Κανείς δε φαίνεται να ανησυχεί ιδιαίτερα για την επίδραση που έχουν τα μυθιστορήματα που διαβάζει στην πραγματική του ζωή. Άλλωστε το κάνει για λόγους ψυχαγωγίας.

Η αλήθεια είναι, όμως, ότι το μυθιστόρημα λειτουργεί σαν μηχανή προσομοίωσης εμπειριών, σαν έναν προσομοιωτή ζωής, που επιτρέπει στο άτομο που το διαβάζει να ζήσει, με ασφάλεια, εμπειρίες που στην πραγματική ζωή θα ήταν επικίνδυνες. Το εύρος της ανθρώπινης εμπειρίας εξαρτάται από τα όρια της αντίληψης και της ενσυναίσθησης που απομονώνουν σε ένα βαθμό το άτομο από τις ζωές των άλλων, καθώς και στο λίγο χρόνο που δε φτάνει για την επεξεργασία των πολλών ερεθισμάτων που έρχεται να προσφέρει η ζωή. Η μυθοπλασία μπορεί να επεκτείνει αυτό το εύρος και να μεταφέρει τα άτομο μέσα στις συνειδήσεις άγνωστων, δίνοντας του ταυτόχρονα τη δυνατότητα να δοκιμάσει εμπειρίες που στην πραγματικότητα δε θα μπορούσε. Η μυθοπλασία λοιπόν, με ένα τρόπο δίνει στον άνθρωπο περισσότερες από μια ζωές.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Πιο συγκεκριμένα, τα μυθιστορήματα μπορούν να βοηθήσουν στην εξέλιξη της ζωής των ατόμων με τρεις τρόπους.

Πρώτα από όλα, λειτουργούν προειδοποιητικά και βοηθούν στην αναγνώριση κίνδυνων που διαφορετικά δε θα ήταν εύκολο να εντοπιστούν. Ανιχνεύουν τη σχέση μεταξύ φαινομενικά μικρών λαθών και μεγάλων καταστροφών, οδηγώντας τον αναγνώστη να στρέψει την προσοχή του προς τις δίκες του τάσεις που θα μπορούσαν να τον οδηγήσουν στην καταστροφή.

Παράλληλα, τα μυθιστορήματα παρέχουν πρότυπα ανάπτυξης, εξέλιξης και θριάμβου απέναντι σε δυσκολίες. Πολλές φορές, οι ήρωες μαθαίνουν με πολύ επώδυνες και χρονοβόρες προσπάθειες να αντιμετωπίζουν δυσκολίες που συχνά μοιάζουν με αυτές των αναγνωστών.

ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΟΣ ΧΩΡΟΣ

Τέλος, μπορεί να δώσει τη δυνατότητα να έρθει κανείς σε επαφή με θετικές εμπειρίες που μέχρι στιγμής δεν είχε συναντήσει στην πραγματική ζωή. Για παράδειγμα, μπορεί να δείξει πως ένα ζευγάρι αντιμετώπισε με επιτυχία τις δυσκολίες του μέσα από χιούμορ, πως ένα πολιτικός μπορεί να ξεπεράσει τη ματαιοδοξία του, πως ένας πατέρας μπορεί να είναι αυστηρός, αλλά και πολύ καλός.

Δυστυχώς όμως, υπάρχουν μυθιστορήματα, τα οποία δε βοηθούν με κανέναν τρόπο και που ενίοτε δημιουργούν προβλήματα. Πρόκειται για τα μυθιστορήματα που δε δίνουν μια ρεαλιστική εικόνα για την αγάπη και αφήνουν τους αναγνώστες απροετοίμαστους αναφορικά με τις δυσκολίες που μπορεί να αντιμετωπίσει ένα ζευγάρι. Όταν μια σχέση αντιμετωπίζει μια οξεία κρίση, τα άτομα μπορεί να έχουν την αίσθηση ότι η δυσφορία που αισθάνονται δε μοιάζει με καμία άλλη στον κόσμο.

Κι όμως η στάση αυτή απέναντι στην ερωτική ζωή και τις δυσκολίες, έχει σε ένα βαθμό διαμορφωθεί από την παραδοσιακή ρομαντική μυθοπλασία, η οποία στη σύγχρονη εποχή έχει επεκταθεί πέρα από τη λογοτεχνία, στον κινηματογράφο, τη μουσική ακόμα και τη διαφήμιση. Ο τρόπος με τον οποίο περιγράφονται οι ερωτικές σχέσεις στα πλαίσια της ρομαντικής μυθοπλασίας, κάνει τις πραγματικές ερωτικές σχέσεις να φαντάζουν μη ικανοποιητικές.

Παρακάτω παρατίθενται οι πιο σημαντικές διαφορές της ρομαντικής και κλασσικής μυθοπλασίας, οι οποίες εξηγούν την διαφορετική επίδραση τους στην ερωτική ζωή του σύγχρονου ανθρώπου.

Η πρώτη διαφορά αναφέρεται στην πλοκή. Στο αρχετυπικό ρομαντικό μυθιστόρημα, το δράμα επικεντρώνεται στο ξεκίνημα της σχέσης ενός ζευγαριού. Στην πραγματικότητα, δεν περιγράφεται μια ιστορία αγάπης, αλλά το πως μέσα από δυσκολίες και εμπόδια μια αγάπη γεννιέται. Εκεί, η ιστορία τελειώνει.

Η κλασσική λογοτεχνία όμως, γνωρίζει πως το βασικό πρόβλημα του σύγχρονου ανθρώπου δεν είναι τόσο η εύρεση συντρόφου, όσο η διατήρηση μιας υγιούς ερωτικής σχέσης που εξελίσσεται μέσα στο χρόνο.

Μια άλλη σημαντική διαφορά, είναι ότι στη ρομαντική μυθοπλασία οι χαρακτήρες δεν εργάζονται, ή αν το κάνουν αυτό δε φαίνεται να έχει καμία σχέση με το όλο ζήτημα της κατανόησης του νοήματος της αγάπης.
Στην κλασσική λογοτεχνία ωστόσο, αναγνωρίζεται ότι η εργασία είναι ένα τεράστιο κομμάτι της καθημερινότητας ενός ατόμου κι έχει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση των σχέσεων τους. Το στρες της εργασίας μπορεί να δημιουργήσει σημαντικά προβλήματα στη σχέση των εραστών.

Παράλληλα, στη ρομαντική λογοτεχνία τα παιδία είναι πάντα γλυκά πλάσματα που συμβολίζουν την αμοιβαιότητα της αγάπης. Ακόμα κι αν κάποιες φορές παρουσιάζονται ως άτακτα, αυτό γίνεται με ένα αξιαγάπητο τρόπο. Δεν κλαίνε σχεδόν ποτέ, απασχολούν ελάχιστο από το χρόνο των ηρώων και ενίοτε παρουσιάζονται ως ιδιαίτερα ευφυή με μια ιδιάζουσα σοφία.

Στην κλασσική λογοτεχνία, βλέπει κανείς πως ενώ οι σχέσεις προσανατολίζονται αρχικά προς την τεκνοποίηση, όταν τελικά τα παιδιά έρχονται, φέρνουν τα ζευγάρια αντιμέτωπα με πολυάριθμα προβλήματα κι έντονες πιέσεις. Συχνά υπάρχουν παιχνίδια στο σαλόνι, κομμάτια κοτόπουλο κάτω από το τραπέζι της κουζίνας, ενώ ταυτόχρονα, δεν υπάρχει καθόλου χρόνος για χαλαρή συζήτηση και όλοι είναι στο τέλος της ημέρας πολύ κουρασμένοι. Ακόμα κι αυτή εικόνα όμως μπορεί να κρύβει πραγματική αγάπη.

Η ρομαντική λογοτεχνία επίσης, αντιμετωπίζει διάφορα πρακτικά ζητήματα, όπως είναι αυτό του νοικοκυριού σαν να μην υπάρχουν. Ποτέ δεν είναι σαφές ποιος ασχολείται με αυτό και άλλωστε δε θεωρείται ότι μπορεί να επηρεάσει τη σχέση.

Η κλασσική λογοτεχνία όμως, κατανοεί ότι οι σχέσεις δεν είναι μονό συναισθήματα. Είναι και ο τρόπος με τον οποίο οι σύντροφοι φροντίζουν την κοινή τους καθημερινότητα εν γένει. Για πολλά άτομα, το οργανωμένο νοικοκυριό με το συντονισμένο καταμερισμό διεκπεραίωσης των πρακτικών ζητημάτων, είναι απαραίτητο για να είναι χαρούμενα μέσα στη σχέση τους.

Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο των ρομαντικών μυθιστορημάτων είναι πως το σεξ και η αγάπη ταυτίζονται. Το αποκορύφωμα μάλιστα της αγάπης είναι η συνουσία, ενώ το τέλος της είναι η απιστία. Εδώ ισχύει το ότι όποιος είναι με τον κατάλληλο σύντροφο δεν μπορεί να είναι άπιστος

Στην κλασσική λογοτεχνίας από την άλλη, αναγνωρίζεται ότι μια σχέση αγάπης με μεγάλη διάρκεια στο χρόνο, δε θέτει τις καλύτερες των προϋποθέσεων για τη σεξουαλική δραστηριότητα. Η σεξουαλική πράξη και η αγάπη διαχωρίζονται σαφώς και τα όποια σεξουαλικά προβλήματα δε σημαίνον απαραίτητα το τέλος της σχέσης.

Τέλος, στη ρομαντική λογοτεχνία το ενδιαφέρον εστιάζεται στην αρμονία μεταξύ των ψυχών των πρωταγωνιστών. Η θεμελιώδης πρόκληση εδώ, είναι η εύρεση κάποιου που καταλαβαίνει το άτομο απόλυτα και από τον οποίο δε θα υπάρχουν μυστικά. Η αγάπη λοιπόν είναι η εύρεση του άλλου μισού, της αδελφής ψυχής, είναι ένα μυστηριώδες συναίσθημα που περισσότερο μοιάζει με ένστικτο.

Στην κλασσική λογοτεχνία είναι αποδεκτό πως κανείς δεν καταλαβαίνει τον άλλο εντελώς, πως δε γίνεται να εκλείψουν εντελώς μυστικά, καθώς και πως ένας βαθμός μοναξιάς είναι αναπόφευκτος. Η βασική πεποίθηση εδώ, είναι ότι κανείς μπορεί να μάθει πώς να διατηρεί καλές σχέσεις. Η αγάπη θέλει προσπάθεια και από τις δύο πλευρές.

Οι διαφορές αυτές δείχνουν πόσο αρνητική επίδραση μπορεί να έχει η ρομαντική λογοτεχνία στην ερωτική ζωή, όταν συμβάλει με τρόπο παραπλανητικό στη διαμόρφωση μη λειτουργικών ελπίδων και προσδοκιών. Ιδιαίτερη σημασία πρέπει να δίνουν γονείς και εκπαιδευτικοί στα αναγνώσματα των παιδιών και των εφήβων, καθώς είναι σημαντικό να καθοδηγηθούν σωστά στην ιδιαίτερη αυτή ηλικία, κατά την οποία λαμβάνει κατεξοχήν χώρα η διαμόρφωση των ιδανικών και των προσδοκιών αναφορικά με τις σχέσεις αγάπης.

Πηγή: thephilosophersmail

Το άρθρο επιμελήθηκε ο Κ.Κωνσταντινίδης, Χειρουργός, Ουρολόγος-Ανδρολόγος, Πρόεδρος του Ανδρολογικού Ινστιτούτου Αθηνών, www.andrologia.gr

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης