H ελληνική οικονομία με μοχλό τις τράπεζες μπορεί να λειτουργεί ταυτόχρονα σε δύο επίπεδα: Και να ισχυροποιηθεί σε επίπεδο μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας, σε επίπεδο οικογένειας και γειτονιάς. Και ταυτόχρονα να γεννήσει ξανά εθνικούς πρωταθλητές.

Το στοίχημα αυτό δεν είναι μόνο οικονομικό. Είναι ηθικό και εθνικό. Έχει σχέση όχι μόνο με την κοινωνική συνοχή σε κάθε πόλη και περιφέρεια της χώρας. Έχει σχέση επίσης με την πλήρη αναστροφή του brain drain και τη μετατροπή του σε brain gain, ανέφερε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών Κυριάκος Πιερρακάκης μιλώντας στην γενική συνέλευση της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

«Βρισκόμαστε σήμερα εδώ σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη στιγμή. Η κλιμάκωση στη Μέση Ανατολή δημιουργεί ένα σκηνικό πολλαπλών κινδύνων για τη διεθνή οικονομία και απειλεί την παγκόσμια σταθερότητα. Απαιτείται νηφαλιότητα, υπευθυνότητα και διορατικότητα. Πρέπει να δοθεί χώρος και χρόνος στη διπλωματία – αυτή είναι και η πάγια θέση της Ελληνικής Κυβέρνησης – ώστε να αποφευχθούν οι δύσκολες συνέπειες μιας ευρύτερης σύρραξης.

Οι εξελίξεις προκαλούν εύλογη ανησυχία. Η Κυβέρνηση διασφαλίζει ότι η χώρα παραμένει ανθεκτική και, χάρη στη συνετή δημοσιονομική διαχείριση των τελευταίων ετών, διαθέτει πλέον ισχυρότερες άμυνες. Έχουμε διαχειριστεί πολλές κρίσεις και είμαστε πάντα έτοιμοι να το κάνουμε, με τρόπο που να προστατεύει τις Ελληνίδες και τους Έλληνες και να μειώνει τις ενδεχόμενες συνέπειες για την οικονομία και την πρόοδο», είπε ο υπουργός Οικονομίας και Οικονομικών.

Στην ομιλία του ο υπουργός ανέφερε επίσης ότι «η Ελλάδα βαδίζει με σύνεση και σταθερότητα ακόμη και σε δύσκολους καιρούς. Διανύουμε μια εποχή πολύ διαφορετική από την κρίση και την εσωτερική αστάθεια που χαρακτήρισε την περασμένη δεκαετία.

Οι περισσότεροι από εσάς έχετε την εμπειρία εκείνης της μεγάλης δοκιμασίας, αλλά και του αγώνα των τελευταίων ετών για την επιστροφή σε μια εποχή ορθολογισμού και δημιουργίας. Έχετε συγκεντρώσει γνώση, πείρα και ανθεκτικότητα, που διαθέτουν ελάχιστοι από τους συναδέλφους σας στην υπόλοιπη Ευρώπη. Αυτές οι ιδιότητες είναι εξαιρετικά πολύτιμες και για το τώρα και για το αύριο.

Όλοι μαζί στην Ελλάδα, ο καθένας στον τομέα του, έχουμε – αν το καλοσκεφτούμε – ένα σκληρά κερδισμένο όφελος από την περιπέτεια της προηγούμενης δεκαετίας. Πιστεύω, λοιπόν, ότι αυτό το όφελος, αυτή τη γνώση καλούμαστε να τη μετατρέψουμε σε πλεονέκτημα. Πρέπει από σήμερα να την αξιοποιήσουμε ολοένα και περισσότερο.

Πρέπει να γίνει ο καταλύτης για μια πιο δυναμική πορεία προς το αύριο. Γιατί η ασφάλεια, την οποία θέλουμε να κατακτήσουμε μέσα από τον δυναμισμό, πρέπει να την κατακτούμε πρωτίστως μέσα από αυτό, από το να κοιτάμε μπροστά, από τη προορατικότητα και όχι από το να παίζουμε άμυνα.

Όταν μια χώρα περνάει τη σκληρή περίοδο μιας οικονομικής κρίσης, προφανώς πρώτο μέλημα είναι η επιστροφή στην κανονικότητα. Πρώτο μέλημα είναι η περιφρούρηση της σταθερότητας. Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια αυτό το πέτυχε, αποκατέστησε την κανονικότητα και εξασφάλισε τη σταθερότητα.

