Επιμέλεια: Αλέξανδρος Παπαδόπουλος
Δεν είναι ίσως ευρύτερα γνωστό, ότι ο σπουδαίος μας ηθοποιός, ο Θανάσης Βέγγος, πήρε το «βάπτισμα του πυρός» στο επάγγελμα που θα τον καθιέρωνε πολύ αργότερα, ως έναν από τους κορυφαίους του είδους, στην Μακρόνησο, τον τόπο που υπηρέτησε τη στρατιωτική του θητεία μαζί με άλλους εξόριστους, εξαιτίας των πολιτικών πεποιθήσεων του πατέρα του, αλλά και του ίδιου.
Ο αξέχαστος ηθοποιός υπήρξε ένας από τους νέους που βρέθηκαν εξόριστοι το 1949, σ’ αυτό το άνυδρο και σκληρό νησί όπου οι συνθήκες εξαθλίωσης, φτώχειας και πείνας δοκίμαζαν καθημερινά τα όρια του ανθρώπου.
Εκεί γνώρισε ανθρώπους που θα καθόριζαν την μετέπειτα καλλιτεχνική του πορεία. Ανάμεσά τους ο συγγραφέας Μενέλαος Λουντέμης, ο ηθοποιός Μάνος Κατράκης, ο ζωγράφος και σκηνογράφος Τάσος Ζωγράφος και ο τότε φοιτητής της Αρχιτεκτονικής και μετέπειτα σπουδαίος σκηνοθέτης, Νίκος Κούνδουρος.
Η Μακρόνησος εκείνα τα χρόνια, από το 1947 μέχρι το 1950, απέκτησε τρία υπαίθρια θέατρα, χτισμένα από τα ίδια τα χέρια των εξόριστων, με πέτρες που έσπαγαν από το βραχώδες έδαφος.
Ο τότε τριτοετής φοιτητής της αρχιτεκτονικής Νίκος Κούνδουρος που είχε χρεωθεί την κατασκευή ενός θεάτρου, πήρε για βοηθό του τον Θανάση Βέγγο, έχοντας εκτιμήσει το γεγονός ότι του έσωσε τη ζωή, κάτι που εξιστόρησε πολύ αργότερα, γεγονός που απετέλεσε της αρχή της φιλίας τους για μια ολόκληρη ζωή. (Στο γεγονός αυτό θα αναφερθούμε στη συνέχεια του κειμένου).
«Βρέθηκα να φτιάχνω το θέατρο με το Θανάση βοηθό. Πήγα στη διοίκηση και είπα: «Αυτόν το μισότρελο φαντάρο θέλω να μου τον δώσετε». Στήσαμε τη σκηνή, ανεβάσαμε το πρώτο έργο, και να ο Βέγγος ηθοποιός και να ο Βέγγος πρωταγωνιστής και να ο Βέγγος αγαπημένος ολόκληρου του τάγματος, και να ο Βέγγος η ανακούφισή μας, η λύτρωση μας και το χαμόγελό μας», διηγήθηκε χρόνια αργότερα ο Νίκος Κούνδουρος.
Το πρώτο έργο λοιπόν, στο οποίο πρωταγωνίστησε μαζί με άλλους εξόριστους ο Θανάσης Βέγγος, ήταν «Ο πειρασμός» του Γρηγόριου Ξενόπουλου.
Στο φωτογραφικό ντοκουμέντο από την προετοιμασία της παράστασης, διακρίνεται ο Θανάσης Βέγγος, μαζί με άλλους εξόριστους, εκ των οποίων τρείς είναι ντυμένοι γυναίκες για τις ανάγκες των ρόλων τους.
Οι κρατούμενοι ύψωσαν σκηνές και κερκίδες για τις παραστάσεις που προορίζονταν για την «ιδεολογική τους αναμόρφωση». Τα έργα που παρουσιάζονταν ήταν κυρίως ελληνικές κωμωδίες, σκετς, τραγούδια και επιθεωρήσεις ενώ συχνά περιλαμβάνονταν και αποσπάσματα από αρχαίο δράμα.
Πώς ο Θανάσης Βέγγος έσωσε τον Νίκο Κούνδουρο στη Μακρόνησο
«Ως γόνος μεγάλης οικογένειας που ήμουν, οι βασανιστές θέλησαν να αλαφρύνουν το δικό μου βασανιστήριο στο Μακρονήσι. “Ζήτα μια χάρη και θα σου την κάνουμε” μου είπαν και το μόνο που ζήτησα ήταν, να με αφήσουν να πάω να μείνω στο βουνό χωρίς φαΐ και χωρίς νερό, ενδεχομένως, αρκεί να μην τους βλέπω και να μη με βλέπουν. Το δέχτηκαν!», διηγείται ο Νίκος Κούνδουρος.
«Την πρώτη μέρα τράβηξα για το βουνό, βρήκα ένα μέρος να κάτσω και βάλθηκα να ατενίζω την απέραντη μοναξιά του τοπίου. Πήγα στην κορυφή του βουνού, με την ευλογία της διοίκησης, να στήσω τη σκηνή μου και τη ζωή μου. Κι εκεί που καθόμουνα και χάζευα και κοίταζα πως ν’ αρχίσω, μόνος τελείως, μ’ ένα αντίσκηνο πεταμένο χάμου και πασσάλους, βλέπω μια σιλουέτα περίεργη, μέσα σ’ αυτές τις φοβερές χλαίνες που μας δίνανε, τις βρώμικες, τις ξεσκισμένες. Καταφθάνει, κουβαλώντας σανίδια από κιβώτια μπακαλιάρου κι ένα σκεπάρνι έχοντας στα χέρια του και δυο τρία κομμάτια ύφασμα. Έφτιαξε κάτι, μια κατασκευή, ένα επίπεδο με τις σανίδες, και μου λέει ξαφνικά: ‘Συναγωνιστή συναγωνιστή, θα πεθάνεις’, λέει. ‘Το βράδυ κάνει κρύο. Βάλε την κουβέρτα σου πάνω στα σανίδια. Του λέω: ‘Εσένα τι σε νοιάζει αν πεθάνω εγώ; Κι εσύ θα πεθάνεις’. Ούτε γέλασε καν ούτε και δε γέλασε. Πήρε τη διαλυμένη σκηνή κι άρχισε να τη στήνει μέσα στους πασσάλους της. Τον χάζευα, σκεφτόμουνα πως αυτός ή τρελός είναι ή άγιος. Για όλες τις επόμενες μέρες, για όσο καιρό έζησα σαν αγρίμι, εξόριστος μεσ’ στην εξορία, ο ίδιος άνθρωπος, αυτός ο κουρελής φαντάρος, πηγαινοερχόταν κάθε μέρα διανύοντας μια τεράστια απόσταση από το στρατόπεδο ίσαμε το βουνό, μόνο και μόνο για να μου φέρνει φαγητό να τρώω να μην πεθάνω. Ήταν ο Θανάσης Βέγγος. Η απαρχή μιας μεγάλης φιλίας πάνω απ’ όλα».
Με αφορμή όλα τα παραπάνω, λίγα χρόνια μετά το τέλος της εξορίας τους, όταν ο Νίκος Κούνδουρος γύριζε την πρώτη του ταινία τη “Μαγική Πόλη” το 1954, κράτησε την υπόσχεση που του είχε δώσει στη Μακρόνησο. Έτσι τον κάλεσε να συμμετάσχει δίνοντας του ένα μικρό αλλά ουσιώδη ρόλο στην ταινία, την πρώτη του Θανάση Βέγγου, από τις επόμενες 125 που θα ακολουθούσαν στις επόμενες δεκαετίες.
Δείτε τη σχετική διήγηση του Νίκου Κούνδουρου και του Τάσου Ζωγράφου στη «Μηχανή του Χρόνου»
Ο Τάσος Ζωγράφος μιλάει για την περίοδο της Μακρονήσου με τον Θανάση Βέγγο
Ο ζωγράφος και σκηνογράφος Τάσος Ζωγράφος μιλάει για την περίοδο της Μακρονήσου με τον Θανάση Βέγγο στη βιογραφία του «Τάσος Ζωγράφος: Σκηνικό ζωής» (εκδόσεις Ελληνικά Γράμματα. «Έφεραν τον Θανάση Βέγγο στη Μακρόνησο τον Μάρτη του 1949. Ήταν νευρικός, αεικίνητος, αγχώδης με όλα. Ήταν όμως και καρτερικός και βοηθούσε. Το λιγότερο που φοβήθηκε ήταν η Μακρόνησος. Πιο πολύ φοβόταν τη σκόνη. Όχι τα μικρόβια. Στα μακαρόνια μέσα έκοβε ένα κρεμμύδι κι έτρωγε όσο περίσσευε από την καραβάνα του άλλου χωρίς να σιχαίνεται. Όταν έφυγαν οι πολιτικοί από τη Μακρόνησο, μας χάρισαν τα κρεβατάκια τους. Ένα βράδυ, λοιπόν, καθόμαστε σ’ αυτά τα κρεβατάκια, είχαμε οικονομήσει δυο παγούρια κρασί και τα είχαμε πιει. Είχε σημάνει το σιωπητήριο, αλλά εμάς μας είχε πιάσει το κρασί κι αρχίσαμε το τραγούδι. Μαζί μας είχαμε τον Νίκο Χατζηνικολάου, που έκανε καριέρα τενόρου αργότερα. Με τον Θανάση, τραγουδούσαν κάτι από τον ”Βαφτιστικό”. Κι επάνω εκεί που τραγουδούσαν ντουέτο άνοιξε η μπάντα της σκηνής και φάνηκε ένα ζευγάρι αρβύλες σε πολύ καλή κατάσταση. Ήταν ξεκάθαρο πως έμπαινε μέσα αξιωματικός. Ο Θανάσης σταμάτησε αυτόματα το τραγούδι και λες και ήμασταν σε γύρισμα ταινίας, έκανε με τα μάτια του ένα κατακόρυφο πλάνο από τις μπότες έως το κεφάλι, συνοδεύοντάς το με τον ανάλογο ήχο. Είχε μπει μέσα ο Τριανταφύλλου, ο επονομαζόμενος και Σάμπας, διότι είχε ζητήσει από τον συνστρατιώτη Νίκο Παπαδόπουλο να του μάθει σάμπα. Ήταν κι αυτός στρατιώτης, αλλά είχε γίνει εξ απονομής ανθυπολοχαγός. Εννοείται πως δρούσε υπέρ της εξουσίας και όπως ήταν φυσικό, μας έβγαλε στην αναφορά.
Ο Θανάσης, ο Νίκος ο Κούνδουρος κι εγώ πρωτοκάναμε τις πρώτες θεατρικές δουλειές στη Μακρόνησο. Η Μακρόνησος ήταν, για μένα και για το Θανάση, εφαλτήριο. Από κει κινήσαμε και κάναμε αυτό που κάναμε».
Δείτε τη σχετική διήγηση του Τάσου Ζωγράφου για το θέατρο της Μακρονήσου
Πηγή Φωτογραφίας Άρθρου: Άρης Λούπασης




