Πολλές είναι οι μελέτες που αναδεικνύουν τη συσχέτιση της υπογονιμότητας με την ψυχολογική δυσφορία, αναφέροντας υψηλά ποσοστά άγχους, διαταραχών της διάθεσης και καταθλιπτικών συμπτωμάτων. Πολλοί λίγες μελέτες, όμως, έχουν εξετάσει την ψυχολογική επίδραση της μη επιθυμητής ατεκνίας σε μεγάλο δείγμα του πληθυσμού.
Μια μεγάλη προοπτική μελέτη Δανών ερευνητών, στην οποία συμμετείχαν γυναίκες με προβλήματα γονιμότητας, έδειξε ότι οι γυναίκες που δεν κατάφεραν να αποκτήσουν παιδί μετά τη διερεύνηση του προβλήματος υπογονιμότητας που αντιμετώπιζαν, είχαν περισσότερες εισαγωγές σε νοσοκομείο για την αντιμετώπιση ψυχικών διαταραχών, σε σύγκριση με αυτές που κατάφεραν να αποκτήσουν τουλάχιστον ένα παιδί.
Οι προηγούμενες παρόμοιες μελέτες βασίζονταν σε δεδομένα που προέρχονταν από μεμονωμένες κλινικές και σε αυτοαναφορές σχετικά με τις ψυχολογικές επιπτώσεις της υπογονιμότητας. Η παρούσα μελέτη όμως, βασίστηκε σε δεδομένα από 98.737 γυναίκες που αναζήτησαν βοήθεια σε κλινικές υπογονιμότητας σε όλη τη Δανία ανάμεσα στα έτη 1973 και 2008 καθώς και στα ψυχιατρικά αρχεία του κεντρικού μητρώου της χώρας. Με τον τρόπο αυτό εντοπίστηκαν οι εισαγωγές για την αντιμετώπιση ψυχικών διαταραχών, οι οποίες διαχωρίστηκαν από τους ερευνητές σε μια μεγάλη ομάδα που τις περιελάμβανε όλες και σε έξι υποομάδες, την υποομάδα της κατάχρησης αλκοόλ και ουσιών, της σχιζοφρένειας και των ψυχώσεων, των διαταραχών του συναισθήματος συμπεριλαμβανομένης και της κατάθλιψης, των διαταραχών άγχους, προσαρμογής και της ψυχαναγκαστικής-καταναγκαστικής διαταραχής, των διαταραχών στην πρόσληψη τροφής και τέλος την υποομάδα των «άλλων διαταραχών».
Όλες οι γυναίκες παρακολουθήθηκαν από την ημερομηνία του πρώτου ελέγχου της υπογονιμότητάς τους μέχρι την ημερομηνία του ψυχιατρικού συμβάντος, ή της πρώτης εισαγωγής τους σε νοσοκομείο, ή μέχρι την 31η Δεκεμβρίου του 2008, η οποία ορίστηκε ως καταληκτική ημερομηνία της μελέτης. Σε κάποιες περιπτώσεις, η παρακολούθηση σταμάτησε στην ημερομηνία μετανάστευσης ή θανάτου της γυναίκας. Αυτού του είδους η μελέτη είναι πραγματοποιήσιμη μόνο σε χώρες όπως η Δανία, στις οποίες ο αριθμός ταυτότητας κάθε πολίτη μπορεί να συνδεθεί με οποιοδήποτε διαγνωστικό μητρώο της χώρας.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, το 54% των 98.737 γυναικών απέκτησε παιδί. Περίπου 5.000 γυναίκες νοσηλεύτηκαν για κάποια ψυχιατρική διαταραχή, με πιο συχνές τις αγχώδεις διαταραχές και τις διαταραχές του συναισθήματος να ακολουθούν. Οι γυναίκες που δεν κατάφεραν να αποκτήσουν παιδί είχαν στατιστικά σημαντική αύξηση (18%) του κινδύνου νοσηλείας για όλες τις ψυχικές διαταραχές σε σύγκριση με αυτές που απέκτησαν παιδί ή που συνέχιζαν την προσπάθεια.
Παράλληλα, ο κίνδυνος νοσηλείας βρέθηκε ακόμα πιο αυξημένος για την κατάχρηση αλκοόλ και ουσιών (103%), για τη σχιζοφρένεια (47%) και για άλλες ψυχικές διαταραχές (43%). Η μελέτη επίσης έδειξε πως η ανεπιθύμητη ατεκνία αύξησε τον κίνδυνο εμφάνισης διαταραχών στην πρόσληψη τροφής κατά 47%, αν και η αύξηση αυτή δεν βρέθηκε να είναι στατιστικά σημαντική.
Τέλος, είναι σημαντικό να σημειωθεί πως η πιο συχνή ψυχιατρική αιτία εισαγωγής των νοσοκομείο, οι αγχώδεις διαταραχές, δεν βρέθηκε να επηρεάζεται από την κατάσταση της αναπαραγωγικής υγείας.
Τα αποτελέσματα της παρούσας μελέτης προσθέτουν μια σημαντική συνιστώσα στη συμβουλευτική υποστήριξη των γυναικών που βρίσκονται σε διαδικασία διερεύνησης της αναπαραγωγικής τους ικανότητας ή λαμβάνουν κάποια θεραπεία υπογονιμότητας. Οι ειδικοί και όλοι οι επαγγελματίες υγείας που εργάζονται με άτομα που έχουν πρόβλημα υπογονιμότητας είναι σημαντικό να είναι ενήμεροι για τον αυξημένο κίνδυνο ψυχιατρικών διαταραχών σε αυτήν την ομάδα των ασθενών, καθώς και να μπορούν να εντοπίσουν εγκαίρως τα πρώτα σημάδια.
Πηγή: medicalnewstoday
Το άρθρο επιμελήθηκε ο Π. Δρέττας,
Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος,
Δ/ντής του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,
www.andrologia.gr