Πετύχαμε σταθερή και στέρεα ανάπτυξη πολύ μεγαλύτερη από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο σε μια περίοδο με αναδυόμενες προκλήσεις. Σήμερα, όμως, έχει φτάσει η ώρα που πρέπει να αλλάξουμε εποχή. Να περάσουμε σε μια εποχή τόλμης, αυτοπεποίθησης και ακόμη ταχύτερης ανάπτυξης παρά τις διεθνείς αβεβαιότητες».

Το τραπεζικό σύστημα

«Το τραπεζικό σύστημα βρίσκεται στο κέντρο της οικονομικής δραστηριότητας για κάθε χώρα ανεξαιρέτως. Τράπεζες ισχυρές και εύρωστες, προσανατολισμένες στις επενδύσεις και στην υποστήριξη της παραγωγής και της εξωστρέφειας, είναι παντού ο κυριότερος παράγοντας για τον δυναμισμό και την ανάπτυξη της οικονομίας.

Η ισχυρή οικονομία είναι εκ των πραγμάτων προϋπόθεση για την επέκταση της ευημερίας στην κοινωνία, αλλά οικονομία ισχυρή δεν υπάρχει χωρίς τράπεζες σύγχρονες και δημιουργικές.

Σήμερα, έπειτα από τη συστηματική προσπάθεια των τελευταίων ετών, μια σειρά από στοιχεία πιστοποιούν ότι οι τράπεζες δηλώνουν και πάλι «παρών» αφού έχουν εξυγιανθεί πλήρως από τις συνέπειες της πολυετούς κρίσης που ξεκίνησε το 2010.

* Σημαντικοί οίκοι αξιολόγησης προχώρησαν στις αναβαθμίσεις των ελληνικών τραπεζών. Οι εκτιμήσεις τους είναι θετικές σε ό,τι αφορά τη διατηρησιμότητα των ρυθμών κερδοφορίας. Οι ρυθμοί αυτοί αναμένεται να επηρεάσουν θετικά τους δείκτες κεφαλαίου, καθώς και τις επιδόσεις στους δείκτες ρευστότητας και ενεργητικού. Το αποτέλεσμα είναι ότι το σύνολο των συστημικών τραπεζών βρίσκεται πλέον στην επενδυτική βαθμίδα ενώ ξεκίνησαν τη διανομή μερίσματος για πρώτη φορά μετά από 15 έτη.

* Όπως ανέφερε ο Διοικητής της ΤτΕ κ. Στουρνάρας στην ετήσια έκθεση της ΤτΕ, η αναδιάρθρωση των συστημικών τραπεζών συνέβαλε ουσιαστικά στην ενίσχυση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

* Ολοκληρώθηκε, ως επί το πλείστον, η αποεπένδυση του ΤΧΣ από τις συστημικές τράπεζες. Παράλληλα, είναι αξιοσημείωτο γεγονός ότι η είσοδος μεγάλης ευρωπαϊκής τράπεζας στο μετοχικό κεφάλαιο μιας εκ των συστημικών τραπεζών λαμβάνει χώρα και αυτό αντανακλά και μία διαφορετική κουλτούρα από αντίστοιχες συζητήσεις που συμβαίνουν σε άλλα κράτη – μέλη της ΕΕ.

* Τα θεμελιώδη μεγέθη και των μικρότερων τραπεζών έχουν βελτιωθεί εντυπωσιακά, ιδίως μετά τη συγχώνευση και εξυγίανση της Τράπεζας Αττικής και της Παγκρήτιας Τράπεζας. Η δημιουργία του λεγόμενου «πέμπτου πόλου» αύξησε τον ανταγωνισμό στον τραπεζικό κλάδο και διεύρυνε τις δυνατότητες χρηματοδότησης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων.

Τα θεμελιώδη στοιχεία

Ορισμένα θεμελιώδη αριθμητικά στοιχεία συνηγορούν έτι περαιτέρω υπέρ της προόδου που έχει σημειωθεί στο τραπεζικό σύστημα και τα οποία αξίζει πραγματικά να τα αναφέρουμε, είπε υπουργός

Πρώτον, σύμφωνα με τα στοιχεία του Μαρτίου 2025, το ποσοστό των Μη Εξυπηρετούμενων Δανείων (ΜΕΔ) στο σύνολο των δανείων σε επίπεδο τραπεζικού τομέα είναι 3,8%. Το ποσοστό αυτό είναι το χαμηλότερο από την ένταξη της Ελλάδος στην ζώνη του ευρώ και σηματοδοτεί σύγκλιση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης (2,3%).

Δεύτερον, για το πρώτο τρίμηνο του 2025, η μέση απόδοση επί των ιδίων κεφαλαίων (Return on Equity – RoE) των τεσσάρων συστημικών τραπεζών ανήλθε σε περίπου 13%. Τα καθαρά κέρδη για το πρώτο τρίμηνο ανήλθαν σε άνω του 1 δισεκατομμυρίου ευρώ, παρουσιάζοντας οριακή αύξηση σε τριμηνιαία βάση.

Τρίτον, οι τράπεζες έχουν ισχυρά κεφαλαιακά περιθώρια. Ο μέσος Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας ανέρχεται σε περίπου 20% και ουσιαστικά συγκλίνει με τον αντίστοιχο της ευρωζώνης. Σύμφωνα με τα στοιχεία που υπάρχουν στις ανακοινώσεις των τραπεζών για το Α’ τρίμηνο η ενίσχυση των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας συνεχίζεται. Ταυτόχρονα οι τράπεζες διατηρούν ισχυρά επίπεδα ρευστότητας και δείκτες αρκετά άνω των εποπτικών ορίων.

Τέταρτον, τον Απρίλιο του 2025, ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της συνολικής χρηματοδότησης του ιδιωτικού τομέα αυξήθηκε στο 10,9% από 10,3% τον προηγούμενο μήνα. Είναι κι αυτό ένα σημάδι, προσεκτικής, διακριτικής, αλλά και σαφούς προόδου. Συνέβαλε σε αυτή την εξέλιξη και η υποχώρηση κατά το τρέχον έτος του κόστους δανεισμού επιχειρήσεων και νοικοκυριών καθώς οι τράπεζες ακολούθησαν την κατεύθυνση της νομισματικής πολιτικής του ευρωσυστήματος.

Πέμπτον, η χρηματοδότηση των τραπεζών από την ΕΚΤ παραμένει σε πολύ χαμηλά επίπεδα από τον Δεκέμβριο του 2024. Στα τέλη Μαΐου ανερχόταν σε 2,6 δισ. ευρώ (από 14,3 δισ. τον Δεκέμβριο 2023). Αξίζει – και θέλω – να το αναφέρω αυτό γιατί θέλω να θυμηθούμε ότι ακριβώς πριν από 10 χρόνια, λίγες ημέρες πριν από το δημοψήφισμα, η χρηματοδότηση του τραπεζικού συστήματος από τον Μηχανισμό Έκτακτης Παροχής Ρευστότητας (ELA) ανερχόταν σε 89 δισεκατομμύρια ευρώ.

Οι τράπεζες, με απλά λόγια ήταν τότε διασωληνωμένες. Η σύγκριση των δύο αριθμών και των δύο εποχών είναι εύγλωττη από μόνη της. Δεν χρειάζεται να πούμε τίποτα περισσότερο επ’ αυτού. Υπάρχουν όμως πολλά να πούμε για το αύριο, για το μέλλον.

«Δεν έχω την παραμικρή αμφιβολία ότι ασφαλώς γνωρίζετε πολύ καλύτερα από εμένα όλα τα παραπάνω στοιχεία. Γιατί, λοιπόν, τα επισημαίνω και τα υπογραμμίζω; Γιατί κατά τη γνώμη μου δεν «μιλούν» απλώς, αλλά «φωνάζουν» εκκωφαντικά. Αν σταθούμε για να τα αφουγκραστούμε θα διαπιστώσουμε ότι διατυμπανίζουν πως έφτασε η ώρα για αλλαγή εποχής.

Η ελληνική οικονομία, η ευημερία των πολιτών και η ανάπτυξη των τραπεζών συμβαδίζουν ιστορικά. Από την ίδρυση του ελληνικού κράτους, τράπεζες, κράτος και πολίτες πορεύτηκαν μαζί και αλληλένδετα. Μετά την Επανάσταση ιδρύθηκαν θεσμοί, όπως η Εθνική και η Ιονική Τράπεζα, που άφησαν ανεξίτηλο αποτύπωμα στην οικονομική και κοινωνική ιστορία της χώρας μας και διατηρούν παρουσία μέχρι σήμερα (η Ιονική μέσω της Alpha Bank).

Στα τέλη της δεκαετίας του ’80 και στις αρχές του ’90 ήρθε η απελευθέρωση της τραπεζικής αγοράς, η οποία αποτέλεσε ένα άλμα προς τον εκσυγχρονισμό και τον ανταγωνισμό. Είναι χαρακτηριστικό ότι εκείνη την εποχή ιδρύθηκε άλλη μία συστημική τράπεζα και ιδιωτικοποιήθηκε μία ακόμη.

Η πορεία της χώρας μας και του τραπεζικού συστήματος στην ευρωζώνη μέσα στα τελευταία 25 χρόνια είναι γνωστή. Ανέφερα στην αρχή τα στοιχεία που αποδίδουν την πιο πρόσφατη όψη των τραπεζών που ασφαλώς είναι θετική. Παρόλα αυτά δεν υπάρχει περιθώριο για εφησυχασμό.

Οι τράπεζες μπορεί να έχουν επουλώσει τις πληγές τους αλλά απέχουν ακόμα από το επίπεδο του ρόλου και της επιρροής που είχαν κατακτήσει πριν από το 2007. Από τη θετική πτυχή και εκδοχή εκείνης της εποχής. Όλοι θυμόμαστε έντονα τον ισχυρό και διευρυμένο ρόλο των τραπεζών στη χρηματοδότηση των κρατικών και των ιδιωτικών επενδύσεων, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και σε μια σειρά από γειτονικές χώρες. Επιδείκνυαν παράλληλα οι τράπεζες μια έμπρακτη μέριμνα για τη χρηματοδότηση των επενδυτικών σχεδίων των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων.

Η σωρευτική δράση των τραπεζών εκείνη την εποχή αποτελούσε καθοριστικό μοχλό ανάπτυξης, όχι μόνο για την οικονομία, αλλά και για τις ίδιες τις τράπεζες. Εκείνη την εποχή της ανόδου οι τράπεζες απέκτησαν νέα περιουσιακά στοιχεία (νέα assets) που χρησιμοποιήθηκαν αργότερα για την αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της κρίσης.

Είναι λογικό, λοιπόν, να επικρατεί ενδεχομένως κάποια επιφύλαξη – δεν θέλω να πω φοβικότητα – έπειτα από μια τέτοια κρίση. Ωστόσο, το τραπεζικό σύστημα πρέπει τώρα να ξεπεράσει τις αναστολές του και να υπερβεί τον εαυτό του. Με τις τράπεζες στην εμπροσθοφυλακή της οικονομίας πρέπει να δώσουμε το σύνθημα για μια Ελλάδα, η οποία μπορεί, επίσης, να υπερβεί τον εαυτό της.

Μπορεί οι τράπεζες να προχωρούν και πάλι σε στέρεο έδαφος, αλλά δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι η κοινωνία πολύ συχνά έχει παράπονα. Και πολύ συχνά τα παράπονα αυτά είναι δικαιολογημένα. Υπάρχουν επαγγελματίες, επιχειρηματίες, απλοί πολίτες που αισθάνονται ότι η τραπεζική παρουσία στην καθημερινότητά τους δεν είναι αυτή που θα ήθελαν και την χαρακτηρίζουν ενίοτε μακρινή, απρόσωπη ή και μη επαρκή.

Γι’ αυτό ακριβώς, τώρα που οι ελληνικές τράπεζες στέκονται ξανά γερά στα πόδια τους, είναι η στιγμή για να ξαναπιάσουμε το νήμα, την καλή πλευρά αυτού του νήματος, όχι απλώς για να φτάσουμε εκεί που ήμασταν πριν από την κρίση, γιατί κάτι τέτοιο θα ήταν λανθασμένο, αλλά για να κρατήσουμε την καλή κληρονομιά και να πάμε πιο μπροστά.

Να προχωρήσουμε με αυτοπεποίθηση, με νέα δυναμική, με νέο όραμα σε μια πορεία σύγκλισης της ελληνικής οικονομίας με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, εκεί που ακόμα δεν το έχουμε κατακτήσει, στις επενδύσεις, στην ανάπτυξη και, βέβαια, στα εισοδήματα».

Το τραπεζικό σύστημα σήμερα

Όπως είπε υπουργός, «το τραπεζικό σύστημα έχει πλέον τις δυνάμεις να ανταποκριθεί στο συλλογικό αίτημα για ακόμα μεγαλύτερη χρηματοδότηση της οικονομίας. Ο στόχος είναι σαφής: οι ελληνικές τράπεζες μπορούν και πρέπει να ανακτήσουν τον ισχυρό αναπτυξιακό και κοινωνικό ρόλο τους.

