Η διαμόρφωση των κατάλληλων προϋποθέσεων και η καλλιέργεια γόνιμου εδάφους για την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών επιχειρήσεων εμφανίζεται όχι μόνο ως κορωνίδα, αλλά και αποτελεί σημαία των εξαγγελιών της κυβέρνησης για την ανάπτυξη της οικονομίας της χώρας. Όμως, σε ό,τι αφορά στον κλάδο Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών, η προσέγγιση αυτή, ειδικά σε σχέση με τον τομέα της εκπαίδευσης, παίρνει μια νέα τροπή. Μια τροπή που αλλάζει τα δεδομένα στον ανταγωνισμό όπως τον ξέραμε, καθώς ο δημόσιος τομέας θα ανταγωνίζεται εφεξής τόσο ευθέως όσο και ετεροβαρώς τον ιδιωτικό τομέα Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών.
Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 30 του νομοσχέδιου προβλέπεται ότι πόρους του ΙΤΥΕ αποτελούν και «β) τα έσοδα από την παροχή υπηρεσιών και τη διάθεση προϊόντων καθώς και την εκτέλεση έργων για λογαριασμό τρίτων»…. «δ) Ειδικές εισφορές ή χρηματοδοτήσεις από δημόσιους ή ιδιωτικούς φορείς επιχειρήσεις και οργανισμούς της ημεδαπής ή της αλλοδαπής ύστερα από έγκριση του Διοικητικού Συμβουλίου» και…. «η) Έσοδα από συμμετοχή σε άλλα νομικά πρόσωπα ιδιωτικού δικαίου”, ενώ παράλληλα ρητά στο ίδιο άρθρο καθιερώνεται η δυνατότητα να λαμβάνονται επιχορηγήσεις από τον τακτικό προϋπολογισμό του Υπουργείου Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης και Θρησκευμάτων, αλλά και διάφορες επιχορηγήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση και άλλους διεθνείς οργανισμούς.
Συνεπώς, το νομικό πρόσωπο πλέον θα δραστηριοποιείται αποκλειστικά σε τομείς όπου δραστηριοποιούνται σήμερα οι επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, θα μπορεί να λαμβάνει άμεσα κρατικές ενισχύσεις, με τη μορφή χρηματοδότησης από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά και επιχορηγήσεις από την Ευρωπαϊκή Ένωση, διαμορφώνοντας έτσι μία κατάσταση αθέμιτου ανταγωνισμού εις βάρος των επιχειρήσεων του ιδιωτικού τομέα.
Ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων Πληροφορικής & Επικοινωνιών Ελλάδας θεωρεί ότι το εν λόγω κεφάλαιο του νομοσχεδίου όχι μόνο αποτελεί πρωτοφανή καταστρατήγηση κάθε έννοιας λειτουργίας του ελεύθερου ανταγωνισμού, αλλά και κρατική παρέμβαση που υπονομεύει τον κλάδο Τεχνολογιών Πληροφορικής και Επικοινωνιών στην Ελλάδα που, κατά τα άλλα, αναγνωρίζεται και χαιρετίζεται από την ίδια την κυβέρνηση ως δύναμη προοπτικής και ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας.
Στην εποχή της υλοποίησης του ψηφιακού οράματος, μέσω της εξειδίκευσης και της εκπόνησης συγκεκριμένων σχεδίων, το Υπουργείο Παιδείας, Διά Βίου Μάθησης & Θρησκευμάτων μπερδεύει τον ρόλο και την αποστολή των εκπαιδευτικών φορέων με της αγοράς. Οι ενστάσεις του ΣΕΠΕ δεν πηγάζουν από τα επιχειρηματικά συμφέροντα του κλάδου. Πηγάζουν και στηρίζονται στην εμπειρία ετών και στη σταθερή άποψη, πως ο καθένας έχει την αποστολή του και, όταν αφήνεται το περιθώριο για συγχύσεις, τότε το αποτέλεσμα δεν είναι το προσδοκώμενο, δηλαδή η πρόοδος και η ανάπτυξη. Ήδη η Ελλάδα έχει χάσει οκτώ θέσεις στην παγκόσμια κατάταξη της τεχνολογικής ετοιμότητας σύμφωνα με την έκθεση “The Global Information Technology Report 2010 – 2011” του World Economic Forum. Δεν έχουμε άλλα περιθώρια για απώλειες και πειραματισμούς. Δυστυχώς, ως χώρα φαίνεται πως δεν έχουμε διδαχτεί από τα λάθη του παρελθόντος και επιμένουμε να τα διαιωνίζουμε εσαεί, αδιαφορώντας για τις συνέπειες που ήδη τις πληρώνουμε πολύ ακριβά.
Άραγε, τι νόημα έχουν οι εξαγγελίες για αποκρατικοποιήσεις, όταν παραδείγματα σαν το ΙΤΥΕ διογκώνουν ακόμη περισσότερο το κράτος που θέλει να συνεχίζει να «επιχειρεί κρατικά» και μάλιστα εκ του ασφαλούς;
