Ο Σίγκμουντ Φρόυντ απηύθυνε το ερώτημα «τι είναι αυτό που θέλει μια γυναίκα», αποκρινόμενος σε μια ασθενή του που παραπονιόταν για «ψυχρότητα», το 1925. Από τότε μέχρι σήμερα δεν έχει γίνει μεγάλη πρόοδος στην απάντηση αυτού του ερωτήματος.
Ένας από τους λόγους για τους οποίους το εν λόγω ερώτημα επιμένει, σχετίζεται με το ποιος το θέτει, πότε και γιατί. Στις αρχές του 20ου αιώνα για παράδειγμα, ένας Νεοϋορκέζος γυναικολόγος, ο Dickinson, διερευνούσε τους λόγους που έκαναν τις γυναίκες δυστυχισμένες μέσα στους γάμους τους. Πολλές παραπονιόντουσαν ότι δεν απολάμβαναν τη σεξουαλική πράξη. Αυτό ώθησε τον ιατρό, ο οποίος μάλιστα ήταν από τους πρώτους υπέρμαχους της αντισύλληψης και της προαγωγής της γυναικείας απόλαυσης, να διεξαγάγει έρευνα με δείγμα κάποιες από τις χιλιάδες ασθενείς του.
Μελέτησε πολλές λεπτομέρειες σχετικά με το σώμα τους, τις ευαισθησίες και τις συνήθειές τους. Προσπαθούσε να πάρει όσο περισσότερες πληροφορίες μπορούσε, τόσο από τα γεννητικά τους όργανα όσο και από τα λεγόμενά τους. Ο Dickinson συμπεριέλαβε τα χρόνια της κλινικής του εμπειρίας σε δύο μεγάλους τόμους. Ποτέ όμως δεν ολοκλήρωσε το βιβλίο που απευθυνόταν στους άνδρες, στους συζύγους κυρίως, με σκοπό να τους διδάξει πώς να χαρίζουν απόλαυση σε μια γυναίκα.
Κατά τη διάρκεια του 20ου αιώνα, η σεξουαλική απόκριση της γυναίκας αποτελούσε συχνά ερευνητικό αντικείμενο, σε μια εποχή που η δυτική κοινωνία προσπαθούσε να ρυθμίσει την απόλαυση και να τη μελετήσει υπό μορφές μετρήσιμες, χρησιμοποιώντας ερωτηματολόγια και συνεντεύξεις. Μέσα από τη διαδικασία αυτή, συχνά η έλλειψη της σεξουαλικής επιθυμίας εκλαμβάνεται το ίδιο επικίνδυνη με την υπερβολική επιθυμία. Το μεγαλύτερο πρόβλημα που εντοπίζεται μάλιστα είναι η υποτονική σεξουαλική επιθυμία, αυτό δηλαδή που η ασθενής του Freud ονόμαζε ψυχρότητα.
Σήμερα στο ερώτημα του Freud προσπαθούν να απαντήσουν διάφορα σκευάσματα και συσκευές που υπόσχονται να βοηθήσουν τη γυναίκα να απολαύσει το σεξ.
Μια γερμανική εταιρεία πρόσφατα δημιούργησε το «ροζ χαπάκι» κατ’ αντιστοιχία του «μπλε», που είναι εδώ και χρόνια διαθέσιμο για τους άνδρες. Ο σκοπός του είναι η αντιμετώπιση της υποτονικής σεξουαλικής επιθυμίας της γυναίκας, αυξάνοντας τα επίπεδα ντοπαμίνης και νορεπινεφρίνης και μειώνοντας τα επίπεδα σεροτονίνης στον εγκέφαλό της. Αν το φάρμακο έπαιρνε την έγκριση, υπολογίζεται ότι οι ετήσιες πωλήσεις θα ανέρχονταν σε 2 δις δολάρια μόνο στις Η.Π.Α.. Η διαφημιστική καμπάνια του φαρμάκου προσπαθούσε να πείσει τις γυναίκες συγκεκριμένης ηλικίας και κοινωνικοοικονομικού επιπέδου πως τους λείπει η επαρκής σεξουαλική επιθυμία και τους αξίζει μια αποτελεσματική αγωγή.
Στη κλινική δοκιμή του φαρμάκου, η εταιρεία περιόρισε το δείγμα σε γυναίκες που ζούσαν στις Η.Π.Α. και στον Καναδά, ήταν υγιείς, μορφωμένες και κατά κύριο λόγο παντρεμένες. Η μελέτη είχε διάρκεια 24 μήνες. Οι γυναίκες που λάμβαναν το χάπι δήλωσαν αύξηση των ικανοποιητικών σεξουαλικών επαφών στις 4,5 φορές τον μήνα, ενώ οι γυναίκες που λάμβαναν ψευδοφάρμακο ανέφεραν πως είχαν ικανοποιητική σεξουαλική επαφή κατά μέσο όρο 3,7 φορές τον μήνα. Για να θεωρηθεί ικανοποιητική η επαφή, δεν ήταν απαραίτητο να υπάρχει και οργασμός.
Μπορεί η φλιβανσερίνη, η δραστική ουσία του ροζ χαπιού, να είναι η απάντηση σε αυτό που θέλει μια γυναίκα;
Για αρχή, οι ειδικοί επισημαίνουν πως τα κριτήρια για τον προσδιορισμό της υποτονικής σεξουαλικής επιθυμίας είναι τόσο ασαφή, που σχεδιάζεται μάλιστα η αντικατάσταση του όρου από τον όρο διαταραχή της επιθυμίας-διεγερσης στην επόμενη έκδοση του αμερικανικού διαγνωστικού εγχειριδίου.
Η φαρμακευτική εταιρεία, από την άλλη, προσφέρει διαδικτυακή εκπαίδευση στους επαγγελματίες υγείας, ώστε να μπορούν να διαγνώσουν τη διαταραχή της υποτονικής σεξουαλικής επιθυμίας. Η εν λόγω εκπαίδευση, όμως, φαίνεται να προκαλεί περισσότερα ερωτήματα στους ιατρούς, παρά να δίνει απαντήσεις.
Παράλληλα, όπως σημειώνουν κάποιοι επαγγελματίες υγείας, αν το φάρμακο έπαιρνε έγκριση, θα μπορούσε να δοθεί η λανθασμένη εντύπωση στις γυναίκες ότι, λαμβάνοντας το χάπι, θα μπορούσαν να έχουν τη σεξουαλική ζωή για την οποία διαβάζουν και την οποία νομίζουν ότι έχουν όλοι οι υπόλοιποι.
Από την άλλη όμως, είναι πολύ πιθανό, έπειτα από την έμφαση που έχει δοθεί στη φαρμακευτική αντιμετώπιση της στυτικής δυσλειτουργίας στους άνδρες, να αναζητούν και οι γυναίκες τη μείωση της πίεσης που σχετίζεται με τη σεξουαλική επίδοση με φαρμακευτικά μέσα, καθώς επίσης και παραπάνω συναισθηματική υποστήριξη εντός κι εκτός κρεβατοκάμαρας.
Τι θα συμβεί, λοιπόν, τώρα που η φλιβανσερίνη δεν εγκρίθηκε; Είναι η διαδικτυακή εκπαίδευση των συντρόφων μια λύση;
Μπορεί να είναι, αλλά οι ειδικοί επισημαίνουν πως τον πρώτο λόγο έχει η γνώση της γυναίκας για το ίδιο της το σώμα και τον τρόπο με τον οποίο αυτό λειτουργεί. Η γνώση αυτή θα τη βοηθήσει να απαντήσει το ερώτημα αν ένα χάπι είναι αυτό που χρειάζεται.
Πηγή: edition.cnn
Το άρθρο επιμελήθηκε η Ε. Ελευθερίου,
Ψυχοθεραπεύτρια-Κλινική Θεραπεύτρια
Σεξουαλικών Διαταραχών, συνεργάτιδα
του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών,
www.andrologia.gr