Οι ευεργετικές συνέπειες από μια εντονότερη ενεργοποίηση του τραπεζικού κλάδου στην επενδυτική δραστηριότητα και στην οικονομική ανάπτυξη μπορούν να γίνουν αισθητές στην πράξη τόσο από την ελληνική οικογένεια, όσο και από κάθε ελληνική επιχείρηση. Το κρίσιμο στοιχείο σε κάθε εποχή ανάπτυξης είναι τράπεζες και κοινωνία να προχωρούν μαζί με βαθιά συνείδηση ότι η πρόοδος του ενός είναι και πρόοδος του άλλου.

Πιστεύω λοιπόν ότι σήμερα που η κοινωνία είναι έτοιμη για ένα νέο άλμα ανάπτυξης, οι τράπεζες πρέπει να ανταποκριθούν και να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Να απαντήσουν θετικά στην πρόκληση, να συλλάβουν και να αναλάβουν το στοίχημα και να επιτελέσουν μια νέα αποστολή. Μόνο έτσι το όραμα μιας Ελλάδας ισχυρής που υπερβαίνει οριστικά τις υστερήσεις και τα προβλήματα του παρελθόντος, θα γίνει όντως πραγματικότητα.

Σε αυτή την ισχυρή Ελλάδα η ευρύτερη κοινωνία, η μικρή και η μεσαία επιχειρηματικότητα δεν μπορεί να έχει θέση παρατηρητή, πρέπει να έχει θέση πρωταγωνιστή. Κι αυτό μπορεί να πραγματοποιηθεί μόνο αν το τραπεζικό σύστημα τολμήσει να αναλάβει περισσότερες ευθύνες και να επιτελέσει τον κοινωνικό του ρόλο για να στηρίξει τις επενδύσεις των νοικοκυριών και της μικρής και μεσαίας επιχειρηματικότητας.

Δεν παραγνωρίζω ότι πρέπει να αποδώσουμε ιδιαίτερη προσοχή στο ασταθές γεωπολιτικό περιβάλλον. Δεν είμαι υπέρ του εφησυχασμού και της υποτίμησης των παραγόντων κινδύνου. Οι γεωπολιτικές εντάσεις και η άνοδος του εμπορικού προστατευτισμού συνθέτουν εξωγενείς κραδασμούς και απειλές για όλες τις οικονομίες. Φυσικά και για τη δική μας. Τους παράγοντες αυτούς εύλογα τους λαμβάνουν υπόψη τους όσοι χαράσσουν στρατηγική.

Η ενδεχόμενη αναζωπύρωση των εμπορικών εντάσεων θα μπορούσε να συνοδευτεί από επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της παγκόσμιας οικονομίας και αυτό να γίνει εμμέσως αισθητό σε διαφορετικό βαθμό σχεδόν σε ολόκληρη την ευρωζώνη.

Ωστόσο, η ανθεκτικότητα των ελληνικών τραπεζών και το ευνοϊκό εγχώριο οικονομικό περιβάλλον με τη συνέχιση των υψηλών ρυθμών ανάπτυξης και το 2025, αποτελούν ανάχωμα στην υλοποίηση ενός δυσμενούς σεναρίου που θα προέρχεται από τους παραπάνω εξωγενείς παράγοντες.

Κατά τη γνώμη μου όμως η στρατηγική μας δεν πρέπει να περιορίζεται μόνο στην περιχαράκωση από τους κινδύνους. Δεν πρέπει να παίζουμε μόνο άμυνα. Ακόμα και μέσα στις πιο δύσκολες στιγμές πρέπει να έχουμε στο αίμα μας το «μικρόβιο» της επίθεσης. Πρέπει δίπλα στην επίγνωση των κινδύνων να έχουμε συνείδηση των ευκαιριών.

Η ρεαλιστική γνώση για τα περιθώρια επιλογών πρέπει να συμπληρώνεται από την τόλμη για το επόμενο βήμα και την πίστη στις δυνατότητές μας.

Για όλους αυτούς τους λόγους, είπε ο υπουργός, πιστεύω ότι παρά τους όποιους κινδύνους για την διεθνή οικονομία, για τις ίδιες τις ελληνικές τράπεζες, η παρούσα συγκυρία είναι αφετηρία. Είναι μια ευκαιρία να ξαναγίνουν οι τράπεζες αυτό που υπήρξαν πριν από το 2007, και μάλιστα στην καλύτερη εκδοχή του με συσσωρευμένη πια γνώση και εμπειρία από τις κακοτοπιές.

Να αποκτήσουν ξανά τα δύο παράλληλα χαρακτηριστικά τους: ισχυρές στην ελληνική αγορά και ταυτόχρονα παρούσες, με ουσία, δυναμισμό και επιρροή, στην ευρύτερη περιοχή μας. Μπορούν οι τράπεζές μας να γίνουν και πάλι ηγέτιδες της επιχειρηματικότητας και της εξωστρέφειας, φορείς του κύρους της χώρας στο περιφερειακό και στο διεθνές περιβάλλον.

Πιστεύω ακόμα ότι ο πρώτος κλάδος που θα ισχυροποιηθεί περισσότερο μέσα από αυτή τη στρατηγική των τραπεζών είναι οι ίδιες οι τράπεζες.

Η ανάπτυξη και η επέκταση της χρηματοδότησης της οικονομίας θα έχει σωρευτική επίπτωση στην ανάπτυξη και στον εκσυγχρονισμό των τραπεζών δημιουργώντας έτσι έναν ενάρετο κύκλο. Έναν ενάρετο κύκλο στην καρδιά της οικονομίας ανάμεσα στην εμβέλεια του τραπεζικού κλάδου και στην ανάπτυξη της υπόλοιπης οικονομίας. Αυτός ο ενάρετος κύκλος που πρέπει να διαμορφώσουμε, είναι το κλειδί για το μέλλον.

Η ισχυροποίηση και ο εκσυγχρονισμός των τραπεζών, το άνοιγμα του τραπεζικού κλάδου στην κοινωνία και στην οικονομία συμβαδίζει με τις απαιτήσεις των καιρών και για έναν άλλο λόγο. Μόνο μέσα από αυτή τη στρατηγική θα καταστούν οι τράπεζες πλήρως έτοιμες για να ανταποκριθούν στην πρόκληση της τραπεζικής ένωσης (banking union) και να λειτουργήσουν δημιουργικά μέσα στις νέες συνθήκες του ανταγωνισμού στην Ευρώπη.

Η τραπεζική ένωση είναι η μεγάλη πρόκληση και η μεγάλη ευκαιρία για κάθε τράπεζα με εθνικά χαρακτηριστικά. Εάν οι τράπεζες περάσουν τον πήχη που θέτει η τραπεζική ένωση, τότε και η οικονομία θα περάσει τον πήχη που θέτει η συνθήκη της συμμετοχής στην ευρωζώνη.

Και τότε, μέσα από την ενεργοποίηση και την ισχυροποίηση των τραπεζών μέσα από αυτόν τον «ενάρετο κύκλο» θα ανοίξουν για μια ακόμα φορά νέοι δρόμοι για την ελληνική επιχειρηματικότητα στο εξωτερικό – με τόλμη και αυτή τη φορά με ακόμη πιο μακροπρόθεσμη και στέρεα προοπτική.

Κατ’ επέκταση, η οικονομική ανάπτυξη επηρεάζει άμεσα την εθνική αυτοπεποίθηση, ακόμα και την αποτρεπτική ικανότητα και τη διασφάλιση της εθνικής κυριαρχίας. Επηρεάζει ακόμα θετικά την ίδια τη συλλογική πεποίθηση ότι έχουμε ως λαός τη δυνατότητα να διαμορφώνουμε εμείς τη μοίρα μας. Μια Ελλάδα με δυναμισμό και εμβέλεια στην ευρύτερη περιοχή, μια Ελλάδα με λόγο και ρόλο στην Ευρώπη είναι μια Ελλάδα ασφάλειας που εγγυάται μια κοινωνία αλληλεγγύης.

Εμείς πρέπει να είμαστε όχι μόνο εκείνοι που έβγαλαν την Ελλάδα από την κρίση και αποκατέστησαν την κανονικότητα. Πρέπει πολύ περισσότερο να είμαστε εκείνοι που κατορθώσαμε να διπλασιάσουμε τις επιδόσεις και τα ρεκόρ που σημείωσε η χώρα και το τραπεζικό σύστημα πριν από την κρίση. Μόνο έτσι θα έχουμε κερδίσει ξανά τον χρόνο που μας έκλεψε η κρίση και θα έχουμε προχωρήσει ακόμα πιο μπροστά. Μόνο έτσι θα έχουμε ανταποκριθεί στην πρόκληση που θέτει η εποχή. Μόνο έτσι θα αξίζουμε μια καλύτερη θέση στην ιστορία.

Η τοποθέτηση του Γκίκα Χαρδούβελη

Ο Πρόεδρος του Διοικητικού Συμβουλίου της ΕΕΤ, καθηγητής Γκίκας Χαρδούβελης, στην κεντρική του παρουσίαση, μίλησε για το ελληνικό τραπεζικό σύστημα στην τρέχουσα διεθνή συγκυρία αυξημένης αβεβαιότητας, μετά τις παγκόσμιες εξελίξεις στην Αμερική και στη Μέση Ανατολή.

Σε μια ενδελεχή ανάλυση της σημαντικής προόδου που έχει συντελεστεί στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα τα τελευταία χρόνια, ο πρόεδρος της ΕΕΤ ανέδειξε τη σημαντική προσφορά των τραπεζών στην ελληνική οικονομία και την κοινωνία, αλλά και τον κομβικό ρόλο της Ελληνικής Ένωσης Τραπεζών.

Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στις προκλήσεις του μέλλοντος για τον ελληνικό τραπεζικό τομέα, οι οποίες, όπως επισήμανε, είναι κοινές προκλήσεις όλων των ευρωπαϊκών τραπεζών.

Ανάμεσα στα κύρια μηνύματα της ομιλίας του, ξεχωρίζουν τα ακόλουθα:

Η νέα κυβέρνηση των ΗΠΑ έχει αυξήσει κατακόρυφα την γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα τους τελευταίους μήνες. Η αντισυμβατική πολιτική του Προέδρου Τραμπ, η οποία είναι αντίθετη με το παγκόσμιο θεσμικό πλαίσιο, που οι ίδιες οι ΗΠΑ βοήθησαν να δημιουργηθεί τα τελευταία 80 χρόνια, έχει απορρυθμίσει τις πολιτικές και οικονομικές ισορροπίες του πλανήτη και έχει αυξήσει την αβεβαιότητα παντού, στους επενδυτές, τις επιχειρήσεις, τις αγορές, και τις κυβερνήσεις. Οι τρέχουσες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, επιτείνουν την αβεβαιότητα.

Η ελληνική οικονομία είναι σχετικά ανθεκτική στην πρόσφατη παγκόσμια αναταραχή. Είναι λιγότερο ευαίσθητη στη δασμολογική πολιτική Τραμπ σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, καθώς οι εξαγωγές της προς τις ΗΠΑ αντιπροσωπεύουν μόλις το 1% του ΑΕΠ έναντι 3% της Ευρώπης.

Η ελληνική οικονομία, επίσης, αναπτύσσεται με υψηλότερους ρυθμούς μεγέθυνσης. Η Ελλάδα, με όπλα την ισχυρή δημοσιονομική της θέση, την πολιτική σταθερότητα καθώς και το πλεονέκτημα της πρόσβασής της στα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (RRF), διαθέτει μεγαλύτερη ευελιξία .

Ο ελληνικός τραπεζικός τομέας, έχει ανακάμψει πλήρως και κάνει πλέον βήματα επέκτασης των εργασιών του στο εξωτερικό μετά από πολλά χρόνια. Τα βασικά μεγέθη του ισολογισμού του βρίσκονται σε διαρκή τροχιά βελτίωσης από το 2022. Η επαναλαμβανόμενη – χωρίς τα έκτακτα έσοδα – κερδοφορία είναι θετική, ενώ οι δείκτες αποδοτικότητας έχουν διαμορφωθεί στο μέσο όρο των ευρωπαϊκών τραπεζών. Έτσι, και η μερισματική απόδοση για τη χρήση του 2024 αυξήθηκε σε όλες τις τράπεζες.

Συγχρόνως, οι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας είναι ισχυροί και πολύ κοντά στον αντίστοιχο ευρωπαϊκό μέσο όρο. Οι δείκτες ρευστότητας υπερβαίνουν κατά 2 φορές τον ελάχιστα απαιτούμενο δείκτη και είναι πολύ υψηλότεροι του ευρωπαϊκού μέσου όρου, ενώ αποπληρώθηκε η παλαιά χρηματοδότηση της εποχής Covid από το Eυρωσύστημα μέσω των «Στοχευμένων Πράξεων πιο Μακροπρόθεσμης Αναχρηματοδότησης» (TLTRO ΙΙΙ) της EKT.

Η βελτίωση των οικονομικών μεγεθών των ελληνικών τραπεζών δεν περνά απαρατήρητη ούτε από τους αξιολογικούς οίκους, που πλέον δίνουν επενδυτική βαθμίδα στις τράπεζες, ούτε και από τους επενδυτές, που δείχνουν την προτίμηση τους σε αυτές καθώς οι δείκτες τιμών των μετοχών προς την λογιστική αξία τους αυξάνονται.

Οι τράπεζες στηρίζουν την οικονομία και την κοινωνία. Ο τραπεζικός τομέας χρηματοδοτεί την ελληνική επιχειρηματικότητα. Ο δανεισμός προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις αυξάνεται σήμερα με ρυθμό 17,2% σε ετήσια βάση (στοιχεία Απριλίου 2025), ποσοστό σημαντικά υψηλότερο από το αντίστοιχο της Ευρωζώνης, που είναι 2,6%.

Μέρος του νέου δανεισμού κατευθύνεται και προς τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και στα συγχρηματοδοτούμενα δάνεια των επενδυτικών σχεδίων του Ταμείου Ανάκαμψης.

Το πρώτο πεντάμηνο του έτους έχουν συναφθεί 15.349 δάνεια προς μικρομεσαίες επιχειρήσεις συνολικού ύψους 950 εκατ. ευρώ ενώ από τα μέσα του 2022 έως το τέλος Απριλίου έχουν συμβασιοποιηθεί 478 δάνεια συνολικού ύψους 11 δισ. ευρώ (εκ των οποίων 6,3 δισ. ευρώ από πόρους του Ταμείου Ανάκαμψης) Ο καθαρός δανεισμός προς τους ιδιώτες, αν και παραμένει σε αρνητικό έδαφος λόγω της στασιμότητας της στεγαστικής πίστης, διαρκώς ανακάμπτει.

Η υλοποίηση του προγράμματος «ΣΠΙΤΙ ΜΟΥ ΙΙ» βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη. Έως τα μέσα Ιουνίου, πέντε μήνες μετά την έναρξη του προγράμματος, είχαν εγκριθεί 7.600 αιτήσεις από την Ελληνική Αναπτυξιακή Τράπεζα καλύπτοντας σχεδόν το 50% του συνολικού προϋπολογισμού ή 910 εκατ. ευρώ σε σύνολο 2 δισ. ευρώ και είχαν εκταμιευθεί τα πρώτα 750 δάνεια.

Ο πρόεδρος της ΕΕΤ αναφέρθηκε και στην διαρκή, εκ μέρους των τραπεζών, στήριξη της κοινωνίας. Οι τράπεζες τόνισε βρίσκονται στην πρωτοπορία των κριτηρίων ESG (Environmental, Social, Governance – Περιβαλλοντικά, Κοινωνικά, Διακυβέρνηση).

Πρώτες ανέδειξαν το ζήτημα της βέλτιστης εταιρικής διακυβέρνησης στην Ελλάδα, το «G» του «ESG», ενώ συμβάλλουν στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής διευκολύνοντας την αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών. Σε όρους αξίας, το μερίδιο των πληρωμών με μετρητά στην Ελλάδα από 75% το 2016 υποχώρησε πέρυσι στο 42% έναντι 39% στην ευρωζώνη (από 54% το 2016).

Οι τράπεζες επίσης πρωτοστατούν στα θέματα του περιβάλλοντος, το «E» του «ESG». Αναλαμβάνουν διαρκώς πρωτοβουλίες για την πράσινη μετάβαση, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, ενώ εκδίδουν και πράσινα ομόλογα. Επιτελούν επίσης ένα τεράστιο κοινωνικό έργο, το «S» του «ESG», με χορηγίες και δωρεές σε κρίσιμους τομείς δραστηριότητας, όπως Υγεία, Πολιτισμό, Παιδεία, Δημογραφικό, Αθλητισμό.

Χαρακτηριστικά, οι τράπεζες έχουν συνεισφέρει ποσά άνω των 600εκατ. ευρώ από το 2019 έως σήμερα, συμπεριλαμβανομένων των πρόσφατων δράσεων των τεσσάρων συστημικών τραπεζών, μέσω του προγράμματος ανακαίνισης σχολικών κτιρίων «Μαριέττα Γιαννάκου» και τη συμμετοχή τους στον Φορέα Επαναμίσθωσης Ακινήτων. Τέλος, οι τράπεζες διαθέτουν τεράστιες επενδύσεις, υποδομές και ανθρώπινο δυναμικό για να στηρίξουν την υλοποίηση πολλών κεντρικών λειτουργιών της Πολιτείας.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης