Η απολογία του Γιάννη Αγγέλου, ενώπιον της ανακρίτριας, Ειρήνης Καλού, για το σκάνδαλο της Μονής Βατοπεδίου και της λίμνης Βισθωνίδας, διαβιβάστηκε σήμερα στην Προανακριτική Επιτροπή της Βουλής που συνεχίζει την διερεύνηση της υπόθεσης.
Σε αυτήν, ο διευθυντής του πρωθυπουργικού γραφείου του Κώστα Καραμανλή, διακηρύσσει την μη ανάμειξή του στις σχετικές υπουργικές αποφάσεις και υποστηρίζει ότι η εγγύτητα της σχέσης του με τον πρώην πρωθυπουργό δίνει τη δυνατότητα σε κάποιους να τον εμπλέξουν στην υπόθεση, «θεωρώντας ότι είμαι το πιο πρόσφορο μέσο για να πλήξουν τον πρωθυπουργό».
Στην απολογία του, ο κ. Αγγέλου υπογραμμίζει πως οι υπουργοί και υφυπουργοί της Νέας Δημοκρατίας που υπέγραψαν τις επίμαχες αποφάσεις (παραίτηση από το δικόγραφο, «ανταλλαγές» εκτάσεων), «ενήργησαν αυστηρά στα πλαίσια των αρμοδιοτήτων τους, υπογράφοντάς τες. Έχουν υποστηρίξει κατ’ επανάληψη, όπου εκλήθησαν να το κάνουν, ότι ενήργησαν αυτοβούλως και με πλήρη πεποίθηση ότι έπρατταν το νόμιμο και ορθό».
Και προσθέτει: «Ως εκ τούτου, δεν θα μπορούσε να δικαιολογηθεί οποιαδήποτε εμπλοκή του πρώην Πρωθυπουργού. Όσοι το επιχειρούν αυτό, αναφερόμενοι στο Μαξίμου, το κάνουν για ευνόητους λόγους, διότι με αυτό τον τρόπο προσπαθούν να βρουν άλλοθι για τις δικές τους ενέργειες. Το κάνουν δε εκ των υστέρων, εντελώς όψιμα και μάλιστα, όταν απέκτησαν την ιδιότητα του κατηγορουμένου».
Παράλληλα, διαψεύδει όσους μάρτυρες ανέφεραν απευθείας τηλεφωνική επικοινωνία του με τους μοναχούς, ενώ επανέλαβε ότι το τότε πρωθυπουργικό γραφείο, του οποίου προΐστατο, περιοριζόταν να διαβιβάζει τις επιστολές που δεχόταν, στους «εκάστοτε αρμοδίους».
«Σε περίπτωση που η επιστολή αφορούσε καταγγελία σε βάρος υπουργού, θα διαβιβάζατε πάλι την καταγγελία στον καταγγελλόμενο; Τι νόημα θα είχε μια τέτοια διαβίβαση;», ρωτά η ανακρίτρια τον κ. Αγγέλου.
«Το Πρωθυπουργικό Γραφείο δεν ήταν δικαστήριο. Η πολιτική δεν ασκείται με νομικούς όρους. Ο υπουργός ή υφυπουργός, εφόσον παραμένει στη θέση του, εξακολουθεί να απολαμβάνει της εμπιστοσύνης του Πρωθυπουργού», απαντά εκείνος.

