Η ήττα που υπέστη το κόμμα της καγκελαρίου Μέρκελ και ο κυβερνητικός της συνασπισμός στις χθεσινές εκλογές του κρατιδίου του Μαγδεμβούργου – Πομερανίας, όπου εκλέγεται και η ίδια η Άνγκελα Μέρκελ, αποτέλεσε ακόμη ένα πλήγμα στο ευρώ και την Ευρωζώνη, με αποτέλεσμα οι Βρυξέλλες να μιλούν ανοικτά για «μήνα αναταραχής».

Η ίδια η εκλογική ήττα των Χριστιανοδημοκρατών δεν εξέπληξε κανέναν. Ωστόσο, τα χαρακτηριστικά της δημιουργούν κάτι παραπάνω από ανησυχία. Πρόκειται για τη χειρότερη ήττα του συντηρητικού μπλοκ της Γερμανίας από την ενοποίηση μέχρι σήμερα, η οποία έρχεται να προστεθεί σε πέντε αντίστοιχες ήττες σε άλλες περιφερειακές εκλογές στη διάρκεια του 2011, οδήγησε τον κυβερνητικό εταίρο, τους Φιλελεύθερους, εκτός κυβερνητικής εκπροσώπησης – διότι το ποσοστό τους κινήθηκε περί το 3% και δεν έπιασε καν το απαραίτητο όριο του 5% που απαιτείται.

Από την άλλη πλευρά, οι Σοσιαλδημοκράτες κατήγαγαν περιφανή νίκη και, επιπλέον, το Αριστερό Κόμμα κατέκτησε το ποσοστό του 18%, δίδοντας τη δυνατότητα στους Σοσιαλδημοκράτες να σχηματίσουν μαζί τους κυβέρνηση, αντί της μεγάλης Συμμαχίας, που κυβερνούσε έως τώρα, δηλαδή Χριστιανοδημοκράτες μαζί με Σοσιαλδημοκράτες. Και, φυσικά, οι Πράσινοι σχεδόν τριπλασίασαν το ποσοστό τους και εισήλθαν πανηγυρικά στο Κοινοβούλιο.

Στους «πονοκεφάλους» της κας Μέρκελ – αλλά και της Ευρωζώνης – θα πρέπει να προστεθεί πως στις 7 Σεπτεμβρίου αποφαίνεται το Συνταγματικό Δικαστήριο, με έδρα την Καρσλούη, κατά πόσον τα πακέτα βοήθειας προς Ελλάδα, Ιρλανδία και Πορτογαλία ήταν σύννομα με το γερμανικό Σύνταγμα και τη Συνθήκη της Ένωσης.

Στις 18 Σεπτεμβρίου διεξάγονται οι περιφερειακές εκλογές του Βερολίνου – όπου κι εκεί η ήττα της κας Μέρκελ έχει προεξοφληθεί – και στις 29 Σεπτεμβρίου το γερμανικό Κοινοβούλιο αποφασίζει για το δεύτερο πακέτο βοήθειας προς την Ελλάδα και την ενίσχυση του ταμείου χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, του EFSF.

Η απλοϊκή εξήγηση που δίδεται για την ήττα των Χριστιανοδημοκρατών και της κυβερνητικής συμμαχίας είναι πως οι Γερμανοί φορολογούμενοι «έχουν κουραστεί να δίνουν χρήματα στις χώρες της περιφέρειας, οι οποίες δεν φρόντισαν τα του οίκου τους».

Ωστόσο, στις Βρυξέλλες γνωρίζουν πως η εξήγηση είναι λίγο πιο περίπλοκη, διότι σε αυτήν την περίπτωση δεν θα έπρεπε να επωφελούνται, για παράδειγμα, οι Σοσιαλδημοκράτες, οι οποίοι υποστηρίζουν τα πακέτα βοήθειας.

Η ουσιαστική διαφορά, λένε κοινοτικές πηγές, έγκειται στο γεγονός ότι οι Σοσιαλδημοκράτες έχουν μια συνολική και συγκροτημένη άποψη για την κρίση χρέους, ασχέτως εάν κρίνεται ορθή ή λανθασμένη: μιλούν για δραστική αναδιάρθρωση του χρέους, με «κούρεμα» των κρατικών ομολόγων όλων των χωρών της Ευρωζώνης που βρίσκονται σε δυσκολία και στη συνέχεια εφαρμογή κάποιας μορφής ευρωομολόγου και σφιχτής οικονομικής διακυβέρνησης, χωρίς δυνατότητα εθνικών αποκλίσεων.

Αντιθέτως, η κα Μέρκελ – υποστηρίζουν – κινείται στη λογική του «βλέποντας και κάνοντας», ακροβατώντας μεταξύ λαϊκισμού κι εθνικιστικών αισθημάτων, που καλλιέργησε κυρίως η ταμπλόιντ εφημερίδα «Bild», από τη μια μεριά, κι είναι ευρωπαϊκής συνέπειας στην παράδοση Αντενάουερ και Κολ, από την άλλη.

Το αποτέλεσμα όλης αυτής της σύγχυσης εντός του κυβερνητικού συνασπισμού, σε συνδυασμό με άλλα σύγχρονα προβλήματα της Γερμανίας – όπως η συζήτηση για την ενσωμάτωση, την πολιτιστική ταυτότητα και το σεβασμό των μουσουλμάνων μεταναστών ή την άνοδο του φασισμού στη γερμανική νεολαία – έχει ωθήσει σε ένα ιδεολογικού χαρακτήρα σταυροδρόμι την ατμομηχανή της Ένωσης, με άγνωστες συνέπειες για τη διαχείριση της κρίσης χρέους στην Ευρωζώνη.

Στο πλαίσιο αυτής της συζήτησης, δεν είναι παράδοξο να ακούγονται και οι απόψεις για «εξοβελισμό» της Ελλάδας, αλλά και για αποχώρηση της Γερμανίας από την Ευρωζώνη κι επιστροφή στο μάρκο.
Στις Βρυξέλλες, πάντως, επιμένουν πως αυτό που τελικά θα επικρατήσει είναι η οικονομική λογική.

Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Επιμέλεια: Χρήστος Παναγόπουλος