο ιδρυτικό συνέδριο της Π.Ο.Ε.Σ.Y. Μόνο ένα συνδικάτο που θα ενοποιήσει τις δυνάμεις όλων -από τον τεχνικό και τον εφημεριδοπώλη μέχρι τον διοικητικό και τον δημοσιογράφο- μπορεί να ισορροπήσει τη δύναμη της εργοδοσίας και να εξασφαλίσει τη δημοκρατική λειτουργία του Τύπου.
