Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρουσίασε σήμερα τις προτάσεις της σχετικά με τη φορολόγηση του χρηματοπιστωτικού τομέα.
Συγκεκριμένα, η Επιτροπή πρότεινε να εφαρμοστεί ένας φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών σε παγκόσμιο επίπεδο, ενώ σε επίπεδο Ε.Ε., πρότεινε επιπλέον ένα φόρο επί των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων.
Ο μεν φόρος επί των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα αφορά σε κάθε πράξη συναλλαγής, ανάλογα την αξία της και θα φορολογείται χωριστά ο κάθε εμπλεκόμενος της συναλλαγής. Ο δε φόρος επί των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων, θα στοχεύει στα κέρδη και στις αμοιβές των εταιρειών του χρηματοπιστωτικού τομέα. Με τον τρόπο αυτό, θα φορολογούνται μάλλον οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί και όχι χωριστά κάθε εμπλεκόμενος.
Ο Επίτροπος, αρμόδιος για θέματα φορολογίας, Algirda Semeta, παρουσιάζοντας την πρόταση της Επιτροπής, τόνισε ότι ένας διεθνούς ισχύος φόρος χρηματοπιστωτικών συναλλαγών θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό εργαλείο χρηματοδότησης για παγκόσμιες πολιτικές όπως π.χ. οι επενδύσεις για την ανάπτυξη και για την καταπολέμηση των κλιματικών αλλαγών.
Σε ό, τι αφορά το φόρο επί των χρηματοπιστωτικών δραστηριοτήτων, ο κ. Semeta τόνισε ότι αν καταστρωθεί και εφαρμοστεί προσεκτικά, θα μπορούσε να αντλήσει για την Ε.Ε. έσοδα ύψους 25 δισ. ευρώ ετησίως.
Η Επιτροπή τονίζει ότι οι φόροι που προτείνει για τον χρηματοπιστωτικό τομέα είναι απολύτως δικαιολογημένοι για τρεις λόγους. Πρώτον, ο χρηματοπιστωτικός τομέας αποτέλεσε μια από τις μείζονες αιτίες της χρηματοπιστωτικής κρίσης και στη διάρκεια των τελευταίων ετών έλαβε σημαντική κρατική βοήθεια.
«Ο χρηματοπιστωτικός τομέας θα πρέπει να συμβάλει ανάλογα στο κόστος ανασυγκρότησης των οικονομιών της Ευρώπης και στήριξης των δημόσιων οικονομικών», αναφέρει η Κομισιόν.
Δεύτερον, ένας διορθωτικός τραπεζικός φόρος θα μπορεί να συμπληρώνει τα ουσιώδη κανονιστικά μέτρα (μεταξύ άλλων η τραπεζική εισφορά και το Ταμείο εξυγίανσης) που έχουν σχεδιαστεί για την τόνωση της αποτελεσματικότητας των χρηματοπιστωτικών αγορών και τη μείωση των διακυμάνσεών τους.
Τρίτον, ο χρηματοπιστωτικός τομέας απαλλάσσεται του φόρου προστιθέμενης αξίας (ΦΠΑ) εντός της ΕΕ και ένας νέος φόρος θα μπορούσε να συμβάλει σε μια πιο δίκαιη και πιο ουσιαστική συμμετοχή του χρηματοπιστωτικού τομέα στα δημόσια οικονομικά, προσφέροντας νέες πηγές εσόδων και βοηθώντας στη δημιουργία ενός σταθερού και αποδοτικότερου χρηματοπιστωτικού τομέα.
Η Επιτροπή θα παρουσιάσει τις προτάσεις της στους Υπουργούς Οικονομικών της ΕΕ στο Συμβούλιο ECOFIN της 19ης Οκτωβρίου, καθώς και στους αρχηγούς κρατών και κυβερνήσεων, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, στις 28 και 29 Οκτωβρίου.
Στη συνέχεια, η θέση της ΕΕ σχετικά με τη φορολόγηση του χρηματοπιστωτικού τομέα θα παρουσιασθεί στη σύνοδο κορυφής της ομάδας G20 του Νοεμβρίου, αποβλέποντας σε μια συμφωνία σε διεθνές επίπεδο.
Διαφωνούν τα ευρωπαϊκά συνδικάτα
Εξάλλου, «απαράδεκτες, μη ικανοποιητικές και χωρίς φιλοδοξία» χαρακτήρισε τις σημερινές προτάσεις της Επιτροπής για τη φορολογία του χρηματοπιστωτικού τομέα η Ένωση Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ETUC).
Σε ανακοίνωση που εξέδωσε σήμερα από τις Βρυξέλλες, η ETUC τονίζει ότι οι προτάσεις της Επιτροπής «απέχουν πολύ από την αναγκαία πολιτική βούληση η οποία θα υποχρέωνε τους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς να πληρώσουν για την κρίση που έπληξε εκατομμύρια εργαζόμενες οικογένειες στην Ευρώπη».

