Στην Ελλάδα υπάρχουν πια αρκετές -πάνω από 60- εγγεγραμένες μονάδες εξωσωματικής γονιμοποίησης. Ο μεγάλος αριθμός μονάδων είναι αυτονόητο ότι δίνει επιλογές στα ζευγάρια που αναγκάζονται να προβούν σε εξωσωματική γονιμοποίηση, αλλά από την άλλη μεριά δημιουργεί και διλήμματα σχετικά με τα κριτήρια πάνω στα οποία θα πρέπει να βασίσουν αυτήν την επιλογή.

Σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, τα κέντρα εξωσωματικής γονιμοποίησης είναι υποχρεωμένα να δημοσιεύουν τα ποσοστά επιτυχίας που διαθέτουν. Επίσης, τα μεμονωμένα κέντρα «απαντούν» σε μια κεντρική, εθνική Αρχή, η οποία ελέγχει την ποιότητα καθώς και θεσμοθετεί τις προαπαιτούμενες συνθήκες λειτουργίας των κέντρων αυτών.

Στην Ελλάδα, αν και υπάρχει νομικό πλαίσιο λειτουργίας των μονάδων εξωσωματικής γονιμοποίησης, προσπάθειες για την καθιέρωση μιας ανάλογης Αρχής δεν έχουν -προς το παρόν- ευδοκιμήσει. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα λιγότερη διαφάνεια όσον αφορά τον τρόπο λειτουργίας και το επίπεδο των μεμονωμένων κέντρων.

Είναι λογικό ότι τα κέντρα με καλά ποσοστά επιτυχίας δημοσιοποιούν τα νούμερά τους, ενώ εκείνα με πιο χαμηλά ποσοστά εφαρμόζουν πιο διακριτικές πρακτικές. Βέβαια, δεν υπάρχει έγκυρος τρόπος ώστε να διαπιστώσει κανείς την αυθεντικότητα των δημοσιοποιημένων ποσοστών. Επίσης, ακόμη κι αν τα νούμερα είναι σωστά, υπάρχουν τρόποι ώστε τα ποσοστά να φαίνονται πιο ελκυστικά στο τρίτο μάτι.

Για παράδειγμα, ένα κέντρο εξωσωματικής γονιμοποίησης μπορεί να δημοσιεύει καλύτερα ποσοστά επιτυχίας για τις μεγαλύτερες γυναίκες -άνω των 40 ετών- σε σχέση με τις νεαρότερες. Σε τέτοια περίπτωση, είναι πολύ πιθανόν ότι στις μεγαλύτερες γυναίκες έχει γίνει χρήση «δανεικών» ωαρίων, τα οποία οδηγούν πολύ συχνότερα σε εγκυμοσύνες.

Ένα άλλο συχνό τέχνασμα είναι η δημοσίευση ποσοστών εγκυμοσύνης αντί για ποσοστό γεννήσεων. Είναι γνωστό ότι από τις γυναίκες που μένουν έγκυες -με ή χωρίς θεραπεία- ορισμένες δεν θα φτάσουν μέχρι τη γέννα, αφού μπορεί να αποβάλλουν, συνήθως τους πρώτους 3 μήνες. Αυτό που έχει σημασία για ένα ζευγάρι είναι να πάρουν μωρό στην αγκαλιά, όχι απλά να πετύχουν εγκυμοσύνη. Συνεπώς, η έμφαση στα ποσοστά εγκυμοσύνης προσδίδει ελαφρώς υπερτιμημένη εικόνα στα ποσοστά επιτυχίας της εξωσωματικής γονιμοποίησης.

Πολύ λίγα κέντρα δημοσιεύουν τα ποσοστά πολλαπλών κυήσεων, διδύμων, τριδύμων κοκ. Αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία, αφού όσο περισσότερα έμβρυα τοποθετούνται στη μήτρα, τόσο αυξάνεται η πιθανότητα επιτυχίας, καθώς και οι πολύδυμες κυήσεις. Τα καλά κέντρα είναι εκείνα που πετυχαίνουν καλά ποσοστά μονής εγκυμοσύνης, με σχετικά χαμηλά ποσοσστά διδύμων. Αξίζει να σημειωθεί ότι, σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, γίνεται μια σοβαρή προσπάθεια ελάττωσης του αριθμού των δίδυμων κυήσεων μετά από εξωσωματική γονιμοποίηση. Αυτό, επειδή τα προβλήματα για τα μωρά και τις μαμάδες είναι τουλάχιστον 5 φορές συχνότερα, σε σχέση με τις μονές κυήσεις. Ιδιαίτερο πρόβλημα είναι οι πρόωρες γέννες που συχνά οδηγούν σε ανώριμα μωρά με αυξημένη πιθανότητα προβλημάτων υγείας και νοητικής υστέρησης.

Τέλος, αξίζει να σημειωθεί ότι υπάρχουν πολλά μικρά κέντρα που αναλαμβάνουν ζευγάρια με πιο επίμονο πρόβλημα υπογονιμότητας και πολλαπλές αποτυχημένες προσπάθειες στο παρελθόν. Τέτοια ζευγάρια έχουν «περάσει» από τις μεγαλύτερες, δημοφιλείς μονάδες χωρίς όμως να καταφέρουν εγκυμοσύνη. Είναι λογικό ότι τα ποσοστά επιτυχίας τέτοιων μικρών μονάδων μπορεί να είναι χαμηλότερα, αφού ασχολούνται με πιο δύσκολα περιστατικά. Από την άλλη μεριά, μπορεί να υπάρχει ιδιαίτερη εμπειρία στην αντιμετώπιση επιπλεγμένων περιστατικών, καταστώντας τέτοιες μονάδες πιο κατάλληλες για ορισμένα υπογόνιμα ζευγάρια.

Το άρθρο επιμελήθηκε και υπογράφει
ο Θάνος Παπαθανασίου MD (London)
MRCOG FHEA
Μαιευτήρας Γυναικολόγος
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Λονδίνου
www.gynaikologos.net

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης