Ο καρκίνος που έχει κατά καιρούς συσχετιστεί με την εξωσωματική γονιμοποίηση είναι κυρίως ο καρκίνος των ωοθηκών. Η λογική του συσχετισμού είναι ότι όσο πιο πολλές ωορρηξίες κάνει μια γυναίκα στη ζωή της, τόσο μεγαλύτερη είναι η πιθανότητα για καρκίνο των ωοθηκών. Για αυτό τον λόγο η εγκυμοσύνη προστατεύει από τον συγκεκριμένο καρκίνο, αφού η γυναίκα δεν κάνει ωορρηξία για περίπου 1 χρόνο κάθε φορά – διάρκεια εγκυμοσύνης και θηλασμού.

Η ιατρική βιβλιογραφία είναι διχασμένη σχετικά με το αν η εξωσωματική γονιμοποίηση αυξάνει τον κίνδυνο για καρκίνο των ωοθηκών. Μια πρόσφατη μεγάλη μελέτη εξέτασε τη συχνότητα εμφάνισης προβλημάτων στις ωοθήκες σε πάνω από 20.000 γυναίκες που είχαν πρόβλημα γονιμότητας μεταξύ των ετών 1985-1995. Στο πλαίσιο της μελέτης αυτής, έγινε σύγκριση μεταξύ των γυναικών με πρόβλημα γονιμότητας που έκαναν (γκρουπ 1) και δεν έκαναν (γκρουπ 2) εξωσωματική γονιμοποίηση.

Η μελέτη έδειξε ότι οι γυναίκες που έκαναν εξωσωματική γονιμοποίηση είχαν περίπου 2πλάσια πιθανότητα να εκδηλώσουν καρκίνο των ωοθηκών σε σχέση με τις υπόλοιπες. Επιπλέον, είχαν περίπου 4πλάσια πιθανότητα να αναπτύξουν κάποιον όγκο στις ωοθήκες, που, αν και δεν ήταν επίσημα καρκίνος, απαιτούσε χειρουργική αφαίρεση.

Οι ερευνητές ξεκαθαρίζουν ότι, ακόμη κι αν υπάρχει μικρή επιβάρυνση στο θέμα των ωοθηκών για τις γυναίκες που έχουν προβεί σε εξωσωματική γονιμοποίηση, ο απόλυτος αριθμός των γυναικών που θα αρρωστήσουν παραμένει πολύ μικρός.

Σχόλιο του Θάνου Παπαθανασίου:

Οι ερευνητές καλώς «ταίριαξαν» τις γυναίκες των δύο γκρουπ με βάση τα χαρακτηριστικά τους (ηλικία, βάρος κ.λπ.) καθώς και τον λόγο της υπογονιμότητας. Παρ’ όλα αυτά, έχει επίσης σημασία πόσες γυναίκες έμειναν τελικά έγκυες σε κάθε γκρουπ, αφού γνωρίζουμε ότι η εγκυμοσύνη έχει προστατευτική επίδραση κατά του καρκίνου των ωοθηκών.

Είναι, επίσης, πιθανό οι γυναίκες που χρειάστηκαν εξωσωματική γονιμοποίηση να είχαν εντονότερο πρόβλημα γονιμότητας από τις άλλες που τελικά δεν χρειάστηκαν τη θεραπεία – και προφανώς πολλές έμειναν έγκυες μόνες τους ή με απλούστερες μεθόδους. Τέλος, αξίζει να αναφερθεί ότι, αφού τα περιστατικά είναι από τη δεκαετία του ’80 και ’90, μπορεί η πρακτική της εξωσωματικής γονιμοποίησης εκείνων των δεκαετιών να μη συμβαδίζει με τη σύγχρονη πρακτική. Είναι γνωστό ότι, με την πάροδο του χρόνου, οι διεγέρσεις με φάρμακα γίνονται ηπιότερες, με επακόλουθο πιθανό όφελος σχετικά με μελλοντικά προβλήματα υγείας.


Το άρθρο υπογράφει ο Θάνος Παπαθανασίου MD (London) MRCOG FHEA
Μαιευτήρας Γυναικολόγος
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Λονδίνου

www.gynaikologos.net

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης