Πολλοί υποψήφιοι κατέθεσαν αίτημα για επανακαταμέτρηση ψήφων,το οποίο αφορά κυρίως τις δικές τους ψήφους, ενώ υπάρχουν και αιτήματα για να μετρηθούν τα έγκυρα ψηφοδέλτια των συνδυασμών συνολικά, σε κάποιο τμήμα, ή τα ψηφοδέλτια που αφορούν τις τοπικές κοινότητες. Με τα ευρήματα από την καταμέτρηση οι υποψήφιοι θα στοιχειοθετήσουν τις ενστάσεις τους.          Επίσης εντοπίστηκαν άλλα λάθη που αφορούσαν το πέρασμα των αποτελεσμάτων από τα βιβλία των εκλογικών αντιπροσώπων στα αντίστοιχα του Πρωτοδικείου ή αναγραφή των ψήφων σε εσφαλμένο όνομα από κάτω ή από πάνω .

Σύμφωνα με το Άρθρο 76 «Προθεσμία για την άσκηση της ένστασης Τροποποίηση του άρθρου 248 του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας:

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

«Η ένσταση ασκείται μέσα σε προθεσμία επτά (7) ημερών από τη λήξη του χρόνου έκθεσης της πράξης (πέντε ημέρες) με την οποία ανακηρύσσονται οι επιτυχόντες και οι επιλαχόντες συνδυασμοί, καθώς και οι υποψήφιοι κάθε συνδυασμού που εκλέγονται ως τακτικοί ή αναπληρωματικοί.

Οι συνδυασμοί ή οι υποψήφιοι που εντοπίζουν πρόβλημα θα πρέπει να κάνουν αίτηση επανακαταμέτρησης στα πρωτοδικεία. Σε κάθε περίπτωση το θέμα θα τελειώσει σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα.

Η επαλήθευση της εγκυρότητας του αποτελέσματος σε πολλές περιπτώσεις είναι μονόδρομος και δικαιολογείται από την οριακή διαφορά ή από την εσφαλμένη αναγραφή ψήφων ή από την εσφαλμένη αρχική καταμέτρηση.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Μετά από ένα «θρίλερ» που κράτησε κάτι περισσότερο από δύο εβδομάδες, το Διδυμότειχο έχει νέο δήμαρχο και αυτός είναι ο Ρωμύλος Χατζηγιάννογλου, παρότι αρχικά είχε χάσει την εκλογική αναμέτρηση. Παρότι για τον συγκεκριμένο δήμο οι υποψήφιοι ήταν μόλις δύο, τα αποτελέσματα ήρθαν μετά την δεύτερη Κυριακή των αυτοδιοικητικών εκλογών, καθώς το αποτέλεσμα ήταν κάτι παραπάνω από οριακό. Βάσει νόμου λοιπόν μέσα στις επόμενες ημέρες ο πρόεδρος πρωτοδικών, εκθέτει τα πρακτικά της εκλογής μαζί με τον πίνακα των αποτελεσμάτων της στο κατάστημα του πρωτοδικείου επί πέντε ημέρες.

Μέσα σε αυτό το χρονικό διάστημα, ένας συνδυασμός,  έχει το δικαίωμα να ζητήσει το εκλογικό υλικό και να το ελέγξει. Πρέπει να σημειωθεί η ανακαταμέτρηση των ψήφων δεν είναι μια θεσμοθετημένη αυτοτελής διαδικασία, αλλά επί της ουσίας πρόκειται για ένα προπαρασκευαστικό στάδιο πριν το ενδεχόμενο των ενστάσεων.

Για πέντε μέρες, λοιπόν, παρουσία δικαστικών υπαλλήλων (χωρίς την παρουσία ατόμων από τους συνδυασμούς ) ελέγχουν και ξαναμετρούν τα ψηφοδέλτια και καταλήγουν αν, σε πόσα, από ποια εκλογικά τμήματα και για ποιους λόγους θα προχωρήσουν σε ένσταση.

Σύμφωνα με το άρθρο 45 του νόμου 3852/2010, ένσταση μπορεί να ασκήσει: α) κάθε εκλογέας εγγεγραμμένος στους εκλογικούς καταλόγους του δήμου, καθώς και β) ο υποψήφιος κατά τις εκλογές στον οικείο δήμο.

Ενώ σύμφωνα με το άρθρο 47 λόγους ένστασης μπορούν να θεμελιώσουν: α) η έλλειψη νόμιμων προσόντων και η συνδρομή κωλυμάτων σε υποψηφίους που έχουν εκλεγεί ως τακτικά ή αναπληρωματικά μέλη, β) η παράβαση του νόμου κατά τη διεξαγωγή της εκλογής ή κατά την εξαγωγή του εκλογικού αποτελέσματος ή κατά την ανακήρυξη των υποψήφιων συνδυασμών ή κατά την ανακήρυξη των επιτυχόντων και επιλαχόντων συνδυασμών και των προσώπων που ανήκουν σε αυτούς, γ) η ακυρότητα ή η εσφαλμένη αρίθμηση των ψηφοδελτίων.

Μετά τη λήξη του πενθημέρου ,το πολυμελές πρωτοδικείο ανακηρύσσει τον επιτυχόντα και τους επιλαχόντες συνδυασμούς, τον δήμαρχο, τους τακτικούς και αναπληρωματικούς δημοτικούς συμβούλους. Σημειώνεται ότι η όλη διαδικασία των ενστάσεων δεν διακόπτει τη λοιπή διαδικασία εκλογής, δηλαδή αυτός που ανακηρύσσεται από το πρωτοδικείο, εγκαθίσταται στη δημοτική αρχή μέχρι νεότερη απόφαση του πρωτοδικείου.

Σύμφωνα με το άρθρο 48, η ένσταση ασκείται μέσα σε προθεσμία επτά ημερών από τη λήξη του χρόνου έκθεσης της πράξης, με την οποία ανακηρύσσονται οι επιτυχόντες και οι επιλαχόντες συνδυασμοί, καθώς και οι υποψήφιοι κάθε συνδυασμού που εκλέγονται. Από κει και πέρα, οι ενστάσεις παίρνουν το δρόμο που ορίζει ο νόμος με τα  εκλογοδικεία.

Αν εξαιρέσει κανείς τη διαδικασία της ανακαταμέτρησης, η οποία γίνεται άμεσα και σε σύντομο χρονικό διάστημα, οι ενστάσεις περνούν πλέον από τις δικαστικές αίθουσες και συνήθως η ολοκλήρωσή τους είναι χρονοβόρα διαδικασία.

Οι ενστάσεις εκδικάζονται σε πρώτο και τελευταίο βαθμό από το Τριμελές Διοικητικό Πρωτοδικείο, στην περιφέρεια του οποίου έχει την έδρα του ο οικείος Δήμος ή η Κοινότητα. Δηλαδή δεν προβλέπεται άσκηση έφεσης κατά των αποφάσεων των Τριμελών Διοικητικών Πρωτοδικείων, παρά μόνο αίτηση αναίρεσης ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας.

Τις τελευταίες δεκαετίες , παρατηρούμε την μη προσέλευση των μελών της εφορευτικής επιτροπής εκλογών στην πλειονότητα των περιπτώσεων και την διενέργεια των εκλογών μονάχα με τον δικαστικό αντιπρόσωπο και τον γραμματέα που έχει διορίσει ο ίδιος. Η καταμέτρηση ψήφων από δύο μόνο άτομα και η σύνταξη πρακτικών, έχει οδηγήσει σε σημαντικά ανθρώπινα σφάλματα σε πολλές περιπτώσεις.

Ο ρόλος των μελών της εφορευτικής επιτροπής, είναι η εγγύηση της εκλογικής διαδικασίας, ως προς την τήρηση της νομιμότητας καθ’ όλη τη διάρκεια των εκλογών και βεβαίως κατά την καταμέτρηση των ψήφων. Ο δικαστικός αντιπρόσωπος και ο γραμματέας (πρόσωπο επιλογής του δικαστικού αντιπροσώπου και εμπιστοσύνης του ), δεν αρκούν για να εγγυηθούν την εκλογική διαδικασία, καθώς χρειάζονται και τρίτα πρόσωπα, όπως είναι τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής. Ο νομοθέτης καθιέρωσε την συμμετοχή μελών εφορευτικής επιτροπής, με σκοπό την περαιτέρω εγγύηση των διαδικασιών. Την τελευταία δεκαετία , όπως και εχθές , παρατηρούμε την μη προσέλευση μελών εφορευτικής επιτροπής και στην πλειονότητα των περιπτώσεων, οι εκλογές να διενεργούνται μονάχα από τον δικαστικό αντιπρόσωπο και τον γραμματέα πρόσωπο επιλογής του. Τα μέλη της εφορευτικής επιτροπής, πολύ σωστά, δεν προσέρχονται να αναλάβουν καθήκοντα, διότι θα πρέπει να αφιερώσουν μία ολόκληρη ημέρα, χωρίς προσωπικό όφελος, υλοποιώντας μία κρατική υποχρέωση ” με το ζόρι”. Μέσα στις τόσες υποχρεώσεις της καθημερινότητας , καλούνται να αφιερώσουν μία ολόκληρη ημέρα από τον πολύτιμο χρόνο τους , ενώ όλοι οι υπόλοιποι συμμετέχοντες στις εκλογές, λαμβάνουν αμοιβή από το ελληνικό δημόσιο. Στις τελευταίες δεκαετίες της οικονομικής κρίσης, κάθε μέρα είναι πολύτιμη και όλοι αγωνίζονται καθημερινά για την επιβίωση. Τα πενιχρά 40 ευρώ που προβλέπονται πλέον για την συμμετοχή στην εφορευτική επιτροπή εκλογών , δεν αποτέλεσαν κίνητρο και πάλι η πλειοψηφία των μελών εφορευτικής επιτροπής δεν προσήλθε . Ποτέ δεν υπήρξε ανθρώπινη και κοινωνική αντιμετώπιση του διαχρονικού αυτού προβλήματος ( όπως θα έπρεπε). Το κράτος διαχρονικά, δεν βλέπει το θέμα ανθρώπινα, αλλά νομικά.

Η μεγάλη αποχή και αντίστοιχα η μικρή συμμετοχή εκλογέων- πολιτών στις εκλογές ενός συγκεκριμένου δήμου, δεν αποτελεί λόγο ακυρότητας των εκλογών (ενώ η πλειοψηφία λευκών ψηφοδελτίων συνιστά λόγο ακυρότητας της εκλογικής διαδικασίας). Αν και ηθικά, πολιτικά και κοινωνικά, όταν η συντριπτική πλειοψηφία των εκλογέων – πολιτών επιλεγεί την αποχή σε συγκεκριμένη περιοχή, το γεγονός αυτό εκπέμπει το μήνυμα της άρνησης ψήφου, την απαξίωση των υποψηφίων συνδυασμών και την ” καταδίκη” των υποψηφίων. Η αποχή θεωρείται άρνηση ψήφου και άρα κοινωνική πράξη χωρίς νομικές συνέπειες. Η αποχή ως άρνηση ψήφου ( ειδικά όταν πλειοψηφεί συντριπτικά) , εκπέμπει το μήνυμα ότι κανένας υποψήφιος δεν εκφράζει την συγκεκριμένη σημαντική μερίδα του πληθυσμού και  η συγκεκριμένη σημαντική μερίδα του πληθυσμού δεν επιθυμεί να εκπροσωπειται θεσμικά από τα πρόσωπα που κατέρχονται ως υποψήφιοι .

Στο Δήμο Αθηναίων , η αποχή πολιτών από τις δημοτικές εκλογές , έφτασε σχεδόν στο 70%,  με τη συμμετοχή να βρίσκεται μόλις στο 31,04%.

Στο Δήμο Σπάρτης η αποχή έφτασε στο 60%.

Στο Δήμο Θεσσαλονίκης η αποχή έφτασε στο 60%.

Στο Δήμο Νίκαιας η αποχή έφτασε στο 65%.

Στο Δήμο Καισαριανής η αποχή έφτασε στο 60%.

Στο Δήμο Καλαβρύτων η αποχή έφτασε στο 60%.

Σε μεγάλο νικητή των αυτοδιοικητικών εκλογών αναδεικνύεται η αποχή, καθώς ξεπερνά το 50%. Συγκεκριμένα, η συμμετοχή κυμαίνεται κοντά στο 49,34% όταν στις εθνικές εκλογές η συμμετοχή έφθασε το 53,74% τον Ιούνιο.

Η αποχή σημείωσε ρεκόρ μεταπολίτευσης.

Το παζλ της έλλειψης αξιοπιστίας προς βασικούς θεσμούς συμπληρώνει η χαμηλή εκτίμηση  για τους πολιτικούς, καθώς στο άκουσμα της λέξης αυθόρμητα ανακαλούν στη μνήμη τους λέξεις όπως «διαφθορά/διαπλοκή», «υποκριτής/υποσχέσεις/ψεύτης» και διάφορα άλλα «αρνητικά χαρακτηριστικά».

Στην ίδια κατεύθυνση, πολλοί αντιλαμβάνονται  την πολιτική ως ένα «βρόμικο παιχνίδι».   Παραμένει η γενικευμένη αδιαφορία για την ενεργό ενασχόληση με τα κοινά ,αλλά και η αντίληψη ότι τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει.

Το ασυμβίβαστο και η έκπτωση από το αξίωμα σε περίπτωση εκλογής :

Όποιοι συνδέονται με τον οικείο δήμο, τα νομικά του πρόσωπα ή τα νομικά πρόσωπα στα οποία αυτός συμμετέχει, με σύμβαση προμήθειας, εκτέλεσης έργου, παροχής υπηρεσιών, παραχώρησης δικαιώματος εκμετάλλευσης έργου ή υπηρεσίας με αντικείμενο συνολικής αξίας άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, εφόσον η σύμβαση είναι σε ισχύ κατά και μετά την 1η Ιανουαρίου του έτους διεξαγωγής των εκλογών.

Δεν αποτελεί κώλυμα ή ασυμβίβαστο η ιδιότητα του μέλους της διοίκησης ή του υπαλλήλου δημοσίων επιχειρήσεων και οργανισμών κοινής ωφέλειας, που συνδέονται με τον οικείο δήμο, τα νομικά του πρόσωπα ή τα νομικά πρόσωπα στα οποία αυτός συμμετέχει, με σύμβαση που είναι σχετική με το αντικείμενο της δραστηριότητάς τους. Δεν μπορούν να εκλεγούν ή να είναι δήμαρχοι, δημοτικοί σύμβουλοι, σύμβουλοι κοινότητας με μόνιμο πληθυσμό άνω των 300 κατοίκων ή πρόεδροι κοινότητας με μόνιμο πληθυσμό έως 300 κατοίκων:

α) Δικαστικοί λειτουργοί, αξιωματικοί των ενόπλων δυνάμεων και των σωμάτων ασφαλείας, θρησκευτικοί λειτουργοί των γνωστών θρησκειών, καθώς και τα μέλη των Ανεξαρτήτων Αρχών του άρθρου 101Α του Συντάγματος ή Αρχών που χαρακτηρίζονται με νόμο ως ανεξάρτητες ή ρυθμιστικές, αν για τα μέλη αυτά προβλέπεται από το νόμο η πλήρης και αποκλειστική τους απασχόληση ή η αναστολή άσκησης εκ μέρους τους οποιουδήποτε άλλου δημόσιου λειτουργήματος ή καθηκόντων, αμειβομένων ή μη, σε οποιαδήποτε θέση του δημόσιου τομέα, κατά τη διάρκεια της θητείας τους στην Ανεξάρτητη Αρχή. Ειδικές διατάξεις που απαγορεύουν την υποβολή ή την αποδοχή της παραίτησης των προσώπων αυτών ή που περιορίζουν το δικαίωμά τους να παραιτηθούν ή την αρμοδιότητα της αρχής να αποδεχθεί την παραίτησή τους εξακολουθούν να ισχύουν.

β) Ο Δημοτικός και Περιφερειακός Διαμεσολαβητής, εφόσον η χωρική του αρμοδιότητα αφορά ή καταλαμβάνει το δήμο για τον οποίο θέτει υποψηφιότητα, για 4 έτη από τη λήξη της θητείας του με οποιονδήποτε τρόπο.

γ) Ο Επόπτης οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης, στο σύνολο των δήμων στους οποίους εκτείνεται η αρμοδιότητά του, για 4 έτη από τη λήξη της θητείας του με οποιονδήποτε τρόπο.

δ) Διοικητές, Υποδιοικητές, Πρόεδροι Διοικητικών Συμβουλίων, διευθύνοντες ή εντεταλμένοι σύμβουλοι των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, των κρατικών νομικών προσώπων ιδιωτικού δικαίου, των δημόσιων επιχειρήσεων και των επιχειρήσεων τη διοίκηση των οποίων ορίζει άμεσα ή έμμεσα το Δημόσιο με διοικητική πράξη ή ως μέτοχος, καθώς και των πάσης φύσεως νομικών προσώπων των δήμων, οι οποίοι δεν είναι αιρετοί της τοπικής αυτοδιοίκησης ή δεν έχουν εκλεγεί στα ανωτέρω αξιώματα ή δεν έχουν οριστεί στις θέσεις αυτές λόγω ιδιότητας (ex officio), σύμφωνα με τη νομοθεσία που διέπει τα νομικά αυτά πρόσωπα, στους δήμους στα διοικητικά όρια των οποίων εκτεινόταν η χωρική αρμοδιότητα των νομικών προσώπων, μέσα στο δεκαοκτάμηνο πριν από τη διενέργεια των δημοτικών εκλογών. Οι πρόεδροι των οργανισμών δήμου, που θέτουν υποψηφιότητα, θα έπρεπε να έχουν παραιτηθεί από την ως άνω θέση, μέχρι το μήνα Μάϊο του 2023.

Επιτρέπεται να θέσουν υποψηφιότητα σε διαφορετικό δήμο από την περιοχή του δημοτικού οργανισμού που ηγούνται (σε διαφορετικό δήμο της χωρικής τους αρμοδιότητας), πλην του δήμου της έδρας τους, εφόσον παραιτηθούν από τη θέση τους, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 30 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 26/2012, πριν από την ανακήρυξη των υποψηφίων. Το κώλυμα αίρεται εφόσον οι ανωτέρω  παραιτηθούν από τη θέση τους, σύμφωνα με τη διαδικασία του άρθρου 30 του προεδρικού διατάγματος [ΠΔ] 26/2012, πριν την ανακήρυξη των υποψηφίων.  Σε διαφορετική περίπτωση , εκπίπτουν από το αξίωμα τους , αμέσως μετά τις εκλογές .

Η παραβίαση του ανωτάτου ορίου εκλογικών δαπανών , συνιστά λόγο ένστασης και μεταγενέστερης έκπτωσης από το αξίωμα. Τα ανώτατα όρια εκλογικών δαπανών όπως αυτά προκύπτουν με βάση τους συντελεστές της παρ. 2β του άρθρου 7 του ν. 3870/2010 «Εκλογικές δαπάνες συνδυασμών και υποψηφίων και έλεγχος αυτών, κατά τις περιφερειακές και δημοτικές εκλογές» (Α’ 138) καθορίζονται ανά υποψήφιο δημοτικό σύμβουλο και ανάλογα με τον πληθυσμό της εκλογικής περιφέρειας στην οποία ανακηρύσσεται υποψήφιος ως εξής:

α. Σε εκλογικές περιφέρειες με πληθυσμό μέχρι 30.000 κατοίκους σε 1.500 €,

β. σε εκλογικές περιφέρειες με πληθυσμό 30.001 έως 60.000 κατοίκους σε 2.000 €,

γ. σε εκλογικές περιφέρειες με πληθυσμό 60.001 έως 100.000 κατοίκους σε 2.500€

δ. σε εκλογικές περιφέρειες με πληθυσμό 100.001 έως 150.000 κατοίκους σε 3.000€

ε. σε εκλογικές περιφέρειες με πληθυσμό 150.001 έως 200.000 κατοίκους σε 3.500€,

στ. σε εκλογικές ενότητες με πληθυσμό πάνω από 200.000 κατοίκους και για κάθε 100.000 κατοίκους πάνω από τις 200.000, το ανώτατο επιτρεπόμενο όριο των εκλογικών δαπανών για κάθε υποψήφιο αυξάνεται κατά 1.000€.

2.Το συνολικό ύψος των δαπανών του κάθε συνδυασμού, όπως ορίζεται στην παρ. 2α του άρθρου 7 του ανωτέρω ν. 3870/2010 (Α’ 138), διαμορφώνεται με βάση τον αριθμό των εκλογικών περιφερειών κάθε δήμου ως εξής:

α) Σε δήμους με εκλογικές περιφέρειες από μια (1) έως τρείς (3) ισοδυναμεί με το άθροισμα των δαπανών των υποψήφιων δημοτικών συμβούλων.

β) Σε δήμους με εκλογικές περιφέρειες από τέσσερις (4) έως έξι (6), καθώς και για τους δήμους με πληθυσμό άνω των 100.000 κατοίκων, ισοδυναμεί με το άθροισμα των δαπανών των υποψήφιων δημοτικών συμβούλων, προσαυξημένο κατά είκοσι τοις εκατό (20%).

γ) Σε δήμους με εκλογικές περιφέρειες από επτά (7) έως δέκα (10) ισοδυναμεί με το άθροισμα των δαπανών των υποψήφιων δημοτικών συμβούλων προσαυξημένο κατά 50%.

δ) Σε δήμους με εκλογικές περιφέρειες άνω των δέκα (10) ισοδυναμεί με το άθροισμα των δαπανών των υποψήφιων δημοτικών συμβούλων προσαυξημένο κατά 75%.

 

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης