Πρώτο θέμα στην αγγλόφωνη διαδικτυακή έκδοση της «Hürriyet» το πρωί αποτελεί η είδηση με τίτλο «Μεγάλες ελπίδες ότι θα αναβιώσουν οι ειρηνευτικές συνομιλίες στην Κύπρο».
Με φωτογραφία του προέδρου της Κυπριακής Δημοκρατίας Νίκου Αναστασιάδη από την ομιλία του στη γενική συνέλευση του ΟΗΕ, το δημοσίευμα υποστηρίζει πως «οι συνομιλίες για την επανένωση του διχασμένου νησιού θα αρχίσουν σύντομα, σύμφωνα με την άποψη διπλωματών. Ένα θέμα που επί χρόνια δηλητηριάζει τις προσπάθειες της Τουρκίας να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Η εφημερίδα διατείνεται πως η τύχη του «εδώ και καιρό διαιρεμένου νησιού επηρεάζει τις συνομιλίες που έχει αρχίσει από το 2005 η Τουρκία και, μέσα στους 35 όρους που θα πρέπει να εκπληρώσει, το βασικό αγκάθι είναι η διαμάχη για την Κύπρο, μαζί με την αντίθεση που εκφράζουν ορισμένα κράτη-μέλη».
Η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει παγώσει τις διαπραγματεύσεις από το 2006, όταν η Τουρκία δεν αποδέχθηκε να ανοίξει τα λιμάνια της σε πλοία με κυπριακή σημαία.
Τώρα όμως, ο πρόεδρος Αναστασιάδης εξέφρασε δημόσια την άποψη ότι είναι στη θέλησή του να επαναλάβει τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων. Επίσης, όπως υποστηρίζει η εφημερίδα, «Τουρκία και Ελλάδα είναι έτοιμες να προχωρήσουν».
Η Τουρκία, μάλιστα, πιστεύει ότι δεν υπάρχει χρόνος για χάσιμο και προσπαθεί να προωθήσει ένα νέο ειρηνευτικό σχέδιο έως τον Μάρτιο.
Για να βοηθήσει να ξεπεραστεί «το ψυχολογικό εμπόδιο», έχει προτείνει αντιπροσωπεία από Τούρκους Ελληνοκυπρίους και Τουρκοκυπρίους να επισκεφθούν την Αθήνα και την Άγκυρα μέσα στις επόμενες ημέρες. Κατόπιν οι αντιπροσωπείες από τις δύο πλευρές του νησιού να αρχίσουν άμεσες συνομιλίες, μέσα στον Νοέμβριο.
Η εφημερίδα, που απηχεί συνήθως απόψεις του τουρκικού Υπουργείου Εξωτερικών, αναφέρει πως «αυτήν τη φορά, η Άγκυρα βλέπει να έχει ανοίξει ένα παράθυρο ευκαιρίας για να τερματιστεί η διαίρεση του νησιού».
Όπως υπενθυμίζει το δημοσίευμα, η Κύπρος παραμένει διαιρεμένη από το 1974, «όταν τουρκικά στρατεύματα επενέβησαν στο βόρειο τμήμα του νησιού».
Στο άρθρο, πάντως, δεν γίνεται λόγος για την κατοχή του τμήματος εκείνου από 40.000 Τούρκους στρατιώτες.
Επιμέλεια: Κ. Μπετινάκης

