Αν ο στόχος του πρωθυπουργού ήταν να νομιμοποιήσει μία ακατάσχετη εκλογολογία ένα μόλις χρόνο μετά την εκλογή της κυβέρνησης του, τότε σίγουρα το πέτυχε. Αν ο στόχος του πρωθυπουργού ήταν να εγκλωβίσει τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ σε ένα δίλημμα του τύπου «ή κερδίζω στις Αυτοδιοικητικές εκλογές ή αξιολογώντας τα αποτελέσματα μπορεί και να πάω σε εκλογές», το αποτέλεσμα από την διακαναλική συνέντευξη είναι πολύ λιγότερο ευκρινές. Οι ψηφοφόροι του ΠΑΣΟΚ, όπως καταδεικνύουν όλες οι μετρήσεις, δεν αποδέχονται με ευκολία έναν τέτοιο εγκλωβισμό που θυμίζει σε όλους την τακτική που υιοθέτησε στο παρελθόν ο Κώστας Σημίτης.

Κατά τη διάρκεια της συνέντευξης αυτής κατέστη απολύτως σαφές πώς ο πρωθυπουργός κατέδειξε το μέγεθος της εξάρτησης ή της δέσμευσης της κυβέρνησης του, από τις διεθνείς αγορές. Μέχρις ενός σημείου την εξάρτηση αυτή την δικαιολόγησε, ενδεχομένως και πειστικά, για μία μεγάλη μερίδα της κοινής γνώμης. Παράλληλα, ωστόσο, διαφάνηκε πώς ενώ επέμενε πώς δεν τον ενδιαφέρει ο πρωθυπουργικός θώκος και το πολιτικό κόστος που συνεπάγεται η πολιτική του επιλογή, την ίδια στιγμή εξάρτησε το μέλλον της διακυβέρνησης του από την εκλογή ορισμένων Περιφερειαρχών ή Δημάρχων, τη στιγμή που δεν τίθεται κανένα συνταγματικό ή άλλου τύπου νομικής φύσης ζήτημα.

Με λίγα λόγια ο κ. Παπανδρέου έδειξε πώς σε αυτή τη φάση ενδιαφέρεται πολύ περισσότερο από ό,τι ομολογεί για την επιτυχία του υποψηφίου του ΠΑΣΟΚ στην Περιφέρεια Αττικής και άρα για την ήττα των αντιπάλων του κ. Γιάννη Σγουρού. Η «ομολογία» αυτή έχει ένα πολιτικό τίμημα, το οποίο η κυβέρνηση αναμένεται να αρχίσει να το καταβάλει ευθύς αμέσως. Καμία κυβέρνηση δεν ανακτά αξιοπιστία και ισχύ περιορίζοντας τους στρατηγικούς της στόχους στην εκλογή η μη Περιφερειαρχών ή Δημάρχων. Πόσο δε μάλλον όταν η οικονομική κατάσταση είναι τέτοια που δεν αντέχει στην ταλαιπωρία που συνεπάγοντα πολιτικοί πειραματισμοί με τις αντοχές της κοινής γνώμης.

Πολλά είναι τα κυβερνητικά στελέχη που διαφώνησαν τα τελευταία εικοσιτετράωρα με την επιλογή του πρωθυπουργού να επωμισθεί όλο το βάρος (και άρα όλες τις συνέπειες), της εκλογικής καμπάνιας. Οι όποιες αυτές αντιρρήσεις δεν διατυπώθηκαν δημόσια. Αντιθέτως, η ισοπεδωτική πλειοψηφία των κυβερνητικών στελεχών διατήρησε μία σαφή απόσταση από τις εξελίξεις, επιλέγοντας να μην αναμιχθεί στον προεκλογικό αγώνα προκειμένου να μην εισπράξει άμεσα την λαϊκή δυσαρέσκεια. Ο κ. Γιώργος Παπανδρέου αποφάσισε να αποδεχθεί τις εισηγήσεις συνεργατών του, ιδιαίτερα εκείνες του υπουργού Εσωτερικών, Γιάννη Ραγκούση, να αναλάβει, δηλαδή, πρωτοβουλία και άρα να εκτεθεί προσωπικά σε μια φάση που είναι σαφής η αντίδραση της κοινωνίας στα μέτρα που έλαβε η κυβέρνηση του τελευταίους μήνες.

Η συνέντευξη είχε σαν στόχο να συσπειρώσει τους ψηφοφόρους του ΠΑΣΟΚ που αντιδρούν στις κυβερνητικές επιλογές και άρα επιλέγουν άλλους από τους επίσημους κομματικούς υποψηφίους, όπως επί παραδείγματι τον Γιάννη Δημαρά, που είναι μεν Πασοκογενής αλλά «αντιμνημονιακός». Τελικά αυτό που σίγουρα πέτυχε αυτή η συνέντευξη είναι πώς από την Τρίτη το πρωί ο κάθε αναλυτής, σχολιαστής, το κάθε πρωτοσέλιδο εφημερίδας αλλά και ο κάθε πολίτης θα έχει εμπλακεί στην φιλολογία περί προώρων εκλογών. Εξακολουθεί να παραμένει αδιευκρίνιστο αν μία τέτοια εξέλιξη είναι σε όφελος της ανάπτυξης ή αν ανταποκρίνεται στις λογικές των δανειστών της χώρας, οι οποίοι κατά τον πρωθυπουργό έχουν και τον πρώτο λόγο σε αυτή τη δύσκολη φάση που βιώνει η ελληνική οικονομία.

Και κάτι τελευταίο, ο πρωθυπουργός αναφέρθηκε στη διάρκεια της συνέντευξής του τέσσερις ή πέντε φορές σε συμφέροντα που δεν επιθυμούν τον εκσυγχρονισμό του κράτους, την διαφάνεια και την πάταξη της φοροδιαφυγής. Επίσης ανέφερε ότι τα συμφέροντα αυτά αντιστέκονται στην αναδιοργάνωση των νοσοκομείων, τη μείωση των τιμών και την επίλυση των μεγάλων προβλημάτων της οικονομίας. Ο κ. Παπανδρέου απέφυγε να ονοματίσει τα συμφέροντα αρκούμενος στη φράση «είναι πολλά αλλά δεν διαδηλώνουν στους δρόμους»!

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης