Το συναίσθημα του έρωτα διεγείρει την απελευθέρωση ενός συνδυασμού χημικών ουσιών σε εγκεφαλικό επίπεδο. Πρόκειται για ορμόνες οι οποίες έχουν τη δράση νευροδιαβιβαστών και εκκρίνονται από το σώμα όταν το άτομο συνδέεται σε σωματικό και ψυχοσυναισθηματικό επίπεδο.

Πιο συγκεκριμένα η ωκυτοκίνη είναι γνωστή στο ευρύ κοινό ως ορμόνη της αγάπης, καθώς το σώμα την απελευθερώνει κατά τη διάρκεια της σεξουαλικής ή άλλης τρυφερής σωματικής επαφής. Νευροεπιστημονικά ευρήματα δείχνουν ότι αυτού του τύπου η επαφή μπορεί επίσης να μειώσει το στρες και το άγχος. Τα επίπεδα της ωκυτοκίνης, όμως, έχει βρεθεί ότι αυξάνονται σημαντικά μετά τον πρώτο χρόνο δεσμού και λειτουργεί σταθεροποιητικά στις μακροχρόνιες σχέσεις. Τι συμβαίνει όμως στα πρώτα στάδια της σχέσης;

Μια μικρή αλλά αρκετά σημαντική μελέτη σύγκρινε άτομα που είχαν πρόσφατα ερωτευτεί με άτομα που βρίσκονταν σε μακροχρόνιες σχέσεις ή δε διατηρούσαν σταθερή σχέση. Η αξιολόγηση ενός αριθμού ορμονών αποκάλυψε ότι τα άτομα που είχαν ερωτευτεί μέσα στους 6 τελευταίους μήνες είχαν σημαντικά υψηλότερα επίπεδα κορτιζόλης, η οποία είναι γνωστή και ως ορμόνη του στρες. Όταν τα άτομα αυτά επανεξετάστηκαν μετά από 12-24 μήνες τα επίπεδα κορτιζόλης είχαν επιστρέψει στα φυσιολογικά.

Τα υψηλότερα επίπεδα κορτιζόνης κατά τη διάρκεια των 6 πρώτων μηνών του έρωτα είναι ενδεικτικά της ύπαρξης στρεσογόνων καταστάσεων και παραγόντων που σχετίζονται με το αρχικό στάδιο της σχέσης.

Τα υψηλά επίπεδα κορτιζόλης ενδέχεται να διαταράξουν τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και να οδηγήσουν σε αυξημένο κίνδυνο λοιμώξεων. Αυξάνουν επίσης την πιθανότητα εμφάνισης υπέρτασης και διαβήτη τύπου 2 κι ενδέχεται να διαταράξουν τις γνωστικές λειτουργίες.

Είναι σημαντικό λοιπόν οι επαγγελματίες υγείας να συνεκτιμούν τους στρεσογόνους παράγοντες που σχετίζονται με την έναρξη μιας ερωτικής σχέσης. Συχνά ακόμα και μια περίοδος που μπορεί να θεωρείται και να βιώνεται ως ευτυχισμένη είναι πιθανό να προκαλεί έντονο στρες, το οποίο το άτομο καλείται να  διαχειριστεί είτε μόνο του είτε με τη βοήθεια ειδικού.  

Πηγή: andrologia.gr