Είσαι γύρω στα 30 (πάνω κάτω μία πενταετία). Έχεις σπουδάσει, απέκτησες μεταπτυχιακό, μιλάς μία με δύο ξένες γλώσσες.

Όταν ήσουν 10 ετών ήθελες να γίνεις μπαλαρίνα, πριγκίπισσα, βασίλισσα. Στα 15 σου, γιατρός, δικηγόρος, αρχιτέκτονας, και στα 20… brand manager, project manager σε offshore ή IT specialist. Σήμερα, κοιτώντας το γραφείο όπου δουλεύεις, συνειδητοποιείς ότι καλύτερα να είχες μείνει στο αρχικό σου πλάνο.

Πηγαίνεις γυμναστήριο (όποτε μπορέσεις, δηλαδή μία φορά το εξάμηνο), κάνεις συνέχεια δίαιτες και διαβάζεις το ζώδιό σου. Έχεις διάφορα ενδιαφέροντα, σου αρέσει το έντεχνο, νιώθεις καλλιεργημένη, διαβάζεις λιγότερο απ’ όσο θα ήθελες, βλέπεις Sex And The City και πηγαίνεις σινεμά. Στη ντουλάπα σου έχεις ακόμη μερικά ξεχασμένα τεύχη του cosmopolitan και στη βιβλιοθήκη σου υπάρχουν βιβλία των Μαρκές, Ουμπέρτο Έκο, Ίρβιν Γιάλομ και Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα.

Έχεις πληθώρα cds, τα οποία σπανίως ακούς. Αγοράζεις τουλάχιστον δύο εφημερίδες κάθε Κυριακή (με κριτήριο το dvd) και αρχίζεις την ανάγνωσή τους από τα ένθετα: πρώτα τα lifestyle, μετά τα τηλεοπτικά και τέλος -αν προλάβεις- ρίχνεις και μια ματιά στην εφημερίδα.

Ξυπνάς κάθε πρωί με κάτι μούτρα μέχρι το πάτωμα και πίνεις έναν καφέ. Ντύνεσαι, βάφεσαι, ετοιμάζεσαι. Βγάζεις από την πρίζα τον φορτιστή και βάζεις στην τσάντα σου το κινητό. Παίρνεις το αυτοκίνητο, το μετρό, το τρόλεϊ, το λεωφορείο και πηγαίνεις στη δουλειά (την οποία δυσκολεύθηκες να βρεις, αλλά τέτοια που είναι, εύχεσαι να μην την είχες βρει), πίνεις έναν καφέ, τσεκάρεις το e-mail σου, ανοίγεις το in.gr, διαβάζεις το Μετρόραμα και την AthensVoice, παίρνεις κάνα τηλέφωνο, κουτσομπολεύεις με τους συναδέλφους, χασμουριέσαι κι αρχίζεις να μελετάς νούμερα και να γράφεις αναφορές. Κατά τη διάρκεια της μέρας, πετάγεσαι να πληρώσεις το κινητό, τη ΔΕΗ, την Tellas, τη δόση για το αυτοκίνητο και το στεγαστικό. Παίρνεις και μία τυρόπιτα. Όταν τη φας, αισθάνεσαι ενοχές για τις θερμίδες που απέκτησες, για τις κακές διατροφικές σου συνήθειες, για τα ευρώ που ξοδεύεις αλόγιστα σε σαχλαμάρες, για τα παιδάκια στο Τζιμπουτί που δεν έχουν να φάνε.

Σχολάς (γύρω στις 4, στις 5 ή και πολύ αργότερα). Παίρνεις το αυτοκίνητο, το μετρό, το τρόλεϊ, το λεωφορείο και γυρίζεις πίσω πτώμα.

Δεν έχεις καμία όρεξη να βγεις, αλλά για να μην σε πουν αντικοινωνική και ξενέρωτη κανονίζεις να βρεθείς με την παρέα σου στην άλλη άκρη της πόλης, σε ένα μπαράκι πολύ κατώτερο από το κουτούκι που βρίσκεται στη γωνία, ακριβώς δίπλα στο σπίτι σου. Όταν φθάσεις στο μπαράκι κι αφού ταλαιπωρηθείς να βρεις θέση να παρκάρεις, στριμώχνεσαι σε ένα τραπεζάκι ασφυκτικά τοποθετημένο ανάμεσα σε άλλα και νιώθεις και χαρούμενη που βρήκες να κάτσεις γιατί δεν μπορείς άλλο σκαρφαλωμένη στα δωδεκάποντα.

Εκνευρίζεσαι με την κάπνα, τη μουσική, το γέλιο της κυράς στο διπλανό τραπέζι, την αγένεια του σερβιτόρου και βεβαίως τον αδικαιολόγητα υπέρογκο λογαριασμό, που σου δημιουργεί και πάλι τους γνωστούς συνειρμούς για τα πεταμένα ευρώ και τα παιδάκια του Τζιμπουτί.

Είχες όνειρα. Ναι! Ήθελες να παντρευτείς, να κάνεις πολλά παιδάκια και να μένεις σε ένα μεγάλο σπίτι με θέα τη θάλασσα. Κοιτάς την τελευταία μισθοδοσία σου και συμβιβάζεσαι με πολιτικό γάμο, ένα παιδί και θέα στον ακάλυπτο.

Κορνιζάρεις και κρεμάς στον τοίχο, τα πτυχία που είχαν υποσχεθεί να σε κάνουν σπουδαίο άνθρωπο.
Συμβιβάζεσαι με την κακογουστιά, την αγένεια, την αναξιοκρατία, τη μαζικότητα. Συμβιβάζεσαι με το έτερον ήμισυ, παρά το γεγονός ότι κατά βάθος είσαι εγωίστρια και θα ήθελες να είσαι πάντα από πάνω. Ας όψεται η χαμηλή αυτοεκτίμηση που σου κληροδότησαν τα καχεκτικά μοντέλα, τα διάφορα γυναικεία αναγνώσματα και όλος αυτός ο δήθεν υπέρλαμπρος κόσμος της χαλαρότητας, της ευζωίας και της showbiz. Ξέρεις ότι δεν είσαι πανέξυπνη, πανέμορφη ή επιτυχημένη. Συμβιβάζεσαι και με αυτό. Εντέλει, φθάνεις να συμβιβάζεσαι με τον συμβιβασμό.

Συνειδητοποίησες ότι η γενιά σου έχαψε την παραμύθα που της σερβίρανε κάθε λογής βιτρίνες. Την παραμύθα του χύμα, του εύκολου, του φτιασιδωμένου και του κουτσομπολίστικου.Αλλά ώσπου να το συνειδητοποιήσεις. μεγάλωσες!

«Μα δεν μπορεί εγώ η φιλόδοξη να είμαι ακόμη εδώ, στην Κυψέλη, στο Παγκράτι, στην Πλατεία Βικτωρίας» σκέφτεσαι. «Πότε θα πάω εκδρομές σε εξωτικούς προορισμούς; Πότε θα μείνω σε εκείνο το ξενοδοχείο που μοιάζει με καράβι, στο Ντουμπάι; Πότε θα αγοράσω τηλεόραση plasma για να την εγκαταστήσω στην υπέροχη μεζονέτα μου στην εξοχή; Πότε θα βρω το χρόνο να διαβάσω όλα τα βιβλία που θέλω, να ταξινομήσω όλα τα άρθρα που έχω κρατήσει, να ακούσω όλα τα cds που έχω αντιγράψει και να δω όλα τα dvds που έχω συγκεντρώσει από τις εφημερίδες; Ποιος θα μου πει πότε να επαναστατήσω επιτέλους;»

Υπήρξαν γυναίκες που αναδείχτηκαν μέσα από ένδοξους αγώνες. Όλες έφαγαν τελικά τα μούτρα τους, αλλά τους έμεινε τουλάχιστον η ανάμνηση ότι αγωνίσθηκαν για κάτι. Λυπάμαι πολύ. Εσύ είσαι ο πιο αδύναμος κρίκος. Η ιστορία σου κλήρωσε κι εσένα μία επανάσταση. Αυτήν του lifestyle και της τεχνολογίας. Είσαι μια φρενήρης, ανικανοποίητη καταναλώτρια. Game over.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης