Σε ισόβια κάθειρξη καταδίκασε το Εφετείο του Βερολίνου τον 56χρονο Βαντίμ Κράζικοφ για τη δολοφονία το 2019 του Ζελιμχάν Κανγκοσβίλι, Γεωργιανού από την Τσετσενία, στο πάρκο Tiergarten, στο κέντρο της γερμανικής πρωτεύουσας.

Το Δικαστήριο δεν έχει καμία αμφιβολία ότι η δολοφονία έγινε για λογαριασμό της ρωσικής μυστικής υπηρεσίας FSB. «Έλαβε κυβερνητική εντολή να σκοτώσει», ανέφερε ο γερμανός Εισαγγελέας και έκανε λόγο για πολιτικά κίνητρα και «κρατική εντολή δολοφονίας σε γερμανικό έδαφος».

Μία απόφαση για την οποία αντέδρασε η Ρωσία μέσω του Ρώσου πρεσβευτή στη Γερμανία, Σεργκέι Νετσάεφ, καθώς κατήγγειλε την «πολιτική» απόφαση να καταδικαστεί σε ισόβια κάθειρξη ένας Ρώσος που κατηγορείται ότι δολοφόνησε στο Βερολίνο κατ’ εντολήν της Μόσχας έναν Τσετσένο πρώην αντάρτη.

«Εκτιμάμε ότι αυτή η ετυμηγορία δεν είναι αντικειμενική, ότι πρόκειται για μια πολιτική απόφαση που πλήττει σοβαρά τις ρωσογερμανικές σχέσεις που ήταν ήδη δύσκολες και χωρίς αυτό», δήλωσε ο πρεσβευτής Σεργκέι Νετσάεφ σε ανακοίνωση που αναρτήθηκε στον ιστότοπο της ρωσικής πρεσβείας στη Γερμανία.

«Το θέμα αυτό προκαλεί τη βαθιά ανησυχία μας, συνιστά καθ’ εαυτό μια προδήλως μη φιλική πράξη και δεν θα μείνει χωρίς απάντηση», συνέχισε.

Δικαστήριο του Βερολίνου έκρινε το ρώσο κατηγορούμενο, ένοχο ότι σκότωσε με σφαίρες έναν Γεωργιανό προερχόμενο από την τσετσενική μειονότητα, στις 23 Αυγούστου 2019 στο κεντρικό πάρκο Tiergarten του Βερολίνου.

Το μεσημέρι της 23ης Αυγούστου 2019, ο 40χρονος Κανγκοσβίλι, είχε λάβει μέρος ως βαθμοφόρος στον Δεύτερο Πόλεμο της Τσετσενίας και χρησιμοποιούσε το ψευδώνυμο Τορνίκε Καφταρασβίλι, περπατούσε στο πάρκο Tiergartren, σε κεντρικό και πολυσύχναστο σημείο της γερμανικής πρωτεύουσας, όταν δέχθηκε έναν πυροβολισμό πισώπλατα από έναν ποδηλάτη, ο οποίος τον πυροβόλησε ακόμη δύο φορές ενώ βρισκόταν ήδη στο έδαφος.

Ο Κανγκοσβίλι πέθανε επιτόπου και ο Βαντίμ Κράζικοφ συνελήφθη λίγο αργότερα από τις γερμανικές αρχές, ισχυριζόμενος ότι λεγόταν Βαντίμ Σοκόλοφ, πολιτικός μηχανικός, χωρίς διασύνδεση με το ρωσικό κράτος, ισχυρισμό στον οποίο επέμεινε ως το τέλος και η υπεράσπισή του.

Το θύμα είχε ζητήσει άσυλο από τη Γερμανία το 2016, καθώς κατατασσόταν ως «στόχος υψηλής σημασίας» για τις ρωσικές υπηρεσίες, οι οποίες τον θεωρούσαν τρομοκράτη και τον κατηγορούσαν για συμμετοχή στην οργάνωση «Εμιράτο του Καυκάσου». Ο ίδιος ο ρώσος Πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν είχε περιγράψει τον Κανγκασβίλι ως «ληστή» και «δολοφόνο».

Η δολοφονική ενέργεια προκάλεσε από την αρχή μεγάλη ένταση στις σχέσεις Βερολίνου – Μόσχας, καθώς η πρώτη ανακοίνωση της γερμανικής Εισαγγελίας αναφερόταν σε πολιτικά κίνητρα και σχέση του δράστη με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, ζητώντας την συνδρομή της Ρωσίας στην έρευνα. Στη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, δύο διπλωμάτες που υπηρετούσαν στην ρωσική πρεσβεία του Βερολίνου απελάθηκαν από το γερμανικό υπουργείο Εξωτερικών.

«Η παράλογη θέση της συμμετοχής της Ρωσικής Ομοσπονδίας στο έγκλημα αυτό επιβλήθηκε μεθοδικά στο κοινό σε όλη τη διάρκεια αυτής της δίκης και εγγράφεται σε ένα γενικό πλαίσιο ρωσοφοβίας», υπογράμμισε σήμερα η ρωσική πρεσβεία.

Η πρεσβεία κατήγγειλε επίσης και χαρακτήρισε «παράξενο» το γεγονός ότι ελήφθησαν υπόψη, σύμφωνα με την ίδια, «ψευδοέρευνες» που πραγματοποιήθηκαν από τα μέσα ενημέρωσης Bellingat και Insider στην υπόθεση αυτή.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης