Ένα οδοιπορικό στις αθώες -φαινομενικά- φράσεις,  

που είναι ικανές να μάς οδηγήσουν στο έγκλημα (λέμε τώρα).

ΠΡΟΣΟΧΗ: Το αφιέρωμα είναι ακατάλληλο για… νευρικούς!
 

Φίλες Αναγνώστριες και Φίλοι Αναγνώστες τής «Ζούγκλας», σάς χαιρετώ.

Είναι φορές που ο δημοσιογράφος βρίσκεται μπροστά σε ένα σταυροδρόμι·

εκεί,

καλείται να επιλέξει αν θα επιμείνει να ασκεί το λειτούργημά του

ή θα συνεχίσει τον δρόμο του σφυρίζοντας αδιάφορα.

 

Όταν, λοιπόν, ο αρχισυντάκτης μου,

μού εζήτησε να ετοιμάσω ένα κείμενο

με τα πιο εκνευριστικά κλισέ τής Καθομιλουμένης μας

(παραμύθια λέω· μόνος μου πήρα την πρωτοβουλία),

εκεί, που λέτε, βρέθηκα στο σταυροδρόμι για το οποίο σάς έκανα λόγο παραπάνω.

 

Διότι, νευρικός όπως είμαι,

σκέφτηκα ότι πριν προλάβω να ολοκληρώσω ετούτο εδώ το πόνημα,

θα έχω σπάσει το laptop μου,

θα έχω χωρίσει με την κοπέλα μου (δεν έχω κοπέλα, αλλά αυτό δεν παίζει ρόλο),

θα έχω βγει στον δρόμο και θα χτυπάω κουδούνια αγνώστων μέσα στη νύχτα.

 

Εν τέλει, το Δημοσιογραφικό Καθήκον επεκράτησε μέσα μου,

και έτσι, με προκαταβολικό πόνο ψυχής απεφάσισα να ανεβώ τον «Γολγοθά».

Βέβαια, σε αυτόν τον «Γολγοθά» ξέρω ότι δεν θα είμαι μόνος,

αλλά ότι (θα) έχω παρέα πολλούς από ’σάς.

 

Όσοι γεννηθήκαμε νευρικοί, καλούμαστε σήμερα ν’ αντέξουμε, φίλες και φίλοι.

Οι επόμενες ώρες θα είναι πολύ δύσκολες για όλους μας,

αλλά πιστεύω ότι με την αρωγή μίας καρτέλας ηρεμιστικών χαπιών θα τα καταφέρουμε.

 

Άλλωστε, φίλες και φίλοι, εσείς είστε σε προνομιακή θέση απέναντί μου,

διότι απλώς θα διαβάσετε είκοσι φράσεις·  

τι να πω κι εγώ, που τις ξεδιάλεξα ανάμεσα σε εκατοντάδες…

 

Πάμε, λοιπόν,

να ξεκινήσουμε το οδοιπορικό μας

στα κλισέ που σμπαραλιάζουν το νευρικό μας σύστημα,

αφού πρώτα σάς πω ότι το Χειρότερο όλων, το Χείριστο Κλισέ,

αυτό που δεν αντέχεται με τίποτα, θα το αφήσω τελευταίο

(έτσι, για την Εμπορικότητα,

αλλά και επειδή -ως γνωστόν-

η Τελευταία Θέση είναι για το Χείριστο, ό,τι είναι η Πρώτη Θέση για το Κάλλιστο)!

 

Κλισέ Διαπροσωπικών Σχέσεων-Κοινωνικότητας

 

* «Σε βλέπω σαν φίλο…»

Αυτή η τυπολογία εκνευριστικών φράσεων έχει τη βασίλισσά της.

Η γυναικεία υπεκφυγή που έχει δημιουργήσει στρατιές ευνουχισμένων αντρών,

ενώ -έως και σήμερα που μιλάμε-

το Γυναικείο Φύλο δεν την έχει αντικαταστήσει με κάποιαν άλλην πρωτότυπη υπεκφυγή·

θα μού πείτε «Κλισέ που κερδίζει, δεν αλλάζει» και θα ’χετε και δίκιο.

 

* «Δεν είναι αυτό που νομίζεις…»

Επιστρέφεις από το επαγγελματικό σου ταξίδι νωρίτερα από το προγραμματισμένο

και βρίσκεις τη γυναίκα σου γυμνή στο κρεβάτι

με μία μεραχία -επίσης γυμνών- Λοκατζήδων.

 

Κι εκεί που πας να νομίσεις ότι η γυναίκα σου σε κερατώνει,

σού λέει τη μαγική ατάκα «Δεν είναι αυτό που νομίζεις…» κι εσύ αυτομάτως ηρεμείς.

Νιώθεις, μάλιστα, τύψεις,

που ετόλμησες να σκεφτείς για την πιστή σου γυναικούλα ένα τόσο άσχημο πράγμα.

Τής ζητάς δακρυσμένος «συγγνώμη»,

ενώ οι Λοκατζήδες -που, παρεμπιπτόντως, έχουν φορέσει το μποξεράκι τους-

σε παρηγορούν.

Ουφ, μια παρεξήγηση ήταν και λύθηκε…

 

* «Θα σε πάρω αν είναι…»

(συναντάται και στη λόγια μορφή «Θα σού τηλεφωνήσω άμα είναι…»)

Η Παγκόσμια Διανόηση έχει επιδοθεί σε μία αγωνιώδη πνευματική αναζήτηση,

προκειμένου να ξεδιαλύνει τη σκοτεινή και μυστικιστική σημασία τού «…αν είναι…».

 

Χιλιάδες φιλόσοφοι, φυσιοδίφες και αποκρυφιστές,

προσπαθούν -ματαίως μέχρι τώρα- να αποκρυπτογραφήσουν τα μηνύματα

που κρύβονται πίσω από την επίμαχη διατύπωση.

 

* «Με πόσους έχεις πάει;»

Η ερώτηση που αγαπούν να κάνουν οι άντρες και μισούν να ακούνε οι γυναίκες.

Ο άντρας είναι σωστός αν έχει πάει με πολλές

και η γυναίκα είναι σωστή αν έχει πάει με λίγους (ει δυνατόν, με κανέναν).

 

Μα είναι δίκαια πράγματα αυτά;

Τι πάει να πει «Με πόσους έχει πάει;». Με όσους ήθελε. Μάς ήξερε κι από χτες;

Για το μέλλον της μάς θέλει, όχι για το παρελθόν της

(πω, πω, τι είπα· έτσι ρίχνω τις γυναίκες).

 

Λοιπόν, παίδες, δεν ρωτάμε ποτέ μια γυναίκα με πόσους έχει πάει.

Κρατάμε την ανδρική μας υπερηφάνεια ψηλά και δεν τής κάνουμε αδιάκριτες ερωτήσεις.

Περιοριζόμαστε να τη στήνουμε έξω από το σπίτι της

και να την παρακολουθούμε μέσα από κλειστό βανάκι με φιμέ τζάμια,

ψάχνουμε -όποτε μάς δοθεί η χρυσή ευκαιρία-

το κινητό της, το λαπ-τοπ της, τα «social media» της,

βάζουμε κοριούς και κρυφές κάμερες στο σπίτι της, στη δουλειά της και στο στέκι που συχνάζει.

 

Προς Θεού όμως· όχι αδιάκριτες ερωτήσεις. 

Είμαστε άντρες, ρε παιδιά· δεν είμαστε τίποτα «κατίνες»!

 

*«Ήμουν μεθυσμένη…» – «Είχα πιει…»

Λοιπόν, αγαπητοί αναγνώστες και αγαπητές αναγνώστριες,

εμείς στη «Ζούγκλα» κοιτάζουμε πάντοτε πίσω από τα γεγονότα,

ώστε να αποκαλύπτουμε και να φωτίζουμε πτυχές που οι άλλοι ούτε που συλλαμβάνουν.

 

Ναι, σε καταλαβαίνω, τυπάκο μου,

ότι είσαι πληγωμένος που σε απάτησε με τον καλύτερό σου φίλο  

και τώρα σού δικαιολογείται λέγοντάς σου ότι ήταν μεθυσμένη, ότι είχε πιει.

Όμως, το γεγονός ότι πήγε με τον κολλητό σου είναι η επιφανειακή προσέγγιση.

 

Η ουσία βρίσκεται στη δικαιολογία που σού λέει: Είχε πιει.

Μάλιστα· τόσα χρόνια, τόσες δεκαετίες, τόσους αιώνες, η ίδια δικαιολογία.

Και κανείς δεν κάθισε να αναρωτηθεί: Τι είχε πιει;

 

Σού λέει η άλλη ότι σε απάτησε επειδή είχε πιει.

Σού φωτογραφίζει την Αιτία.

Στο πιάτο στη δίνει την ιστορία, ρε άμυαλε φίλε μου.

Νιανιά σού το κάνει. Μασημένη τροφή σού προσφέρει.

Κι εσύ, τι κάνεις; Τίποτα.

 

Αντί να τη ρωτήσεις τι είχε πιει

και να μάθουμε κι εμείς αν για τα τόσα «κερατώματα» ευθύνεται το ουΐσκι,

η βότκα ή, ακόμη-ακόμη, η γκαζόζα, η λεμονίτα, το τσάϊ, το γάλα ή το νεράκι τού Θεούλη,

κάθεσαι κι ασχολείσαι με ασήμαντα πράματα.

Α μα πια…

 

* «Θέλω να μείνω λίγο μόνη να σκεφτώ…»

Μήπως θες ν’ αδειάσουμε και τον πλανήτη, κούκλα μου..;

Μήπως θες να αφανίσουμε το Σύμπαν ώστε να μείνεις λίγο μόνη να σκεφτείς;

Μίλα καθαρά, Βίρνα. Τι εννοείς;

Και όταν λες «λίγο»,

σού φτάνουν πέντε λεπτάκια ή χρειάζεσαι πέντε δεκαετίες

και θα ξαναεμφανιστείς μπροστά μου όταν θα έχεις τριμάσελο και Αλτσχάϊμερ;

Μίλα καθαρά, Βίρνα…

 

* «ΟΚ.»

Σε κάποιους άντρες αρέσει να φλερτάρουν με τον θάνατο.

Άλλοι γίνονται κασκαντέρ, άλλοι κάνουν «bungee jumping» από τα 1.000 μέτρα,

άλλοι τολμούν ισορροπία σε τεντωμένο σχοινί πάνω από την έρημο τής Νεβάδα.

Όμως, οι πιο ριψοκίνδυνοι άντρες,

αυτοί που δεν λογαριάζουν τη ζωούλα τους, βρε αδερφέ,

είναι αυτοί που σε γυναικείο μονόλογο διάρκειας τριών ωρών

απαντούν με ένα ξερό «ΟΚ.».

 

Ρε φιλαράκο, γιατί το κάνεις αυτό στον εαυτό σου;

Γιατί δημιουργείς «γυναίκα-δολοφόνο»;

Το κοριτσάκι στα εξήγησε ωραία για την πορεία τής σχέσης σας·

τρεις ολόκληρες ώρες σού μάθαινε μπαλίτσα

και σε νουθετούσε ώστε να γίνεις σωστός άνθρωπας και να προχωρήσει ο δεσμός σας.

 

Κι εσύ, τι κάνεις..;

Απαντάς με τρόπο που οι εγκληματολόγοι θα τον περιέγραφαν με τη φράση

«Αυτό ήταν που όπλισε το χέρι τής δολοφόνου».

 

Αλλά, ας κάνουμε μία υπόθεση, και ας πούμε ότι θα ζήσεις μετά το αιματηρό περιστατικό

(διότι, μην αυταπατάσαι, αιματηρό περιστατικό θα υπάρξει·

μην έχεις την παραμικρή ελπίδα ότι θα τη σκαπουλάρεις).

Είσαι προετοιμασμένος να βρεθείς με ψαλιδισμένο μόριο την ώρα που θα κοιμάσαι;

Αν ναι, τότε προχώρα κι εμείς μαζί σου.

Για ένα μόριο θα κάνουμε έτσι; Αφού είσαι ωραίο άτομο. 

 

* «- Τι μουσική ακούς; – Τα πάντα.»

Έχεις βγει πρώτο ραντεβού με τη γυναίκα των ονείρων σου,

με τη μελλοντική μητέρα των μελλοντικών παιδιών σου.

Η συζήτηση κυλάει υπέροχα

και νιώθεις ευτυχισμένος που για μία ακόμη φορά το ένστικτό σου επιβεβαιώνεται.

 

Φευ!, όλα είν’ ατμός, που έλεγε κι ο Θρασύβουλας.

Εκεί που όλα δείχνουν ότι ο Έρωτας θα θριαμβεύσει κι ότι η Αγάπη θα μεγαλουργήσει,

έχεις την πιο ατυχή έμπνευση τής ζωής σου.

 

Σκεφτόμενος -ομολογουμένως, πολύ λογικά-

ότι ο Έρωτας και η Αγάπη χτίζονται πάνω σε τραγούδια,

πετάς την κουβέντα που αλλάζει με βιαιότατο τρόπο τον ρου τής ιστορίας..:

«Τι μουσική ακούς;», ρωτάς τη γυναίκα των ονείρων σου,

και περιμένεις να σού πει κάτι

που θα επιχειρηματολογήσει με νότες και στίχους υπέρ τής κοινής σας ζωής.

 

Εύχεσαι να σού πει ότι γουστάρει τούς «Πυξ-Λαξ», τούς «Pink Floyd»,

τούς «Led Zeppelin», τούς Κατσιμιχαίους, τούς «Lynyrd Skynyrd»,

τον Δημήτρη Μητροπάνο, τούς «U2», τον Μαζώ, τον Lenny Kravitz,

την Άλκηστη Πρωτοψάλτη, τον Παντελή Παντελίδη, τούς «Radiohead»,
τον Γιώργο Νταλάρα, τον Τζίμη Πανούση, τη
Celine Dion, τον Μότσαρτ, την Πάολα.

 

Εν ολίγοις, εύχεσαι να σού πει τι γουστάρει και τι αγαπάει από τραγούδι,

ώστε να το γουστάρεις και να το αγαπάς κι εσύ·  

για πάρτη της είσαι ικανός να γίνεις φανατικός των «Mazoo and the Zoo»

και τής «Μπεμπέ Λιλί (Είναι ο παππούς εκεί;)».

Το μόνο που ζητάς ο άμοιρος, είναι να σού πει κάτι συγκεκριμένο·

να συγκεκριμενοποιήσει ό,τι θα αγαπάτε να ακούτε μαζί.

 

Και αυτή τι κάνει..;

Με μία φράση της γκρεμίζει το μέλλον

και διαλύει στα εξ ων συνετέθησαν όλα τα όνειρα

που έκανες έχοντάς την ως πρωταγωνίστρια.

«Τα πάντα», σού (α)παντα(ει), κάνοντάς σε να χάσεις μονομιάς το χρώμα σου.

 

Αυτό ήτανε (που έλεγε κι ο Αρναούτογλου στις αποχωρήσεις των παικτών στο «Nomads»)· 

καταλαβαίνεις ότι με ετούτην τη γυναίκα δεν έχεις να πεις λέξη παραπάνω.  

Δεν είν’ αυτή για ’σένα·

για πρώτη φορά στη ζωή σου, το ένστικτό σου διαψεύδεται, και μάλιστα, πανηγυρικά.

 

Σηκώνεσαι. Σιωπηλός.

Τής γυρίζεις την πλάτη και κατευθύνεσαι στο ταμείο τού restaurant.

Πληρώνεις. Φεύγεις. Κύριος.

 

* «Το Παρεάκι»

Εσείς που χρησιμοποιείτε τη λέξη «παρεάκι»,

να ξέρετε ότι εμείς που την απεχθανόμαστε ξέρουμε πού μένετε.

Να πηγαίνετε πλάτη-πλάτη· μόνο αυτό σάς λέω.

Ή θα λέτε «η παρέα μου» ή θα λέτε «οι φίλοι μου, τα φιλαράκια μου»

ή ΔΕΝ ΘΑ ΛΕΤΕ ΤΙΠΟΤΑ.

Κομπρέντο; Καπίσι; Γκέγκε;

Δεν θα μάς κάνετε εσείς τα νεύρα τσατάλια,

επειδή βγαίνετε με άτομα που αποτελούν για εσάς λύση ανάγκης.

 

Και βεβαίως, οφείλω να τονίσω σε αυτό το σημείο,

ότι εμείς οι ψαγμένοι που δεν μπορούμε τη λέξη «παρεάκι»,

δεν μπορούμε και τη λέξη «ρακόμελο».

 

Συνδυασμός που σκοτώνει νεύρα: Να πας με παρεάκι για ρακόμελα.

Τα νεύρα μας…

 

* «- Ωχ, χίλια συγνώμη. – Συγχωρεμένος…»

Στο λεωφορείο επικρατεί το «πατείς με, πατώ σε»·

είσαι στοιβαγμένος σαν σαρδέλα μαζί με τούς υπόλοιπους.

 

Άθελά σου,

γίνεσαι ασορτί με την κατάσταση και πατάς κατά λάθος έναν συνεπιβάτη σου.

Ως οφείλεις, γυρίζεις προς το μέρος του και με απολογητικό ύφος τού λες «Συγγνώμη».

 

Όμως, πού να το ’ξερες ότι έχεις πέσει σε (wanna be) ιδιοκτήτη γραφείου τελετών,

ο οποίος σε βλέπει ως υποψήφιο πελάτη του.

«Συγχωρεμένος», σού απαντάει,

και αισθάνεσαι ότι είναι έτοιμος να κολλήσει στην πόρτα τού λεωφορείου

το κηδειόσημο με τ’ όνομά σου.

Με αυτούς που πας και πατάς, να ζήσεις να σε θυμάσαι…

 

* «Στα ’λεγα εγώ…»

Οι πιθανότητες για να πετύχαινες

στην τεράστια ευκαιρία που είχε εμφανιστεί μπροστά σου, ήταν 999‰.

Όλες οι συγκυρίες ήταν ευοίωνες.

Το Σύμπαν έδειχνε ότι είχε συνωμοτήσει υπέρ σου.

Όμως, ακόμη και η μία πιθανότητα τοις χιλίοις ξέρουμε ότι μπορεί εν τέλει να επικρατήσει.

