Ξεκινά η αντίστροφη μέτρηση για τη συνάντηση του Ντόναλντ Τραμπ με τον Βλαντίμιρ Πούτιν στο Άνκορατζ της Αλάσκας, η οποία θα πραγματοποιηθεί αύριο, Παρασκευή 15 Αυγούστου. Στο επίκεντρο της Συνόδου Κορυφής, φυσικά, θα βρεθεί ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι διαπραγματεύσεις για τον τερματισμό του.

Εν μέσω αυξανόμενης έντασης και ραγδαίων εξελίξεων στο ουκρανικό μέτωπο, ο Ντόναλντ Τραμπ, προειδοποίησε ότι η επερχόμενη συνάντησή του με τον Ρώσο Πρόεδρο ίσως αποτελέσει την «πρώτη και τελευταία ευκαιρία» για αποκλιμάκωση.

«Αν δεν πάρω τις απαντήσεις που χρειάζομαι, δεν θα υπάρξει δεύτερη συνάντηση», δήλωσε ο Τραμπ σε δημοσιογράφους, προσθέτοντας ότι αν οι συνομιλίες εξελιχθούν θετικά, ενδέχεται να ακολουθήσει τριμερής σύνοδος με τη συμμετοχή και του Βολοντίμιρ Ζελένσκι.

Η συνάντηση θα πραγματοποιηθεί στη στρατιωτική βάση Joint Base Elmendorf-Richardson, κοντά στο Άνκορατζ.

Ο Ντόναλντ Τραμπ, δήλωσε την Τετάρτη (13/8) πως θα υπάρξουν «πολύ σοβαρές συνέπειες» αν ο Ρώσος Πρόεδρος δεν σταματήσει τον πόλεμο στην Ουκρανία μετά τη συνάντησή τους. Παρότι δεν διευκρίνισε τι ακριβώς θα περιλαμβάνουν αυτές οι συνέπειες, η δήλωσή του ήρθε σε μια στιγμή αυξημένων πιέσεων και προσδοκιών από τη διεθνή κοινότητα.

Ο Τραμπ συμμετείχε σε τηλεδιάσκεψη με Ευρωπαίους ηγέτες, μεταξύ αυτών και ο Ουκρανός Πρόεδρος, ο οποίος δήλωσε ότι: «Έχω πει ξεκάθαρα ότι ο Πούτιν δεν θέλει ειρήνη». Παράλληλα, ο Γερμανός Καγκελάριος, Φρίντριχ Μερτς, σημείωσε πως η Ουκρανία είναι πρόθυμη να διαπραγματευτεί «επί εδαφικών θεμάτων», αλλά η νομική αναγνώριση των ρωσικών κατακτήσεων δεν τίθεται υπό συζήτηση.

Guardian: Ο Τραμπ μόνος του σε ένα δωμάτιο με τον Πούτιν είναι η απόλυτη συνταγή για την καταστροφή

Πριν από επτά χρόνια, το 2018, ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Βλαντίμιρ Πούτιν είχαν συναντηθεί στη Φιλανδία, έπειτα από πρόσκληση του τότε Προέδρου Σάουλι Νιινίστο. Οι σχέσεις των δύο χωρών δεν ήταν καλές, για λόγους κάπως διαφορετικούς από σήμερα: επρόκειτο για την υποψία ρωσικής επιρροής στις εκλογές του 2016, αλλά και το Ουκρανικό.

Ο Τραμπ, υπενθυμίζει σε ανάλυσή του ο Guardian, βγήκε από τη συνάντηση σχεδόν ζαλισμένος από τον Ρώσο ομόλογό του. Οι σύμβουλοι τον άκουσαν να εμφανίζεται σίγουρος ότι η Ρωσία δεν ήταν πίσω από την προσπάθεια επηρεασμού των εκλογών – και το μόνο που θα ήθελαν ήταν να τελειώσει η συνέντευξη Τύπου το ταχύτερο.

Λίγο πριν από τη συνάντηση που θα έχουν Τραμπ και Πούτιν την Παρασκευή στην στρατιωτική βάση Έλμεντορφ της Αλάσκας, το διακύβευμα φαίνεται πολύ μεγαλύτερο.

Αν και ο Λευκός Οίκος, όπως και ο ίδιος ο Πρόεδρος, έσπευσαν να μετριάσουν τις προσδοκίες από τη συνάντηση των δύο ηγετών, ο Τραμπ είχε μιλήσει σαφώς για «ανταλλαγή εδαφών» μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας, χωρίς να είναι παρών ο Ουκρανός ηγέτης.

Είναι, λοιπόν, υπερβολικό να ανησυχούν οι Ευρωπαίοι ότι και τώρα, με τη «βαριά» ατζέντα του 2025, ο Τραμπ θα βγει από τη συνάντηση μεταφέροντας το αφήγημα του Κρεμλίνου;

O Πούτιν, όπως εξηγεί ο Guardian, θα προσπαθήσει να διαμορφώσει την άποψη του Τραμπ για το τι θα μπορούσε να περιλαμβάνει η ειρηνευτική συμφωνία, με τρόπο που (φυσικά) θα αποφέρει το μέγιστο όφελος στο Κρεμλίνο. Θα είναι μια νέα Γιάλτα, λέει χαρακτηριστικά αναλυτής στη βρετανική εφημερίδα, όπως στη συνάντηση του 1945 όπου οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Σοβιετική Ένωση και η Βρετανία αποφάσισαν τη μοίρα της μισής Ευρώπης χωρίς να λάβουν υπόψη τις απόψεις των χωρών αυτών.

Ωστόσο ο Τραμπ, μίλησε και για μια συνάντηση στην οποία θα καταλάβει τα πρώτα λεπτά αν θα έχει κάποιο αποτέλεσμα ή όχι, οπότε θα πράξει ανάλογα. Αυτή η κυκλοθυμική προσέγγιση του Τραμπ στην εξωτερική πολιτική μπορεί να ευνοεί τους αντιπάλους των ΗΠΑ, αλλά τους έχει απογοητεύσει κιόλας, σχολιάζει ο Guardian. Ηγέτες, όπως ο Πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, προτιμούν να προετοιμάζονται καλύτερα πριν συναντηθούν με τον Τραμπ, ακριβώς λόγω της απρόβλεπτης συμπεριφοράς του.

Σε κάθε περίπτωση, ο Πούτιν δεν θα αφήσει να περάσει ανεκμετάλλευτη η ευκαιρία να δοκιμάσει να επηρεάσει τον Τραμπ στο τετ-α-τετ που θα έχουν, μόνο με τους διερμηνείς τους.

Θα έχουν όμως πραγματικές επιπτώσεις ό,τι αποφασίσουν οι δύο άνδρες στην κατ’ ιδίαν συνάντησή τους; Η προϊστορία λέει ότι το 2018 αυτά που συμφώνησαν για τη μία και την άλλη πλευρά δεν υλοποιήθηκαν. Αυτή τη φορά, όμως, το «μενού» περιλαμβάνει την Ουκρανία και οι συνέπειες θα είναι βαρύτερες.

Telegraph: «Ο Αμερικανός Πρόεδρος θα προσπαθήσει να δελεάσει τον Ρώσο ομόλογό του με την παραχώρηση ορυκτών»

Παράλληλα, η Telegraph υποστηρίζει πως ο Ντόναλντ Τραμπ θα προσπαθήσει να δελεάσει τον Βλαντιμίρ Πούτιν προσφέροντάς του σπάνιες γαίες ως κίνητρο για να τερματίσει τον πόλεμο στην Ουκρανία.

Σύμφωνα με το εν λόγω Μέσο, ο Υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, Σκοτ Μπέσεντ, φέρεται να είναι μεταξύ των αξιωματούχων που ενημερώνουν τον Ντόναλντ Τραμπ, εξετάζοντας τις οικονομικές ανταλλαγές που μπορούν να προσφέρουν οι ΗΠΑ στη Ρωσία για να επιταχυνθεί η επίτευξη συμφωνίας εκεχειρίας. Στις προτάσεις περιλαμβάνεται η παροχή πρόσβασης στον Πούτιν σε σπάνιες γαίες που βρίσκονται στα ουκρανικά εδάφη που κατέχει σήμερα η Ρωσία. Δύο από τα μεγαλύτερα κοιτάσματα λιθίου της χώρας βρίσκονται σε περιοχές που κατέχει η Ρωσία, με τον Βλαντίμιρ Πούτιν να έχει δηλώσει ότι διεκδικεί τα πολύτιμα ορυκτά που εντοπίζονται στις περιοχές που ελέγχουν οι δυνάμεις του.

«Υπάρχει ένα φάσμα κινήτρων, στο οποίο μια πιθανή συμφωνία για ορυκτά/σπάνιες γαίες θα μπορούσε να περιλαμβάνεται», δήλωσε στην Telegraph πηγή με γνώση των προτάσεων.

Τον Μάιο, οι ΗΠΑ υπέγραψαν συμφωνία για σπάνιες γαίες με το Κίεβο, που τους επιτρέπει να εκμεταλλευτούν τους πλούσιους φυσικούς πόρους της Ουκρανίας. Η Ουάσινγκτον θα χρειαστεί να δημιουργήσει νέες μονάδες εξόρυξης, διαδικασία που θα μπορούσε να επιταχυνθεί με τη συνεργασία της Ρωσίας. Η πολιτική «Πρώτα η Αμερική» του Προέδρου έχει οδηγήσει σε αρκετές συμφωνίες για ορυκτά από την επιστροφή του στον Λευκό Οίκο, με πιο χαρακτηριστικές αυτές με την Ουκρανία και το Καζακστάν.

