Η μέτρηση του υαλουρονικού οξέος στα ούρα αυξάνει τις πιθανότητες ανίχνευσης και ταξινόμησης του καρκίνου της κύστεως

Μία ενδιαφέρουσα έρευνα πραγματοποιήθηκε στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο του Σάο Πάουλο της Βραζιλίας για τη μελέτη της επίδρασης του υαλουρονικού οξέος στη διαγνωστική προσέγγιση της ανίχνευσης και ταξινόμησης του καρκίνου της κύστεως από μεταβατικό επιθήλιο (αφορά στο 90% των καρκίνων της κύστεως).

Για τον σκοπό αυτό, μελετήθηκαν τα δείγματα ούρων (πριν από οποιαδήποτε επεμβατική ιατρική πράξη όπως κυστεοσκόπηση, διουρηθρική εκτομή όγκου κύστεως, κυστεκτομή) από 350 διαγνωσμένους ασθενείς. Οι ασθενείς αυτοί εν συνεχεία υπεβλήθησαν σε κάποια από τις προαναφερθείσες επεμβατικές μεθόδους και η παθολογοανατομική έκθεση αποκάλυψε ότι 160 από αυτούς νοσούσαν από καρκίνο κύστεως εκ μεταβατικού επιθηλίου.

Στα δείγματα ούρων μετρήθηκαν οι τιμές του υαλουρονικού οξέος με τη βοήθεια ανοσοφθορισμικών μεθόδων ( ELISA) και εξειδικευμένων τεστ (Dunn-test, Kruskal-Wallis test, Mann-Whitney test) και της στατιστικής καμπύλης ROC.

Η στατιστική τιμή αποκοπής για τις μετρήσεις του υαλουρονικού οξέος, βάσει της ανάλυσης ROC, και που αναδείκνυε τον κίνδυνο καρκίνου εκ μεταβατικού επιθηλίου ήταν 13,0 mug/l. Χρησιμοποιώντας αυτήν την τιμή, το τεστ ανέδειξε 82,3% ευαισθησία και 81,2% ειδικότητα.

Η στατιστική μελέτη αποκάλυψε πως, για κάθε 1 mug/l αύξηση της τιμής του υαλουρονικού οξέος, αυξανόταν και η πιθανότητα για καρκίνο εκ μεταβατικού επιθηλίου κατά 3,9%.

Η ευαισθησία της μέτρησης για την ανίχνευση επιφανειακών καρκίνων εκ μεταβατικού επιθηλίου στην ουροδόχο κύστη ήταν 76.6%, ενώ για την περίπτωση διηθητικού καρκίνου 94,6%.

Επίσης, ασθενείς με τιμές του υαλουρονικού οξέος στα ούρα μεγαλύτερες του 35mug/l (σύμφωνα με τις κατευθυντήριες οδηγίες της σταδιοποήσης του καρκίνου ουροδόχου κύστεως από τον Διεθνή Οργανισμό Υγείας (WHO), πρόεκυψε ότι είχαν κατά 4,63 φορές μεγαλύτερο κίνδυνο για έναν επιθετικό, διηθητικό υψηλής διαφοροποίησης καρκίνο (p=0,005).

Συμπερασματικά, η μέτρηση των τιμών του υαλουρονικού οξέος στα ούρα μπορεί να βοηθήσει στη διάγνωση και διαφοροποίηση του καρκίνου εκ μεταβατικού επιθηλίου της ουροδόχου κύστεως, αξιολογώντας και το γεγονός ότι υψηλές τιμές του σχετίζονται με τις πιο επιθετικές μορφές, παίζοντας επιτυχώς τον ρόλο ακόμη ενός ογκολογικού δείκτη.

Πηγή: urotoday


Το άρθρο επιμελήθηκε ο Θ. Παλλαντζάς, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, συνεργάτης του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,

www.andrologia.gr