Ανάμικτες είναι οι αντιδράσεις των αγορών, λίγες ώρες μετά την δημοσιοποίηση των προθέσεων του γαλλογερμανικού άξονα. Οι προτάσεις Μέρκελ – Σαρκοζί για την αντιμετώπιση της κρίσης χρέους της Ευρωζώνης, με βασικό ατού την σύσταση ευρωκυβερνητικού σχήματος, για την διαχείριση της δημοσιονομικής πολιτικής των χωρών-μελών του στενού ευρωπαϊκού πυρήνα, δεν φαίνεται να πείθουν τους επενδυτές.

Οι « Financial Times» καταθέτουν την απογοήτευση τους για το «πρόωρο πάγωμα» της έκδοσης Ευρωομολόγου. Την ίδια ακριβώς στάση διατηρούν και οι γνωστού «γκουρού» της ομάδας των οικονομικών αναλυτών, οι οποίοι διερωτώνται για τις διαθέσιμες εφεδρείες θάρρους των δύο Ευρωπαίων ηγετών.

Τα χρηματιστήρια αντέδρασαν με επιφύλαξη αν όχι με έκδηλη δυσφορία. Η Νέα Υόρκη έκλεισε αρνητικά και οι ασιατικές αγορές επέδειξαν μικτές τάσεις στις συνεδριάσεις της Τετάρτης. Αρνητικά ξεκίνησαν και τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια καταδεικνύοντας την «δυσθυμία» των αγορών.

Χωρίς θάρρος

Δύο είναι τα κατ’ εξοχήν αρνητικά σημεία της συμφωνίας των Παρισίων. Το πρώτο αφορά στην άρνηση των δύο ηγετών να υιοθετήσουν μεταξύ των άλλων μέτρων και την έκδοση Ευρωομολόγου, έκδοση που παρουσιάζεται ως η «λύση όλων των προβλημάτων» της Ευρώπης ως προς την κρίση χρέους της Ευρωζώνης.

Το ζήτημα δεν ενταφιάστηκε επίσημα εν αλλά τέθηκε στις Καλένδες ως ένα από τα εργαλεία τα οποία… θεωρητικά θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν κάποια στιγμή στο μέλλον.

Το δεύτερο αρνητικό στοιχείο στο οποίο «σκοντάφτουν» οι αγορές αφορά την συμφωνία των δύο ηγετών ως προς το εύρος διαθεσίμων κονδυλίων του Ταμείου Στήριξης. Μέρκελ και Σαρκοζί έκριναν πώς οι εφεδρείες που προβλέπονται σήμερα είναι αρκετές την ώρα που Ουάσιγκτον, Οικονομολόγοι, γνωστοί επενδυτές – κερδοσκόποι, αλλά και οικονομικά επιτελεία χωρών μελών της Ευρωζώνης κρίνουν πώς τα διαθέσιμα του Ταμείου του Μηχανισμού στήριξης είναι απλώς ανεπαρκή.

Η πρόταση του γαλλογερμανικού άξονα περί σύστασης κοινής – κεντρικής διακυβέρνησης στις Βρυξέλες με πρώτο επικεφαλής των σημερινό πρόεδρο κ. Ρομπέι για μία περίοδο 2,5 ετών αν και απαντά θετικά στις προκλήσεις των καιρών ,εν τούτοις δεν συνοδεύεται από μία σειρά γενναίων ανατροπών – καθεστωτικών μεταρρυθμίσεων οι οποίες θα θωράκιζαν μία τέτοια προοπτική.

Η καγκελάριος της Γερμανίας βεβαίως και επέβαλε τη συνταγματική κατοχύρωση από τους καταστατικούς χάρτες των χωρών μελών της Ευρωζώνης της κατάρτισης ισοσκελισμένων εθνικών προϋπολογισμών.

Θα πίστευε κανείς πως μετά από μία τέτοια θεσμική δέσμευση των χωρών μελών της Ευρωζώνης, καθώς και της προοπτικής σύστασης κοινής διακυβέρνησης, με επίκεντρο την κοινή δημοσιονομική πολιτική του ευρωπαϊκού πυρήνα, η έκδοση Ευρωομολόγου θα αποτελούσε μία εκ των ων ουκ άνευ προοπτική, αμέσου, μάλιστα, δράσεως για την υπέρβαση της κρίσης χρέους αλλά και για να αποστομωθούν οι Κασσάνδρες, των διεθνών οικονομικών κέντρων.

Με προσοχή παρακολουθεί η Αθήνα

Για την Ελλάδα οι αποφάσεις των Παρισίων έχουν και σε αυτήν την περίπτωση αμφίσημα αποτελέσματα.

Από την μία επικυρώνονται και επιβεβαιώνονται οι αποφάσεις της τελευταίας Συνόδου Κορυφής, εξέλιξη άκρως θετική κατά τους αναλυτές, από την άλλη ωστόσο δεν προωθείται ή έκδοση Ευρωομολόγου, η οποία θα εκτόνωνε την «θηλιά» που έχει εγκλωβίσει την ελληνική οικονομία.

Η ύφεση είναι μπροστά

Οι αποφάσεις των Παρισίων προαναγγέλλουν μία μακρά περίοδο λιτότητας και ασφυκτικής πειθαρχίας των Ευρωπαϊκού Νότου.

Ωστόσο αυτή η λιτότητα προκαλεί και κυρίως θα προκαλέσει ισχυρό πλήγμα στις κεντρικές οικονομίες της Ευρωζώνης, ιδιαίτερα της Γερμανίας, τα οικονομικά μεγέθη της οποίας ήδη εμφάνισαν σημάδια έντονης κούρασης και ανησυχητικής κάμψης.

Ο δείκτης οικονομικής ανάπτυξης που φλερτάρει με το μηδέν, καταδεικνύει τον επερχόμενο κύκλο δραματικής μείωσης στην κατανάλωση στις χώρες της Νότιας Ευρώπης.

Το ίδιο φαινόμενο μαστίζει τις Η.Π.Α. και ο κύκλος αυτός συνεχώς διερύνεται από την στιγμή που το τραπεζικό σύστημα των δυτικών οικονομιών δεν εννοεί, ούτε πειθαναγκάζεται να προσφέρει ζεστό χρήμα στις αφυδατωμένες από ρευστό αγορές, ιδίως όσον αφορά τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι οποίες στην Ευρωζώνη και τις Η.Π.Α., αποτελούν τον βασικό τομέα προσφοράς εργασίας.

Αναπόφευκτη είναι, λοιπόν, η αύξηση της ανεργίας, η οποία σημαίνει πτώση των δεικτών οικονομικής ανάπτυξης και ερμηνεύεται από τα διεθνή οικονομικά κέντρα ως ένδειξη υφεσιακών προοπτικών που οδηγούν στις υποβαθμίσεις των Οικονομιών. Και ο κύκλος των χαμένων ευκαιριών συνεχίζεται.

σχόλια αναγνωστών
oδηγός χρήσης