Μετά την επίσκεψη του Ολζάς Μπεκτένοφ, Πρωθυπουργού του Καζακστάν, στον Λευκό Οίκο, το Στέιτ Ντιπάρτμεντ δήλωσε ότι «ανυπομονεί να συνεργαστεί με το Καζακστάν για την εμβάθυνση των οικονομικών δεσμών στους… τομείς των κρίσιμων ορυκτών». Άλλα κίνητρα περιλαμβάνουν την άρση των απαγορεύσεων εξαγωγών σε ανταλλακτικά και εξοπλισμό που απαιτούνται για τη συντήρηση ρωσικών αεροσκαφών, πολλά από τα οποία έχουν περιέλθει σε κακή κατάσταση.

Οι δυτικές χώρες έχουν περιορίσει την πρόσβαση της Μόσχας σε κρίσιμα ανταλλακτικά και άλλο εξοπλισμό από την έναρξη της πλήρους κλίμακας εισβολής της στην Ουκρανία το 2022, αναγκάζοντας τις αεροπορικές εταιρείες και τον στρατό να μετατρέπουν παλαιότερα αεροσκάφη σε ανταλλακτικά. Σχεδόν το 30% των αεροσκαφών δυτικής κατασκευής της Ρωσίας, τα οποία έχουν αποκοπεί από τις υπηρεσίες συντήρησης, θα μπορούσε να καθηλωθεί στο έδαφος μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια, εκτίμησε φέτος ο Σεργκέι Τσεμέζοφ, επικεφαλής της Rostec, του κρατικού αμυντικού κολοσσού της Ρωσίας.

Η άρση των κυρώσεων στα ρωσικά αεροσκάφη θα μπορούσε να αποδειχθεί ιδιαίτερα επικερδής για τον αμερικανικό κατασκευαστή Boeing. Με έναν στόλο άνω των 700 αεροσκαφών, που κυριαρχείται από Airbus και Boeing, οι ρωσικές αεροπορικές εταιρείες θα μπορούσαν να επιστρέψουν στους Αμερικανούς προμηθευτές για κρίσιμα ανταλλακτικά και υπηρεσίες συντήρησης. Πρόσφατα σοβαρά περιστατικά αναδεικνύουν την επείγουσα ανάγκη να αποτραπεί η περαιτέρω υποβάθμιση του στόλου. Στα τέλη Ιουλίου, ένα σοβιετικής εποχής Antonov An-24, κατασκευασμένο το 1976, συνετρίβη στην Άπω Ανατολή της χώρας, σκοτώνοντας και τους 48 επιβαίνοντες.

Λίγες ημέρες αργότερα, η Aeroflot, η Εθνική Αεροπορική Εταιρεία, ανέστειλε δεκάδες πτήσεις έπειτα από μια παραλυτική κυβερνοεπίθεση. Ο Τραμπ εξετάζει επίσης το ενδεχόμενο να προσφέρει στη Ρωσία τη δυνατότητα εκμετάλλευσης πολύτιμων φυσικών πόρων στα στενά που τη χωρίζουν από τις ΗΠΑ.

Η Αλάσκα, η οποία χωρίζεται από τη Ρωσία μόλις με τρία μίλια από τον Βερίγγειο Πορθμό, εκτιμάται ότι διαθέτει σημαντικά αναξιοποίητα αποθέματα πετρελαίου και φυσικού αερίου, συμπεριλαμβανομένου του 13% των παγκόσμιων αποθεμάτων πετρελαίου. Η ανάπτυξη της ρωσικής παρουσίας στα στενά θα ενίσχυε τα στρατηγικά συμφέροντα του Πούτιν στην αρκτική ζώνη, η οποία το 2022 αντιστοιχούσε στο 80% της παραγωγής φυσικού αερίου της Ρωσίας.

Πηγές της βρετανικής Κυβέρνησης δήλωσαν στην Telegraph ότι τέτοιου είδους κίνητρα θα μπορούσαν να είναι αποδεκτά για την Ευρώπη, εφόσον δεν εμφανίζονται ως ανταμοιβή του Πούτιν για την εισβολή. «Η αίσθηση είναι ότι πρέπει να παρουσιαστεί με τρόπο που να ευθυγραμμίζεται με τη δημόσια γνώμη γύρω από το ζήτημα, δεν μπορεί να θεωρηθεί ως ανταμοιβή για τον Πούτιν», είπε μία πηγή.