Έπειτα από μια πρωτοφανώς πολιτικοποιημένη εκλογική αναμέτρηση για τα ευρωπαϊκά πρότυπα, με προσέλευση που ξεπέρασε το 76% , η επόμενη μέρα στη Γερμανία θυμίζει αχαρτογράφητα νερά.

Η Γερμανία από την Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου εισέρχεται σε μια νέα φάση με πολλούς «άγνωστους Χ» μπροστά τηςΒεβαίως, το μεγάλο σοκ αφορά στην ιστορική ήττα της γερμανικής Σοσιαλδημοκρατίας που σημειώνει το χαμηλότερο ποσοστό της από το 1933, χρονιά που εισήλθε στο πολιτικό σκηνικό ο Αδόλφος Χίτλερ. Το δεύτερο σοκ αφορά στις ιστορικές απώλειες που καταγράφει η Χριστιανοδημοκρατία, η οποία βλέπει τα ποσοστά της να έχουν μειωθεί κατά 9% περίπου από τις προηγούμενες εκλογές του 2013.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Το τρίτο σοκ αφορά στο 12,6% των ακροδεξιών, οι οποίοι με μία ακραία ρητορική βασισμένη στην ξενοφοβία και τον ρατσισμό και εκμεταλλευόμενοι τον φόβο για τη διεθνή τρομοκρατία, αλλά δεν είναι δυνατόν να παραβλέψουμε και τις αμφιλεγόμενες θέσεις και δηλώσεις για τους ναζί, έρχονται να καταλάβουν την τρίτη θέση και μάλιστα με αξιώσεις ως προς τον ρόλο τους στο πολιτικό σκηνικό της Γερμανίας.

Το τέταρτο χαρακτηριστικό των εκλογών αφορά στον υπερδιπλασιασμό του ποσοστού των Φιλελευθέρων, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια είδαν το κόμμα τους να ξεκινά από το ναδίρ και να φθάνει στο ζενίθ. Όμως, και οι Πράσινοι κατάφεραν να ολοκληρώσουν την προεκλογική κούρσα με διπλάσια ποσοστά από αυτά που τους έδιναν οι δημοσκοπήσεις.

Με λίγα λόγια, η Γερμανία από την Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου εισέρχεται σε μια νέα φάση με πολλούς «άγνωστους Χ» μπροστά της. Η Άνγκελα Μέρκελ είναι υποχρεωμένη να διαπραγματευτεί σκληρά με τους Φιλελεύθερους και τους Πράσινους, προκειμένου να βρεθεί ένα ισορροπημένο modus vivendi που θα αφορά σε τρεις βασικούς άξονες της πολιτικής. Πρώτον, την οικονομία, όπου οι Φιλελεύθεροι είναι εξαιρετικά σκληροί, περισσότερο ακόμη και από τον Β. Σόιμπλε. Δεύτερον, προσφυγικό και ασφάλεια, όπου οι Χριστιανοδημοκράτες πρέπει να πείσουν την κοινωνία ότι μπορούν να τα καταφέρουν και τρίτον το μείζον ζήτημα και το απόλυτο ζητούμενο που είναι το μέλλον της Ευρώπης.

Η κα Μέρκελ επωμίζεται σήμερα το δύσκολο καθήκον να σχηματίσει μια νέα κυβερνητική συμμαχία, σε ένα αγνώριστο πολιτικό σκηνικό, μετά την ιστορική επιτυχία που κατέγραψε η εθνικιστική Άκρα Δεξιά.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Στις 09.00 (10.00 ώρα Ελλάδας) η ηγετική ομάδα της Ένωσης Χριστιανοδημοκρατών (CDU) συνεδριάζει για να καταλήξει στα πρώτα συμπεράσματα μετά τις χθεσινές ομοσπονδιακές βουλευτικές εκλογές, στις οποίες δεν συγκέντρωσε παρά μόλις το 32,9% των ψήφων – πρόκειται για τη χειρότερη επίδοση του κόμματος από το 1949.

Η τέταρτη συναπτή νίκη της καγκελαρίου, η οποία βρίσκεται στην εξουσία από το 2005, πρέπει να είχε πολύ πικρή γεύση για αυτήν. Οι πρώτες ενδείξεις αμφισβήτησης εκδηλώνονται ήδη από μέρους των Bαυαρών συμμάχων της στην Ένωση Χριστιανοκοινωνιστών (CSU), οι οποίοι απαιτούσαν εδώ και δύο χρόνια η Μέρκελ να κάνει στροφή στα δεξιά.

«Σκάνδαλο» η είσοδος του AfD στην Μπούντεσταγκ

Μέρος των ψηφοφόρων των Συντηρητικών – έως και ένα εκατομμύριο πολίτες, κατά υπολογισμούς – μεταπήδησε στην Εναλλακτική για τη Γερμανία (AfD). Πρόκειται για ένα λαϊκιστικό κίνημα, το οποίο μετέτρεψε την απόρριψη της πολιτικής υποδοχής εκατοντάδων χιλιάδων μεταναστών που αποφάσισε και εφάρμοσε η καγκελάριος το 2015 σε άρμα μάχης του.

«Αφήσαμε ακάλυπτη τη δεξιά μας πλευρά κι αυτήν τη στιγμή επαφίεται σε εμάς να καλύψουμε το κενό» είπε χαρακτηριστικά ο ηγέτης τoυ CSU Χορστ Ζεεχόφερ.

Για τον Ντίτμαρ Μπαρτς του κόμματος Η Αριστερά, «η είσοδος της AfD στην Μπούντεσταγκ αποτελεί σκάνδαλο».

Αντιδράσεις

Η εφημερίδα Bild έκανε λόγο περί «σεισμού», η Die Welt για έναν «θρίαμβο της εκστρατείας του φόβου», την ώρα που ο Αλεξάντερ Γκάουλαντ, πανηγυρίζοντας, δήλωνε ανοικτά και χωρίς υπεκφυγές χθες το βράδυ ότι αρχίζει «το κυνήγι» με στόχο «την κυρία Μέρκελ».

Το κεντρικό ισραηλιτικό συμβούλιο της Γερμανίας είδε στη χθεσινή εκλογική επίδοση αυτού του κόμματος -το οποίο δεν κρύβει πως θέλει να αλλάξει η στάση της χώρας και να πάψει η εκδήλωση μεταμέλειας για τα ναζιστικά εγκλήματα- «τη μεγαλύτερη πρόκληση για τη δημοκρατία μετά το 1949», δηλαδή τη γέννηση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας.

Το Παγκόσμιο Εβραϊκό Συνέδριο χαρακτήρισε την AfD ένα «αισχρό αντιδραστικό κίνημα, το οποίο υπενθυμίζει το χειρότερο παρελθόν» της χώρας.

Η είσοδος του κόμματος αυτού στην Μπούντεσταγκ θα αλλάξει άρδην την εικόνα της Γερμανίας στο εξωτερικό, «καθώς με το AfD επιστρέφει μια γλώσσα η οποία είχε εξοριστεί εκτός της πολιτικής μας συναίνεσης», σχολίασε η Σουζάνε Σουτεμάγερ, καθηγήτρια πολιτικών επιστημών στο πανεπιστήμιο Χάλε.

Το βάρος για τον σχηματισμό κυβέρνησης

Τα προβλήματα της Μέρκελ δεν σταματούν, όμως, εκεί. Ο σχηματισμός κυβέρνησης αναγγέλλεται μάλλον περίπλοκη υπόθεση. Οι Σοσιαλδημοκράτες (SPD), που υπέστησαν βαριά ήττα, αποφάσισαν να εγκαταλείψουν τον συνασπισμό με την καγκελάριο και να παραμείνουν στην αντιπολίτευση.

Με δεδομένες τις ισορροπίες που διαμορφώθηκαν δεν μένει παρά μόνο μία πλειοψηφική λύση: μια χωρίς προηγούμενο συμμαχία σε εθνικό επίπεδο ανάμεσα στους Συντηρητικούς, τους Φιλελεύθερους και τους Οικολόγους.

Αυτός ο συνασπισμός, ο λεγόμενος «Τζαμάικα», δεν είχε υπάρξει μέχρι σήμερα παρά μόνο σε κρατιδιακό επίπεδο: στο Σλέσβιχ-Χόλσταϊν, και μόλις από την άνοιξη.

«Θα εξετάσουμε με ηρεμία, έπειτα από αναλύσεις και πιθανόν συνομιλίες, εάν μπορούμε να καταλήξουμε σε μια συνεργασία» δήλωσε επιφυλακτικά η Κάτριν Γκέρινγκ-Έκαρτ, εκ των επικεφαλής του ψηφοδελτίου των Πρασίνων.

Ο επικεφαλής των Φιλελεύθερων του FDP Κρίστιαν Λίντνερ ήδη έθεσε τον πρώτο του όρο για να συμμετάσχει στην κυβέρνηση: να μπουν στο συρτάρι οι ιδέες περί μεταρρύθμισης της Ευρωζώνης, φορέας των οποίων είναι ο Γάλλος πρόεδρος Εμανουέλ Μακρόν. Ο κοινός προϋπολογισμός της Ευρωζώνης είναι «κόκκινη γραμμή», καθώς το Βερολίνο δεν θα πρέπει να βρεθεί εκ νέου στη θέση να πληρώσει για να αντιμετωπιστούν δημοσιονομικές κρίσεις άλλων χωρών, επέμεινε.

Οι διαπραγματεύσεις μπορεί να διαρκέσουν μήνες. Μετά τις πρώτες μεταπολεμικές εκλογές του 1949, το κόμμα που κερδίζει πάντα καταφέρνει να σχηματίσει μια πλειοψηφική συμμαχία. Και η καγκελάριος αποκλείει το ενδεχόμενο να σχηματίσει μια κυβέρνηση μειοψηφίας, που θα βασίζεται σε ευκαιριακές πλειοψηφίες κατά περίπτωση ή ανά θεματική.

Μόνο μετά την οριστικοποίηση ενός νέου κυβερνητικού συνασπισμού η Μέρκελ θα μπορέσει να αναλάβει καγκελάριος για τέταρτη φορά. Σε διαφορετική περίπτωση, δεν αποκλείεται η προκήρυξη νέων εκλογών.

Αυτή, άρα, ήταν «μια εφιαλτική νίκη» για την καγκελάριο, συνοψίζει η Bild.

Διαβάστε επίσης:

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης