Παλιότερες μελέτες έχουν καταλήξει σε αλληλοσυγκρουόμενα αποτελέσματα σχετικά με το αν η παχυσαρκία επηρεάζει την ανδρική γονιμότητα, όμως οι πιο πρόσφατες έχουν δείξει πως οι παχύσαρκοι άνδρες τείνουν να έχουν προβλήματα γονιμότητας. Ανάμεσα σε αυτές τις μελέτες συγκαταλέγεται και μια μελέτη από την Αργεντινή, στην οποία εξετάστηκαν 749 άνδρες που ζήτησαν βοήθεια από ειδικούς για θέματα γονιμότητας. Βρέθηκε λοιπόν πως 155 άνδρες από το συνολικό δείγμα, οι οποίοι ήταν παχύσαρκοι, αντιμετώπιζαν προβλήματα σχετικά με την κινητικότητα του σπέρματος τους, σε σχέση με τους αδύνατους ή εύσωμους «ομόλογους» τους.

Επίσης σύμφωνα με τα συμπεράσματα της έρευνας οι παχύσαρκοι, είχαν γενικά χαμηλότερα επίπεδα ουδέτερης αλφα-γλυκοσιδάσης, ή NAG- ένα ένζυμο που ‘κρύβεται’ στο υγρό της επιδιδυμίδας, ένα όργανο πίσω από τους όρχεις εκεί όπου το σπέρμα ωριμάζει και αποκτά την κινητικότητά του.

Η συγκέντρωση του NAG στο σπέρμα θεωρείται ένδειξη του πόσο καλά λειτουργεί η επιδιδυμίδα.

Σύμφωνα με τους ερευνητές η έρευνα αυτή, είναι η πρώτη που συνδέει τα επιβλαβή αποτελέσματα της παχυσαρκίας με τη λειτουργία της επιδιδυμίδας, τα αποτελέσματα όμως σχετικά με τη ποιότητα του σπέρματος, δεν έχουν σημαντική διαφορά στη γονιμότητα ενός άνδρα, που σημαίνει πως ένας άνδρας δε θα γίνει στείρος εξαιτίας της αύξησης του βάρους του.

Ενώ λοιπόν η μελέτη συνδέει την παχυσαρκία με την κινητικότητα του σπέρματος, δεν εντόπισε άλλες επιδράσεις στην ποιότητα αυτού, στον αριθμό των σπερματοζωαρίων, στα επίπεδα τεστοστερόνης και το ποσοστό των φυσιολογικών μορφών.

Βέβαια είναι πιθανό για έναν παχύσαρκο άνδρα να βελτιώσει την ποιότητα του σπέρματος, χάνοντας βάρος, αφού συγκεκριμένα η έρευνα έδειξε πως η απώλεια βάρους μπορεί να αποκαταστήσει το ισοζύγιο των ορμονών που συνδέονται με την αναπαραγωγή αλλά και την παχυσαρκία.

Είναι σημαντικό να αναφερθεί πως η εν λόγω μελέτη είχε αρκετούς περιορισμούς. Ο ένας είναι πως εστίασε σε άνδρες που είχαν προβλήματα γονιμότητας σε επίπεδο ζευγαριού, γεγονός που δε σημαίνει απαραίτητα πως τα αποτελέσματα της έρευνας ισχύουν γενικά σε παχύσαρκους.

Ο δεύτερος περιορισμός είναι ότι οι ερευνητές εκτίμησαν την παχυσαρκία σύμφωνα με τον δείκτη μάζας σώματος. (BMI). Αυτός ο τρόπος δεν μετρά αναλογικά τα επίπεδα λίπους και άλλες έρευνες έδειξαν πως το κοιλιακό λίπος σχετίζεται περισσότερο με τις ορμόνες παρά με τη σχέση βάρους-ύψους.

Συμπερασματικά, χρειάζονται περισσότερες μελέτες για να κατανοήσουμε τις σχέσεις της παχυσαρκίας με την ποιότητα του σπέρματος και τη γονιμότητα.

Δυστυχώς όμως επειδή η παχυσαρκία ολοένα κι εξαπλώνεται αναμένεται ο αριθμός των παχύσαρκων ανδρών με υπογονιμότητα να αυξάνεται ανάλογα.

Πηγή: Reuters Health

Το κείμενο επιμελήθηκε ο Θ.Παλλαντζάς, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, συνεργάτης του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης