Μια πρόσφατη μελέτη εφάρμοσε ένα πειραματικό μοντέλο σε ινδικά χοιρίδια σε περιβάλλον εργαστηρίου με σκοπό την αναζήτηση πληροφοριών για την καλύτερη κατανόηση της σεξουαλικής ανάπτυξης στους ανθρώπους.
Το βασικό εύρημα της μελέτης ήταν ότι η ενεργή σεξουαλική ζωή κατά τη διάρκεια της εφηβείας, μπορεί να έχει αρνητικές επιπτώσεις στο σώμα και τη διάθεση του ατόμου κατά την ενήλική ζωή του. Οι επιστήμονες υποθέτουν ότι το παραπάνω εύρημα μπορεί να εξηγηθεί από την έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας, τη στιγμή που το νευρικό σύστημα είναι ακόμα υπό ανάπτυξη.
Οι ερευνητές ζευγάρωσαν ενήλικα θηλυκά ινδικά χοιρίδια με αρσενικά που είχαν ηλικία 40 ημερών, τα οποία ήταν δηλαδή στα μέσα της εφηβείας τους σε αντιστοιχία με τους ανθρώπινους όρους. Βρήκαν ότι αυτά τα αρσενικά ζώα με τις πρώιμες σεξουαλικές εμπειρίες, έδειξαν αργότερα σημάδια καταθλιπτικόμορφης συμπεριφοράς, ενώ παράλληλα παρουσίασαν μικρότερη μάζα σώματος, λιγότερο αναπαραγωγικό ιστό, καθώς και αλλαγές στα κύτταρα του εγκεφάλου, σε σύγκριση με τα αρσενικά που ξεκίνησαν αργότερα τη σεξουαλική τους ζωή, ή με αυτά που δεν την ξεκίνησαν ποτέ.
Ανάμεσα στις κυτταρικές αλλαγές που παρατηρήθηκαν στα ινδικά χοιρίδια που είχαν πρώιμες σεξουαλικές επαφές, ήταν και τα υψηλότερα επίπεδα έκφρασης ενός γονιδίου που σχετίζεται με τη φλεγμονή στον εγκεφαλικό ιστό και σε κάποιες λιγότερο σύνθετες κυτταρικές δομές που βρίσκονται σε σημαντικές εγκεφαλικές περιοχές.
Τα ζώα αυτά επίσης έδειξαν σημάδια μιας ισχυρής απάντησης του ανοσοποιητικού τους συστήματος σε μια δοκιμασία ευαισθησίας. Η υψηλή κατάσταση ετοιμότητας του ανοσοποιητικού, ακόμα και όταν δεν υπάρχει λοίμωξη, συνιστά ένα πιθανό δείκτη αυτοάνοσου προβλήματος.
Είναι λοιπόν δυνατόν η σεξουαλική δραστηριότητα κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης του νευρικού συστήματος, να μεταφράζεται από τον οργανισμό ως στρεσσογόνος παράγοντας.
Υπάρχει μια στιγμή κατά την οποία το νευρικό σύστημα αναπτύσσεται πολύ γρήγορα και μέρος αυτών των αλλαγών προετοιμάζουν την αναπαραγωγική συμπεριφορά και φυσιολογία του ενήλικα. Υπάρχει λοιπόν η πιθανότητα, οι εμπειρίες και τα ερεθίσματα που λαμβάνουν χώρα πριν την ολοκλήρωση της ανάπτυξης του νευρικού συστήματος, να έχουν ενισχυμένη επίδραση που τους προσδίδει το χαρακτήρα των στρεσσογόνων παραγόντων.
Οι ερευνητές χρησιμοποίησαν 5 ομάδες αρσενικών ινδικών χοιριδίων. Δύο ομάδες που ξεκίνησαν τη σεξουαλική δραστηριότητα σε ηλικία 40 ημερών, δύο ομάδες που ξεκίνησαν τη σεξουαλική δραστηριότητα στην ενήλικη ζωή, σε ηλικία 80 ημερών και μια ομάδα που δεν είχε καμία σεξουαλική εμπειρία. Η ήβη στα αρσενικά ινδικά χοιρίδια ξεκινάει στις 21 ημέρες ζωής.
Όλα τα ζώα αξιολογήθηκαν για σημεία άγχους ή κατάθλιψης με τη βοήθεια λαβυρίνθων όπου έπρεπε να αναζητήσουν ένα χώρο να κρυφτούν, καθώς και με τη βοήθεια μιας δεξαμενής όπου έπρεπε να κολυμπούν συνεχώς για να σωθούν. Τα ποντίκια που σταματούσαν το κολύμπι έδιναν ένα σημάδι καταθλιπτικόμορφης συμπεριφοράς, ενώ αυτά που επέλεγαν να μην εξερευνήσουν το λαβύρινθο ‘έδιναν σημάδια άγχους.
Όλα τα ζώα που ήταν σεξουαλικά ενεργά έδωσαν σημάδια άγχους σε σύγκριση με τα ζώα της ομάδας ελέγχου, αλλά μόνο αυτά με τη πρώιμη σεξουαλική δραστηριότητα έδωσαν σημάδια κατάθλιψης.
Παράλληλα εκτός από την αυξημένη απάντηση του ανοσοποιητικού στις ομάδες των σεξουαλικά ενεργών εφήβων, βρέθηκε ότι τα ζώα αυτά είχαν και μια αυξημένη προ-φλεγμονώδη κυτοκίνη, την ιντερλευκίνη 1(IL-1) στον εγκεφαλικό τους ιστό, σε σύγκριση με τα άλλα. Η IL-1, είναι ένας από τους χημικούς αγγελιοφόρους του εγκεφάλου που προκαλούν φλεγμονή συνήθως για την αντιμετώπιση μιας λοίμωξης, ή για την επιδιόρθωση ενός τραυματισμού . Όταν όμως κυκλοφορεί στον οργανισμό χωρίς να υπάρχει κάποια λοίμωξη να καταπολεμήσει, προκαλεί επιπλέον φλεγμονή.
Η αυξημένη γονιδιακή έκφραση που προαναφέρθηκε, παρατηρήθηκε σε εγκεφαλικές περιοχές, οι οποίες είναι γνωστό πως αργούν να ωριμάσουν όπως είναι η αμυγδαλή, ο ιππόκαμπος και ο προμετωπιαίος φλοιός. Στα ζώα που είχαν σεξουαλική δραστηριότητα κατά την εφηβεία, οι περιοχές αυτές βρέθηκαν να έχουν μικρότερη πολυπλοκότητα στους δενδρίτες τους, στις νευρικές διακλαδώσεις δηλαδή που φιλοξενούν τις συνάψεις και μεταφέρουν στον εγκέφαλο ερεθίσματα από όλο το σώμα.
Σαφώς χρειάζεται περαιτέρω έρευνα ώστε να διευκρινιστεί η σημασία των παραπάνω διαφορών στον εγκέφαλο. Οι ερευνητές όμως είναι σίγουροι για την παρακάτω συσχέτιση: η σεξουαλική δραστηριότητα έχει μια φυσιολογική επίπτωση στην οποία τα εγκεφαλικά κύτταρα απαντούν με βραχύτερους δενδρίτες.
Τέλος, τα αρσενικά ινδικά χοιρίδια με πρώιμη έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας είχαν μικρότερη μάζα σώματος και μειωμένη ανάπτυξη του αναπαραγωγικού ιστού συμπεριλαμβανομένων των σπερματικών πόρων και της επιδιδυμίδας. Είναι πολύ πιθανό λοιπόν η πρώιμη έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας να προκαλεί στα ζώα αυτά μια δυσπροσαρμοστική συμπεριφορά που επηρεάζει ακόμα και την αναπαραγωγική τους ικανότητα.
Προηγούμενες μελέτες έχουν εξετάσει τις επιπτώσεις του εφηβικού σεξ σε νεαρές γυναίκες, οι μελέτες αυτές όμως για λόγους ηθικής και δεοντολογίας είναι αναδρομικές. Το πειραματικό μοντέλο όμως, χρησιμοποιώντας ινδικά χοιρίδια, τα οποία έχουν ομοιότητες με τους ανθρώπους σε επίπεδο φυσιολογίας, μας δείχνει πως απαντά συγκεκριμένα ο οργανισμός στην πρώιμη σεξουαλική δραστηριότητα.
Πηγή: medicalnewstoday
Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος,
συνεργάτης του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,
www.andrologia.gr
