Επιμέλεια: Άννα Δόλλαρη
Η διακυβερνητική σύνοδος Ελλάδας – Κύπρου που έλαβε χώρα στο Μέγαρο Μαξίμου, κατέληξε σε αποφάσεις για το υπεράκτιο καλώδιο. Οι πρωθυπουργοί, Κυριάκος Μητσοτάκης και Νίκος Χριστοδουλίδης, επανέλαβαν τη στρατηγική τους δέσμευση για την υλοποίηση του εξαιρετικά σημαντικού έργου GSI (καλώδιο Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ), αλλά ταυτόχρονα αποφάσισαν και μία ουσιαστική μεταβολή στις παραμέτρους του.
Στόχος τους να θωρακίσουν το έργο έναντι των γνωστών γεωπολιτικών κινδύνων, κυρίως σε ότι αφορά στην Τουρκία, η οποία μέσω των εντάσεων στην ευρύτερη περιοχή, δεν αποκλείεται να δημιουργήσει σκηνικό τύπου Κάσου, εφόσον το έργο μπει ξανά «στις ράγες».
Η συμφωνία αυτή έρχεται σε συνέχεια της συνάντησης στο περιθώριο της Γενικής Συνέλευσης του United Nations, όπου είχε τεθεί ως απαραίτητη προϋπόθεση για την πρόοδο του έργου η συνέπεια και από τις δύο πλευρές.
Ωστόσο, στη συνέχεια προέκυψαν οι έντονες συγκρούσεις μεταξύ της ΑΔΜΗΕ (Ελλάδας) και της κυπριακής κυβέρνησης καθώς και της ΡΑΕΚ (Ρυθμιστικής Αρχής Ενέργειας Κύπρου), οι οποίες ανέδειξαν ότι χωρίς προσεκτικούς χειρισμούς, η υλοποίηση κινδύνευε να καθυστερήσει ή ακόμη και να «τιναχθεί στον αέρα».
Ιδιαίτερη αίσθηση προκάλεσε η απουσία του κυπριακού Υπουργού Οικονομικών Μάκη Κεραυνού, από τη χθεσινή αποστολή: ενώ συμμετείχαν 10 υπουργοί και υφυπουργοί, καθώς και 6 συνεργάτες της Προεδρίας, ο υπουργός που εμφανίζεται ως επικριτής του έργου, επικαλούμενος μελέτες βιωσιμότητας οι οποίες δεν έχουν δημοσιοποιηθεί, δεν έδωσε το «παρών».
Κομβικής σημασίας παράμετρος είναι η απόφαση για τροποποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του GSI, ώστε να επιτραπεί η ενδεχόμενη συμμετοχή αμερικανικών και ισραηλινών εταιρειών / επενδυτών. Συγκεκριμένα, πληροφορίες αναφέρουν πως το DFC διερευνά τη δυνατότητα συμμετοχής του στο έργο.
Ταυτόχρονα, ήδη εδώ και έναν χρόνο η γαλλική Meridien έχει εκδηλώσει ενδιαφέρον. Ο Πρωθυπουργός Μητσοτάκης δεν απέκρυψε αυτή την προοπτική, δηλώνοντας ότι «ίσως το έργο να ενισχυθεί με την είσοδο νέων ισχυρών επενδυτών, κάτι που θα είναι, προφανώς, προς όφελος όλων μας».
Με τον Πρόεδρο @Christodulides αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στην άμεση επικαιροποίηση των οικονομοτεχνικών παραμέτρων του έργου του καλωδίου ηλεκτρικής διασύνδεσης μεταξύ των δύο χωρών μας, έτσι ώστε να μπορεί αυτό να ενισχυθεί και με την είσοδο νέων ισχυρών επενδυτών. pic.twitter.com/VDZbPYhQAE
— Prime Minister GR (@PrimeministerGR) November 12, 2025
Παράλληλα, προβλέπεται η ανάθεση σε διεθνή συμβουλευτική εταιρεία, ώστε να γίνει επαναξιολόγηση του τεχνικο-οικονομικού μοντέλου του έργου, με στόχο να «κουμπώσουν» οι επίδοξοι επενδυτές και τα επενδυτικά ταμεία που θα το στηρίξουν χρηματοοικονομικά και γεωπολιτικά.
Στις Βρυξέλλες έχει ήδη ενημερωθεί η Ευρωπαϊκή Ένωση, καθώς η χρηματοδότηση του έργου εν μέρει προέρχεται από κοινοτικά κονδύλια. Οι πολιτικοί υπεύθυνοι, όπως ο Έλληνας Υπουργός Ενέργειας Σταύρος Παπασταύρου και ο Κύπριος ομόλογός του Γιώργος Παπαναστασίου, συναντήθηκαν πριν από περίπου μία εβδομάδα στην Αθήνα. Ο κ. Παπασταύρου επεσήμανε ότι άμεσα θα προχωρήσουν στην εξεύρεση «οίκου» που θα εκπονήσει την εν λόγω μελέτη, ώστε να ενταχθεί ο νέος «χαρακτήρας» του έργου, με έμφαση στην ενίσχυση από ισχυρούς παίκτες και ταμεία.
Με άλλα λόγια: η στρατηγική είναι διπλή: πρώτον, πολιτική δέσμευση για το έργο, δεύτερον, αναπροσαρμογή με έμφαση στη συμμετοχή διεθνών «ισχυρών» επενδυτών ώστε να αντιμετωπιστούν οι γεωπολιτικές αβεβαιότητες που το απειλούν.
Κύρια στοιχεία στο έργο
Το έργο Great Sea Interconnector (GSI) αφορά υποβρύχιο καλώδιο υψηλής τάσης (HVDC) που θα συνδέσει την Ελλάδα με την Κύπρο και μελλοντικά το Ισραήλ. Ο σχηματισμός «3+1» (Ελλάδα, Κύπρος, Ισραήλ + ενδεχομένως επενδυτές/τρίτες χώρες) επανασυνεδρίασε στο περιθώριο του συνεδρίου PTEC στην Αθήνα, όπου συμμετείχε και ο Αμερικανός υπουργός Κρις Ράιτ.
Η DFC (U.S. International Development Finance Corporation) εξετάζει τη συμμετοχή της στο έργο. Η γαλλική εταιρεία Meridien είχε ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον πριν από περίπου ένα έτος.
Η προπαρασκευαστική φάση περιλαμβάνει ανάθεση σε διεθνή συμβουλευτική εταιρεία για επαναξιολόγηση των τεχνοοικονομικών δεδομένων. Η χρηματοδότηση του έργου εν μέρει προέρχεται από την ΕΕ, ενώ τα κράτη εξετάζουν νέο σχήμα με πιο «ισχυρούς παίκτες».
Γεωπολιτικές & οικονομικές διαστάσεις
Η αναφορά σε «γεωπολιτικούς κινδύνους» δεν είναι ρητορική: η Τουρκία έχει εκφράσει αντιρρήσεις ως προς τη θαλάσσια περιοχή διέλευσης, και το έργο θεωρείται στρατηγικής σημασίας για την ενεργειακή αυτονομία της Κύπρου και της Ελλάδας.
Η πιθανή είσοδος επενδυτών από τις ΗΠΑ και το Ισραήλ αλλάζει το «μετοχικό» και στρατηγικό πλαίσιο του έργου — από μια απλή διασύνδεση ενέργειας, σε μια διεθνούς φόρμας επένδυση με γεωστρατηγικό χαρακτήρα.
Η αναδιοργάνωση των τεχνικο-οικονομικών στηλών αναμένεται να βοηθήσει στον εκσυγχρονισμό της αποδοχής κινδύνου και στην ενίσχυση της εξασφάλισης χρηματοδότησης, ειδικά υπό το πρίσμα των «μαλακών» (soft) αλλά και «σκληρών» (hard) γεωπολιτικών απειλών.
Η διαδικασία δεν είναι απλή: απαιτούνται διεθνείς μελέτες, προσαρμογές συμβάσεων, και πιθανώς αλλαγές σε χρονοδιαγράμματα και μερίδιο κόστους/κινδύνου μεταξύ των κρατών.
Αν «κουμπώσει» με επιτυχία η συμμετοχή των νέων επενδυτών, αξιοποιείται και η ευρωπαϊκή συνδρομή, ενισχύοντας το έργο ως ευρωπαϊκό στρατηγικό έργο (Project of Common Interest).
