Η παροχή ποιοτικών υπηρεσιών σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας είναι μια βασική συνιστώσα της δημόσιας υγείας. Στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος, ωστόσο, υπάρχουν ανεπαρκείς και μη τεκμηριωμένες επιστημονικά πολιτικές στον τομέα αυτό. Μια ομάδα ερευνητών προσπάθησε να καλύψει το κενό και να βοηθήσει στον επαναπροσδιορισμό των προτεραιοτήτων αναφορικά με τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία των εφήβων στις χώρες αυτές. Τα αποτελέσματα που βασίζονται στα δεδομένα που παρέχουν σχεδόν 300 ειδικοί δημοσιεύτηκαν μέσα στον Ιανουάριο από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ).
Οι συγγραφείς αναφέρουν χαρακτηριστικά ότι, πάρα τη δέσμευση πολλών κυβερνήσεων ότι θα αντιμετώπιζαν τα προβλήματα υγείας που εντοπίζονται συνήθως στους εφήβους, πολύ λίγα είναι τα στοιχεία που μπορούν να απαντήσουν στο ερώτημα εάν οι δεσμεύσεις αυτές είχαν τελικά κάποιο αποτέλεσμα.
Για τη διεξαγωγή της μελέτης οι ερευνητές τροποποίησαν τη μέθοδο προσδιορισμού των προτεραιοτήτων, όπως αυτή ορίζεται από την πρωτοβουλία του Π.Ο.Υ. για την έρευνα σχετικά με την παιδική υγεία και διατροφή. Για την τροποποίηση χρησιμοποίησαν δεδομένα από 300 ειδικούς ερευνητές, διαχειριστές προγραμμάτων υγείας, καθώς και δωρητές από όλες τις αναπτυσσόμενες χώρες και περιοχές, οι οποίοι εκπροσωπούν ένα ευρύ φάσμα εξειδίκευσης στη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία. Κατά τη διάρκεια μιας διαδικασίας τριών φάσεων, οι ερευνητές ζήτησαν από τους ειδικούς να κατατάξουν τους τομείς της υγείας που χρήζουν βελτίωσης κατά σημαντικότητα, στη συνέχεια να διατυπώσουν ερευνητικά ερωτήματα για τον κάθε τομέα και τέλος να κατατάξουν τα διατυπωμένα αυτά ερωτήματα κατά σειρά προτεραιότητας.
Τα ερωτήματα που ήταν πρώτα στη λίστα αναφέρονταν κυρίως στον προσδιορισμό των προβλημάτων που έπλητταν τους εφήβους και τον προσδιορισμό των παρεμβάσεων που χρειάζονται βελτίωση. Οι ερευνητές, μάλιστα, παρατήρησαν ότι στα πρώτα αυτά ερωτήματα δεν δόθηκε έμφαση σε βασικά ζητήματα αναφορικά με τη συχνότητα εμφάνισης των προβλημάτων, αλλά η επικέντρωση ήταν στην αναβάθμιση των ήδη υπαρχόντων παρεμβάσεων και στη δημιουργία νέων.
Οι ερευνητές ευελπιστούν ότι τα ευρήματα της μελέτης αυτής μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως εργαλείο, έτσι ώστε και οι σχεδιαστές και διαχειριστές των προγραμμάτων υγείας, αλλά και οι δωρητές να στοχεύουν απευθείας στους προβληματικούς τομείς της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας των εφήβων κατά προτεραιότητα. Αν και σε παγκόσμιο επίπεδο με εξαίρεση την Υποσαχάρια Αφρική ο πληθυσμός των εφήβων έχει εξισορροπηθεί, είναι απαραίτητη η ανάπτυξη πολιτικών και προγραμμάτων που απευθύνονται με επιτυχία στις ιδιαίτερες ανάγκες της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας στην ηλικιακή αυτή ομάδα.
Πηγή: medicalnewstoday
Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος,
συνεργάτης του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,
www.andrologia.gr