 

Έτσι συνέβη στην περίπτωσή σου… 

Τώρα, λοιπόν, είσαι βαθιά στεναχωρημένος και απογοητευμένος.

Αισθάνεσαι μουντζωμένος, ματιασμένος, καταραμένος.

Μη χαλαρώνεις, το μαρτύριό σου δεν έχει ακόμα τελειώσει·  

για την ακρίβεια, τώρα ξεκινάει.

 

Όλοι έχουμε στο περιβάλλον μας, στην οικογένειά μας,

ένα άτομο που πιστεύει ότι διαθέτει τη σοφία τού Σωκράτη

και τις προφητικές ικανότητες τού Νοστράδαμου·  

συνήθως, μάλιστα, αυτό το αλλόκοτο πλάσμα είναι η ίδια μας η μάνα

(φυσικά,

έχουν αναφερθεί και περιπτώσεις

που τη φράση «Στα ’λεγα εγώ» μάς την εκτοξεύει το ταίρι μας, ο φίλος μας, η πεθερά μας·  

όμως, η μαμά μας κατέχει τη μερίδα τής λέαινας σε αυτό το ενοχλητικό φαινόμενο).

 

Τι κι αν έχει κάνει αμέτρητες προβλέψεις στις οποίες διαψεύστηκε οικτρά;

Τι κι αν ό,τι έχουμε καταφέρει στη ζωή,

το έχουμε καταφέρει επειδή πήγαμε κόντρα στις προβλέψεις της..;

Τι κι αν τα «Under» που μάς υποδεικνύει στο στοίχημα,

τα παίζουμε όλα «Over» και πηγαίνουμε ταμείο..;

Η μία στις χίλιες έχει τη μαγική ιδιότητα να σβήνει τις 999.

Θαύμα. 

 

* «Τι θα πει ο κόσμος;»

Τα άτομα που πράττουν με βασικό τους γνώμονα το «Τι θα πει ο κόσμος;»,

διακρίνονται από Δημιουργικότητα, Ειλικρίνεια, Επαναστατικό Πνεύμα·

εν κατακλείδι, πρόκειται για ανθρώπους που δίνουν σημασία στην Ουσία 

και όλες οι κινήσεις τους διαθέτουν την Αύρα τής Ανεξαρτησίας, τής Ελευθερίας

(ενίοτε και τής Ασυδοσίας).

 

Το μόνο σκοτεινό σημείο τής φιλοσοφίας τους

είναι η έννοια που δίνουν στη λέξη «κόσμος».

Εννοούν, άραγε, τούς γείτονές τους..;

Εννοούν ολόκληρη την πόλη όπου διαμένουν;

Εννοούν ολόκληρη τη χώρα;

Εννοούν ολόκληρη την ήπειρο;

Εννοούν ολόκληρον τον πλανήτη;

Μπας κι εννοούν το Σύμπαν;

 

Μήπως -λέω «Μήπως;»- πάσχουν από σύνδρομο καταδίωξης,

συνδυαζόμενο με συμπλέγματα κατωτερότητας

και πασπαλισμένο με διαταραχή οξέως ναρκισσισμού..;

Λέω «Μήπως;».

 

* «Τα κεφάλια μέσα…»

Μία φράση άκρως διαδεδομένη στους κύκλους των μαζοχιστών ειλώτων,

που χρησιμοποιείται πάντοτε μετά από περίοδο εργασιακής ανάπαυλας.

 

Επί 15 ημέρες  

η τετραμελής μικροαστική οικογένεια έκανε τις καλοκαιρινές διακοπές της 

στο παραθαλάσσιο χωριό των παππούδων

και είχε την ευκαιρία να πλημμυρίσει τη γεμάτη φύκια κακοφορμισμένη παραλία

με τις τσιρίδες τής υστερικής μαμάς:

«Κωστάκηηηηηηη, όχι στα βαθιά.», «Γιαννάκηηηηηηη, έλα να σε δείρω…»,

ενώ ο λαπάς σύζυγος παρακολουθούσε αδιάφορος και παραιτημένος·

στη συνέχεια,

η φαμίλια άνοιγε το τάπερ με τα ιδρωμένα κεφτεδάκια

και αφού τα ντερλίκωνε με λαιμαργία,

αποχωρούσε αφήνοντας ως ενθύμια τα κάθε λογής αποφάγια και σκουπίδια

ως κληροδότημα για τούς επόμενους επισκέπτες.

 

Τώρα,

η τετραμελής μικροαστική οικογένεια έχει επιστρέψει στην πόλη

και ο παραιτημένος λαπάς «πατήρ-φαμίλιας» πρέπει να γυρίσει στη δουλειά του·

μία δουλειά που δεν την κάνει με αγάπη, που δεν την κάνει με μεράκι,

που την κάνει με ετήσιο αντάλλαγμα τις δύο εβδομάδες κακόγουστων διακοπών.

 

Πρώτη μέρα στη δουλειά,

πρώτη μέρα που θα ξανασυναντήσει τούς συν-είλωτες,

με τούς οποίους διαθέτει την ίδια ακριβώς οπτική.

Και ποιο είναι το καύσιμο επαναπροσαρμογής στο απεχθές περιβάλλον;

Η συνοδευόμενη από ένα ανόητο χάχανο δήλωση υποταγής «Τα κεφάλια μέσα…».

 

Όπερ μεθερμηνευόμενον

«Ξέρω ότι ζω σε βόθρο,

αλλά έχω συνηθίσει πια να είμαι βουτηγμένος μέχρι το κεφάλι στον απόπατο.».

 

Μην το επιχειρήσετε σπίτι σας. Είναι ΕΠΙΚΙΝΔΥΝΟ.

 

* «Σωστό κι αυτό…»

Στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων,

όταν κάποιος σού λέει τη συγκεκριμένη φράση

ξέρεις πως έχεις να κάνεις με άτομο που είτε δεν συμφωνεί μαζί σου,

είτε πως τού είναι παγερά αδιάφορη η άποψή σου.

 

Μάλιστα,

φήμες λένε ότι αν βάλεις να παίξει ανάποδα στο βινύλιο το «Σωστό κι αυτό…»,

ακούγεται η φράση «Σε γράφω στα απαυτά μου.».  

 

* «’Σύ είπας…»

Κι εσύ ρωσίας·

τούτη είναι η -δυτικού τύπου- ατάκα που χρησιμοποιώ ως απάντηση

σε μία από τις πιο ύπουλες, θρασύδειλες και ψυχρές μετατοπίσεις ευθύνης.

 

Από πού να το πρωτοπιάσεις το θέμα·

απ’ όπου κι αν το πιάσεις, η κατάσταση όζει (και ουχί Όζμπορν).

Άλλοτε θα σού απευθύνουν το «’Σύ είπας…»

όταν μετατρέπεις το υπονοούμενό τους σε νοούμενο

και τούς βγάζεις από τη δύσκολη θέση

(και δεν φτάνει ότι τούς βγάζεις από τη δύσκολη θέση,

αλλά με αυτήν τη διφορούμενη φράση διαχωρίζουν τη θέση τους

κατά το δοκούν και το συμφέρον τους),

άλλοτε θα χρησιμοποιήσουν τον αυτοσαρκασμό σου ή την αυτοκριτική σου

για να σε προσβάλουν αβρόχοις ποσίν

και για να εκφράσουν χωρίς συνέπειες

την υφέρπουσα εχθρότητα που αισθάνονται για το πρόσωπό σου. 

Ο Αυτοσαρκασμός είναι η μοναδική έκφραση τού χιούμορ σου, 

με την οποία θα γελάσει ο εχθρός σου.

 

Από εμένα είναι «Όχι». ’Γώ είπας…

 

 

Δημοσιογραφικά Κλισέ
 

* «Είσαι ερωτευμένη αυτόν τον καιρό;»

Η ερώτηση που καθιερώθηκε

από τη «Μεγάλη των Δημοσιογράφων Σχολή» που λέγεται «Star».

Η ερώτηση που από μόνη της αποτελεί «Σχολή».

 

Η ερώτηση που επήγαινε με όλα:

Υποβαλλόταν σε μοντέλα, σε ηθοποιούς, σε τραγουδίστριες, στις πάσες όλες.

 

Η «ερώτηση-Πηνελόπη»·

όπως η Πηνελόπη επερίμενε καρτερικά τον Οδυσσέα,

έτσι και η ερώτηση «Είσαι ερωτευμένη αυτόν τον καιρό;»

καρτερούσε τη στιγμή που θα υποβαλλόταν από τη ρεπόρτερ

προς το εκάστοτε «θύμα» της.

 

Η «ερώτηση-κόμπρα»·

εκεί που η ρεπόρτερ σε ρωτούσε για τη συναισθηματική συντριβή

που αισθανόσουν από το γεγονός

ότι ολόκληρη η οικογένειά σου είχε ξεκληριστεί σε τροχαίο,

τσουπ, εκεί πεταγόταν ωσάν την κόμπρα η ερώτηση

«Είσαι ερωτευμένη αυτόν τον καιρό;».

 

Φυσικά, εφάμιλλα εκνευριστικές ήταν και οι απαντήσεις που ακούγαμε·

δύο απ’ αυτές κρατούν τα σκήπτρα..:

1) «(Είμαι ερωτευμένη) με τη δουλειά μου».

Θα το ομολογήσω: Όταν άκουγα γυναίκα να δίνει αυτήν την απάντηση,

τής έκανα βουντού για να έμενε για πάντα άνεργη.

Καλός-καλός, αλλά μη μού πατήσεις τα νεύρα.

2) «Είμαι καλά».

Μμμ, έφτασε η ώρα για να αποκαλύψουμε ένα ακόμη γυναικείο μυστικό.

Όταν μία γυναίκα είναι ερωτευμένη (αυτόν τον καιρό, εννοείται),

ακόμη κι αν δεν απαντήσει, ακόμη κι αν σιωπήσει,

θα το δεις στα μάτια της, στο βλέμμα της,

θα κάνει κάποια κίνηση φιλαρέσκειας και ηδυπάθειας

(είθισται το ελαφρύ τίναγμα μαλλιών,

το ολίγων δευτερολέπτων έντονο πετάρισμα των βλεφαρίδων,

ενώ σπανιότερα συναντώνται και ανεξέλεγκτες περιπτώσεις

όπου η γυναίκα βγάζει τη γλώσσα της και αρχίζει να γλείφει μανιωδώς τον αέρα·

εντάξει, με λυσσάρες δεν μιλάω).

 

Μετά από αυτήν τη μεγάλη παρένθεση, επανερχόμαστε..:

Όπως καταλάβατε από τα παραπάνω,

όταν μία γυναίκα απαντάει στην ερώτηση αν είναι ερωτευμένη, λέγοντας «Είμαι καλά»,

ΔΕΝ είναι ερωτευμένη.

ΔΕΝ. Νόμος.

 

Και όχι μόνο αυτό…

Έχει και καμιά δεκαριά ακροβολισμένους κάγκουρες,

που -ανάλογα με τις διαθέσεις της-

χρησιμοποιεί για να καλύπτει τις πάγιες και διαρκείς ανάγκες της

(με εννοάτε τι εννοάω).

 

* «(Η αγαπημένη ηθοποιός εμφανίστηκε) πιο λαμπερή από ποτέ…»

Μία εξαιρετικά ύπουλη και απεχθής φράση, λόγω τής διασταλτικότητάς της

(καθώς στη θέση τής λέξης «λαμπερή»

μπορούν να ακουστούν ακόμη, αναρίθμητοι επιθετικοί προσδιορισμοί:

όμορφη, ερωτευμένη, κ.λπ., κ.λπ.)·

ας δεχθούμε, όμως, το «λαμπερή» ως το πιο σύνηθες.

 

Δεν μού λέτε, ρε παιδιά, κυκλοφορεί στην αγορά κάποιος μετρητής λαμπ(ε)ρότητας;

Και εν τέλει, πώς μετριέται η λάμψη στο πρόσωπο;

Από τα lifting; Από τα bottox; Από τη σιλικόνη στα χείλη; Από τα δύο κιλά μακιγιάζ;

Από όλα μαζί;

 

Ξέρουμε ότι απάντηση δεν θα πάρουμε.

Και κάπως έτσι, είμαστε πιο εκνευρισμένοι από ποτέ.

 

* «– Ποια είναι τα τρία μυστικά τής επιτυχίας σου; – Δουλειά, δουλειά, δουλειά…»

Είναι στιγμές σαν ετούτη, φίλες και φίλοι, που λυπάμαι τούς άθεους.

Αυτός που πιστεύει σε κάποιαν θρησκεία,

θα ξεστομίσει απελπισμένος 

«Θεέ μου, δώσε μου δύναμη να αντέξω την απάντηση “Δουλειά, δουλειά, δουλειά…”»·

ο άθεος σε ποιαν ανώτερη δύναμη να καταφύγει ο άμοιρος;

 

Είναι γεγονός ότι 

κάποιες φορές χρειάζονται ακραία αποθέματα ψυχικής και πνευματικής δύναμης

για να αντέξεις στερεότυπες ηλιθιότητες που συστήνονται ως ευφυολογήματα.

Όμως,

σ’ αυτό το σημείο αποσύρομαι

από την περαιτέρω περιγραφή τής εν λόγω αφόρητα εκνευριστικής φράσης,

διότι έχω κι άλλες δουλειές-δουλειές-δουλειές να κάνω…

 

* «Το ζευγάρι πρόκειται να ανεβεί τα σκαλιά τής εκκλησίας…»

Μία ακόμη απόδειξη ότι ο Γάμος είναι ένας ωραιοποιημένος «Γολγοθάς».

Γιατί πρέπει σώνει και ντε να ανεβείς σκαλιά για να νυμφευθείς-παντρευτείς;

Γιατί; Ποιος είν’ ο λόγος;

 

Δηλαδή, όποιος έχει τελέσει γάμο σε ισόγεια ή ημιϋπόγεια εκκλησία,

ο γάμος θεωρείται άκυρος

όπως αυτός που είχε κάνει ο Ανδρέας Μπάρκουλης στην ταινία «Τζένη-Τζένη»;

(Τζένη… Τζένη…, δεν υπάρχει γάμος, δεν υπάρχει τίποτα.

Η εκκλησία δεν είχε σκαλιά για ανέβασμα…).

 

Άσχετο (και σχετικό μαζί):

Οι φανατικοί εργένηδες εφευρίσκουν διάφορους τρόπους

για να διαιωνίζουν την ελευθερία στη σχέση τους

και να αποφεύγουν την επίσημη δέσμευση·

άλλος λέει στην καλή του ότι θα την πάρει με παπά και με κουμπάρι

(θαυμάσατε τον τρόπο που διετήρησα την ομοιοκαταληξία, έτσι;)

όταν η ομάδα του, ο «Α.Ο. Κωλοπετεινίτσας», κατακτήσει το «Τσάμπιονς Λιγκ»,

άλλος υπόσχεται ότι θα αποκαταστήσει το κορίτσι του

μόνο όταν ο άνθρωπος πατήσει το πόδι του στο φεγγάρι

(μην πιστεύετε τις φωτογραφίες που σάς δείχνει η αμερικανική προπαγάνδα·

πρόκειται για προϊόντα photoshop,

που έφτιαξε η Μπρουκ για να φορέσει στεφάνι στον Ριτζ Φόρεστερ).

 

Ε, λοιπόν, άλλη μία καλή ιδέα για να αποφεύγουμε εμείς οι άντρες τις διατροφές

(διότι κάθε σύγχρονος γάμος που σέβεται τον εαυτό του, έχει ως κατάληξη τη Διατροφή),

είναι να χρησιμοποιούμε την υπόσχεση

«Κούκλα μου, θα σε πάρω με παπά και με κουμπάρι (σάς την έσκασα),

όταν βρούμε εκκλησία που να έχει κυλιόμενες σκάλες.».

 

Άντε, και στα δικά σας οι λεύτερες…

… 

 

* ΚΑΙ ΤΩΡΑ, ΕΦΤΑΣΕ Η ΩΡΑ!

Ναι, η στιγμή που όλες και όλοι περιμένατε, έφτασε·

το «Χείριστο Κλισέ», η «Συμπαντάρχης τής Κλισεδιάς», είναι εδώ.

 

Γκα-γκαν, γκα-γκαν…

Το πιο αφόρητο στερεότυπο στην ιστορία τής Νευρολογίας είναι η φράση

«Βλέπουμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος.».

 

Κι όμως, αυτή η ατάκα -όταν γεννήθηκε- είχε απολύτως θετικό πρόσημο·

μινιμαλιστική, εικονοπλαστική και εύληπτη, διετίθετο προς αναπαραγωγή.

Όμως,

εδώ είχαμε μία κορυφαία δραματική περίπτωση

όπου τα πλεονεκτήματα εξελίχθηκαν σε μπούμερανγκ

και μετατράπηκαν σε «Απόλυτο Μειονέκτημα».

 

Η Λούμπεν Πνευματικότητα απέκτησε ψευδαισθητική πρόσβαση στην Ευφυΐα·

για κάποιον εξηγήσιμο λόγο που εντάσσεται στους μυστικούς κώδικες τής Βλακείας,

όποιος στούρνος ξεστομίζει τη ρήση «Βλέπουμε το δέντρο και χάνουμε το δάσος.»

παίρνει ένα αλαζονικό υφάκι τού στυλ «Τι είπα ο θεός…».

 

Τι είπες..;

Μία ατάκα που από την ασύστολη πολυχρησία έχει καταντήσει παπαριά.

Μία παπαριά είπες.

 

Ως εκ τούτων,

τιμή και δόξα στο Δέντρο που γίνεται συνώνυμο με το Δάσος.

Ζήτω το δέντρο που είναι «ένα δάσος μόνο του»,  

κάτω τα κλισέ που μάς σμπαραλιάζουν το νευρικό μας σύστημα.

 

Επί τού Πιεστηρίου:

Κλείνω με προσωπικό κλισέ,

το οποίο απευθύνω προς τούς απανταχού «κλισεδιάρηδες»:

Εγώ σάς δείχνω το φεγγάρι κι εσείς κοιτάτε το μεσαίο δάχτυλο.

(ΚΑΛΟΦΟΡΕΤΟ)

 

Ο Υπο-Κοσμικός

(Twitter: @Ypokosmikos

https://twitter.com/Ypokosmikos)

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης