Στο πρόσωπο του καταδικασθέντα ως δράκου των ασανσέρ αναζητεί το Μικτό Ορκωτό Δικαστήριο της Αθήνας τον «ηδονοβλεψία» και δολοφόνο ενός νεαρού φοιτητή, στον Λυκαβηττό, πριν από 20 χρόνια.

Ένα αποτύπωμα που βρέθηκε στο αυτοκίνητο του θύματος έφερε εκ νέου στο εδώλιο τον Χρήστο Γκίλη, αυτήν τη φορά κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία από πρόθεση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Ο Χρήστος Γκίλης, ο οποίος είχε χαρακτηριστεί ως δράκος των ασανσέρ και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 179 ετών (50 κατά συγχώνευση) για βιασμούς σε βάρος 28 γυναικών την περίοδο 1996-1997, αρνείται κατηγορηματικά πως είναι ο δράστης της δολοφονίας που έγινε στις 13 Μαΐου 1996, πίσω από το θέατρο του Λυκαβηττού, με θύμα τον Νικήτα Κορωνιά, 21 ετών, μπροστά στα μάτια της φίλης του.

Το πρώτο ραντεβού του Νικήτα Κορωνιού με την κοπέλα του έμελλε να καταλήξει στην άγρια δολοφονία του, τη στιγμή που πήγε να βάλει μπρος το αυτοκίνητό του, για να φύγουν. Τότε, το ζευγάρι αντιλήφθηκε πως τρεις άγνωστοι άνδρες τούς παρακολουθούσαν. Ο Κορωνιός, θέλοντας να προφυλάξει τη φίλη του, βγήκε από το αυτοκίνητο και συνεπλάκη μαζί τους. Λίγο μετά, έπεφτε νεκρός από χτύπημα με μαχαίρι.

«Αθώος είμαι. Δεν έχω πάει ποτέ στον Λυκαβηττό. Δεν ξέρω πώς βρέθηκε αποτύπωμά μου. Έχω μπει φυλακή τόσες φορές συνεχόμενα. Θα το είχαν βρει σε κομπιούτερ. Ήμουν σε άδεια και πήγα σε αστυνομικό τμήμα και μου λένε ”μη φύγεις, έχεις υπόθεση”» είπε απευθυνόμενος στους δικαστές ο Χρήστος Γκίλης.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Η φίλη του θύματος Ευφροσύνη Παπουτσάκη, η οποία είχε δει τον φοιτητή να χάνει τη ζωή του, δεν μπόρεσε να αναγνωρίσει τον κατηγορούμενο ως έναν από τους δράστες. Άλλωστε, όπως είπε, όλα αυτά τα χρόνια προσπαθούσε να σβήσει αυτές τις στιγμές από το μυαλό της.

«Ήμασταν εκεί, όπως δεκάδες ζευγάρια εκείνη την εποχή στον Λυκαβηττό. Το πρώτο ραντεβού μας ως ζευγάρι ήταν. Εγώ σπούδαζα στο Πάντειο και ο Νικήτας στην Αγγλία. Δεν θυμάμαι αν είχαμε αντιληφθεί κόσμο να παρακολουθεί γύρω μας. Κάποια στιγμή βγήκαμε από το αυτοκίνητο για να μπει μπροστά ο Νικήτας να οδηγήσει. Καθόμασταν πίσω. Βγήκαμε από διαφορετικές μεριές νομίζω. Είδαμε ξαφνικά κάποιον και μου λέει ο Νικήτας ”μπες μέσα στο αμάξι”.

»Ένιωσα εκείνη την ώρα ότι ερχόταν κάποιος προς το μέρος μας. Δεν θυμάμαι καλά, αλλά πιστεύω ότι ήταν τουλάχιστον δύο άτομα. Δεν μπορώ να αναγνωρίσω τον κατηγορούμενο. Εγώ δεν καταλάβαινα τι γινόταν. Είχα κλειστεί στο αυτοκίνητο. Έβλεπα τι γίνεται μέσα από τα παράθυρα, αλλά δεν μπορούσα να ξεχωρίσω. Δεν θυμάμαι αν κρατούσε μαχαίρι. Θυμάμαι ότι κάποιος έπεσε ξαφνικά πάνω στο παρμπρίζ. Ξέρετε, έχω μπλοκάρει πράγματα από τη μνήμη μου για να μπορέσω να επιβιώσω κι εγώ» είπε η μάρτυρας.

Στη συνέχεια περιέγραψε τις αγωνιώδεις προσπάθειές της να βρει βοήθεια. «Του πετούσα νερό, προσπαθούσα να τον συνεφέρω. Πατούσα την κόρνα. Έλυσα το χειρόφρενο και το αμάξι σταμάτησε σε ένα δέντρο. Άρχισα να τρέχω και έφτασα σε μια πολυκατοικία και χτυπούσα όλα τα κουδούνια και φώναζα ότι σκότωσαν τον φίλο μου. Όταν βρήκα βοήθεια, πήγαμε στον Νικήτα. Ανέπνεε ακόμα» είπε.

Ο πατέρας του θύματος Αναστάσιος Κορωνιός κατά την κατάθεσή του δεν κατάφερε να συγκρατήσει την οργή του, φωνάζοντας προς τον κατηγορούμενο : «Απόβρασμα!». Στην κατάθεσή του τόνισε πως όταν έφτασε στον τόπο του εγκλήματος, του είπαν πως το παιδί του το σκότωσαν «ηδονοβλεψίες».

Ο συνήγορος πολιτικής αγωγής Αλέξης Κούγιας είπε στο δικαστήριο πως «η αστυνομία χρησιμοποίησε σύγχρονα μηχανήματα και εξοπλισμό του 2004, με καθυστέρηση μεν αλλά χωρίς αμφισβήτηση», για να καταλήξει ότι το αποτύπωμα που βρέθηκε είναι του κατηγορουμένου.

«Ο δράστης ήταν ηδονοβλεψίας. Είτε μόνος είτε με παρέα. Στον Λυκαβηττό συχνάζουν δεκάδες ανώμαλοι. Μπορεί να είδαν άλλους. Ο κατηγορούμενος έχει κατηγορηθεί και καταδικαστεί για όλο τον ποινικό κώδικα. Κυρίως για ληστείες και βιασμούς» σχολίασε ο κ. Κούγιας.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης